Δευτέρα, 24 Νοεμβρίου 2025

Η Ελλάδα «πύλη ενέργειας», αλλά πόρτα χωρίς κέρδη για τους πολίτες

Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΠΑΠΑΔΗ

 

Η Ελλάδα βρίσκεται αντιµέτωπη µε µια νέα, αλλά βαθιά αντιφατική ενεργειακή πραγµατικότητα. Την ώρα που η κυβέρνηση µιλά για «αναβάθµιση του ρόλου της χώρας», για µετατροπή της σε διεθνή κόµβο φυσικού αερίου και LNG και για στρατηγική παρουσία στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Ευρώπη, ο µέσος πολίτης βιώνει µια εντελώς διαφορετική καθηµερινότητα: υψηλούς λογαριασµούς, ενεργειακή ανασφάλεια και µια αγορά που εξαρτάται ολοκληρωτικά από το εξωτερικό. Οι ανακοινώσεις για νέες συµφωνίες και διεθνείς συνεργασίες πληθαίνουν, αλλά η ουσιαστική πληροφόρηση για το πώς αυτές επηρεάζουν την ελληνική οικονοµία και κοινωνία παραµένει ελλιπής.

Οι πρόσφατες συµφωνίες για µεταφορά αµερικανικού LNG µέσω ελληνικών υποδοµών προς τρίτες χώρες, αλλά και οι µακροχρόνιες δεσµεύσεις προµήθειας, παρουσιάζονται ως «ιστορικές». Ωστόσο, πίσω από τους πανηγυρικούς τόνους υπάρχουν σοβαρά ερωτήµατα που δεν έχουν απαντηθεί. Πρώτο και βασικό: ποιο είναι το άµεσο και µετρήσιµο όφελος για την ελληνική κοινωνία; Γιατί, όσο η δηµόσια συζήτηση παραµένει στη σφαίρα της θεωρητικής «γεωπολιτικής αναβάθµισης», τόσο η καθηµερινότητα δείχνει µια άλλη πραγµατικότητα: η Ελλάδα δεν έχει δική της παραγωγή φυσικού αερίου, δεν διαθέτει επάρκεια σε ενεργειακές πηγές και, κυρίως, δεν έχει καταφέρει να µεταφράσει τη θέση της σε χαµηλότερο κόστος ενέργειας για τα νοικοκυριά.

Θεσµικό ζήτηµα

Οι υποδοµές που προβάλλονται -σταθµοί LNG όπως της Αλεξανδρούπολης, FSRU που σχεδιάζονται ή βρίσκονται σε λειτουργία, αγωγοί που συνδέουν τη χώρα µε τη Βουλγαρία και τον βορρά- δεν αποτελούν από µόνες τους εγγύηση για ενεργειακή αυτονοµία. Αντίθετα, καταδεικνύουν µια πραγµατικότητα που µοιάζει περισσότερο µε ό,τι ήδη γνωρίζαµε: η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι διέλευση, όχι παραγωγός. Οι αγωγοί που περνούν από το ελληνικό έδαφος µεταφέρουν καύσιµο τρίτων χωρών. Οι τερµατικοί σταθµοί εξυπηρετούν φορτία για άλλες αγορές. Και οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο είναι κυρίως ξένες ή µεταφέρουν προϊόντα ξένων συµφερόντων. Όλα αυτά µπορεί να έχουν γεωπολιτικό χαρακτήρα, αλλά δεν µειώνουν τους λογαριασµούς ρεύµατος.

Πέρα από το οικονοµικό σκέλος, υπάρχει και ένα σοβαρό θεσµικό ζήτηµα. Οι νέες συµβάσεις για LNG, οι όροι χρήσης των υποδοµών, οι χρεώσεις διέλευσης, τα δικαιώµατα συµµετοχής του ελληνικού Δηµοσίου και οι δεσµεύσεις προς διεθνείς παίκτες παραµένουν σε µεγάλο βαθµό άγνωστα στο ευρύ κοινό. Σε άλλες εποχές, ανάλογες συµφωνίες έφταναν στη Βουλή προς κύρωση, δηµιουργούσαν δηµόσια συζήτηση και άνοιγαν τον δρόµο για έλεγχο. Σήµερα, η εικόνα είναι διαφορετική. Οι συµφωνίες ανακοινώνονται αποσπασµατικά, παρουσιάζονται µέσω δηλώσεων ή δελτίων Τύπου και ο δηµόσιος διάλογος περιορίζεται σε διαρροές και γενικόλογες αναφορές.

Η έλλειψη διαφάνειας δεν είναι λεπτοµέρεια· είναι το κεντρικό πρόβληµα. Αν η χώρα µετατρέπεται πράγµατι σε διαµετακοµιστικό κόµβο, τότε πρέπει να γνωρίζει ο πολίτης τους όρους. Η κοινωνία δικαιούται να ξέρει ποια έσοδα προκύπτουν από τη διέλευση φυσικού αερίου, ποιες είναι οι δεσµεύσεις της χώρας, τι κερδίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, ποια ρίσκα αναλαµβάνει το Δηµόσιο και, πάνω από όλα, ποια είναι η επίπτωση στους λογαριασµούς ενέργειας. Δεν µπορεί η Ελλάδα να προβάλλεται ως ενεργειακός παίκτης, ενώ στην ουσία µεταφέρει προϊόν που ανήκει σε άλλους και εισάγει καύσιµο που δεν παράγει.

Ενεργειακή ασφάλεια

Επιπλέον, το γεγονός ότι η χώρα δεν διαθέτει επαρκείς εγχώριες πηγές ενέργειας -ούτε στο φυσικό αέριο, ούτε στο πετρέλαιο, ούτε στο επίπεδο της πλήρους αξιοποίησης των ανανεώσιµων πηγών- σηµαίνει ότι η ενεργειακή ασφάλεια βρίσκεται κάθε φορά στα χέρια των παγκόσµιων αγορών. Η εξάρτηση αυτή καθιστά αδύνατη την ουσιαστική σταθεροποίηση των τιµών. Ακόµη και οι επενδύσεις στις ΑΠΕ, που συχνά προβάλλονται ως το αντίβαρο αυτής της εξάρτησης, δεν έχουν συνοδευτεί από δηµόσιο σχεδιασµό που θα ενίσχυε την ενεργειακή αυτονοµία αντί να µεταφέρει την ισχύ από τους παραγωγούς ορυκτών καυσίµων στις µεγάλες εταιρείες που ελέγχουν έργα πράσινης ενέργειας.

Αν η Ελλάδα θέλει πραγµατικά να αποκτήσει ενεργειακή στρατηγική που δεν θα εξυπηρετεί µόνο διεθνή συµφέροντα αλλά θα στηρίζει την ίδια της την κοινωνία, πρέπει να επανεξετάσει τον τρόπο µε τον οποίο διεκδικεί τον ρόλο του «κόµβου». Αυτός ο ρόλος δεν έχει νόηµα αν δεν διασφαλίζει έσοδα για το Δηµόσιο, φθηνότερη ενέργεια για τα νοικοκυριά, θεσµική διαφάνεια, ενίσχυση των ενεργειακών υποδοµών υπό δηµόσιο έλεγχο και πραγµατική αξιοποίηση των ανανεώσιµων πηγών ως µέσο ενεργειακής ανεξαρτησίας. Αλλιώς, το αφήγηµα καταλήγει ένα επικοινωνιακό τέχνασµα: ονοµαζόµαστε «κόµβος» χωρίς να κερδίζουµε τις αποδόσεις αυτού του ρόλου.

Το ερώτηµα λοιπόν παραµένει: για ποιον γίνεται η Ελλάδα ενεργειακός κόµβος; Για τους πολίτες της ή για τις αγορές που τη χρησιµοποιούν ως πέρασµα; Οι επόµενες κινήσεις της κυβέρνησης, ιδίως η κατάθεση ή µη των συµβάσεων στη Βουλή, θα καθορίσουν αν η χώρα χαράσσει στρατηγική προς όφελος της κοινωνίας ή αν απλώς παίζει τον ρόλο του διαµεσολαβητή χωρίς πραγµατικό αντίκρισµα για τους Έλληνες που συνεχίζουν να πληρώνουν την ακριβότερη ενέργεια στην Ευρώπη.

* Πολιτικός αναλυτής,

Δηµοσιογράφος

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή