Στην αντεπίθεση φαίνεται ότι περνάει η φυλή του Αμαζονίου, η οποία κατηγορήθηκε ότι εκφυλίστηκε όταν ήρθε σε επαφή με το… ίντερνετ, καθώς εκπρόσωποί της κατέθεσαν μήνυση και αγωγή σε βάρος των New York Times που δημοσίευσαν το σχετικό ρεπορτάζ, ζητώντας αποζημίωση 180 εκατομμυρίων δολαρίων.
Πρόκειται για τη φυλή Μαρούμπο που ζούσε σε μικρές καλύβες διάσπαρτες κατά μήκος του ποταμού Ιτούι για εκατοντάδες χρόνια, μέλη της οποίας είχαν, μεταξύ άλλων, παρουσιαστεί ως εθισμένα στο πορνό μετά την παροχή πρόσβασης στο διαδίκτυο μέσω του συστήματος Starlink του Έλον Μασκ.
Η αγωγή απευθύνεται και σε βάρος των ιστοσελίδων TMZ και Yahoo, με την κατηγορία ότι οι δημοσιεύσεις τους ενίσχυσαν και έκαναν πιο δραματικό το άρθρο των Times και αμαύρωσαν περαιτέρω την εικόνα των 2.000 μελών της φυλής.
https://twitter.com/nytimes/status/1797409120418422859?ref_src=twsrc%5Etfw%7Ctwcamp%5Etweetembed%7Ctwterm%5E1797409120418422859%7Ctwgr%5Ee3053b4b76239383bc2726e935c174c0f193de70%7Ctwcon%5Es1_&ref_url=https%3A%2F%2Fwww.protothema.gr%2Fworld%2Farticle%2F1645055%2Fstin-adepithesi-fuli-tou-amazoniou-pou-katigorithike-gia-ethismo-sto-porno-zita-180-ekat-apo-tous-new-york-times%2F
Στο κείμενο της αγωγής που κατατέθηκε σε δικαστήριο του Λος Άντζελες αναφέρεται ότι το άρθρο του δημοσιογράφου Jack Nicas που δημοσιεύθηκε στους NYT τον Ιούνιο του 2024 «παρουσίασε τους Μαρούμπο ως μια κοινότητα ανίκανη να χειριστεί την βασική έκθεση στο διαδίκτυο, υπογραμμίζοντας τους ισχυρισμούς ότι οι νέοι της φυλής είχαν καταστραφεί από την πορνογραφία».
«Τέτοιες περιγραφές αποτελούν ευθεία επίθεση στον χαρακτήρα, την ηθική και την κοινωνική θέση ενός ολόκληρου λαού, υπονοώντας ότι στερείται της πειθαρχίας ή των αξιών που απαιτούνται για να λειτουργήσει στον σύγχρονο κόσμο» συμπληρώνεται στην αγωγή.
Το ρεπορτάζ που προκάλεσε την αγωγή
Στο ρεπορτάζ του Ιουνίου 2024 περιγραφόταν από τον δημοσιογράφο των New York Times που επικαλείτο τα γηραιότερα μέλη της φυλής, ο «εθισμός» που έχουν αποκτήσει ορισμένοι Μαρούμπο με το διαδίκτυο και τους πειρασμούς του – συμπεριλαμβανομένων των social media και του πορνογραφικού υλικού – έχει εξαιρετικά αρνητική επίδραση στη συμπεριφορά τους, παρά τα οφέλη αυτού του νέου διαύλου επικοινωνίας με τον έξω κόσμο.
«Όταν πρωτοέφτασε, όλοι ήταν χαρούμενοι», δήλωνε στους New York Times ο Τσαϊνάμα Μαρούμπο, 73 ετών. «Όμως τώρα τα πράγματα έχουν χειροτερέψει. Οι νέοι έχουν γίνει τεμπέληδες εξαιτίας του διαδικτύου, μαθαίνουν τους τρόπους των λευκών».
«Η φυλή των Μαρούμπο είναι αρκετά συντηρητική ως προς την έκφραση της σεξουαλικότητας και αποδοκιμάζει ακόμη και τα φιλιά σε δημόσιο χώρο. Για τον Αλφρέντο Μαρούμπο (όλα τα μέλη της φυλής χρησιμοποιούν το ίδιο επώνυμο), η άφιξη της νέας υπηρεσίας μπορεί να υπονομεύσει τους κανόνες ευπρέπειας που έχουν μείνει αναλλοίωτοι μέσα στα χρόνια. Σύμφωνα με τον Αλφρέντο, πολλοί νεαροί άνδρες μοιράζονται βίντεο πορνό σε ομαδικές συνομιλίες. Ο ίδιος μάλιστα έχει παρατηρήσει ότι μερικοί από αυτούς επιδεικνύουν τελευταία πιο «επιθετική σεξουαλική συμπεριφορά». “Ανησυχούμε ότι οι νέοι θα θελήσουν να δοκιμάσουν” σεξουαλικά βίτσια στα οποία εκτέθηκαν πρόσφατα, μέσω του ίντερνετ, σημειώνει χαρακτηριστικά» αναφερόταν στο ρεπορτάζ των ΝΥΤ.
Η ανασκευή που δεν ικανοποίησε
Οι παρανοήσεις που προκάλεσε η αναπαράσταση της ιστορίας σε άλλες πλατφόρμες ειδήσεων οδήγησαν τους NYT να δημοσιεύσεουν ένα άρθρο-συνέχεια, στο οποίο ο Nicas έγραψε: «Ο λαός των Μαρούμπο δεν είναι εθισμένος στην πορνογραφία. Δεν υπήρχε καμία ένδειξη για κάτι τέτοιο στο δάσος, ούτε υπήρχε καμία αναφορά σε αυτό στο άρθρο της New York Times».
Ωστόσο, η φυλή δεν ικανοποιήθηκε με αυτή την απάντηση και στην αγωγή της ανέφερε ότι το άρθρο «δεν αναγνώρισε τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι New York Times στην τροφοδότηση της δυσφημιστικής αφήγησης. Αντί να εκδώσει ανάκληση ή συγγνώμη, το άρθρο που ακολούθησε υποβάθμισε την έμφαση που έδινε το αρχικό άρθρο στην πορνογραφία, μεταθέτοντας την ευθύνη σε τρίτους συλλέκτες».
Αν και ο δημοσιογράφος των ΝΥΤ υποστήριξε στο αρχικό του άρθρο ότι πέρασε μια εβδομάδα με τη φυλή, στην αγωγή αναφέρται ότι προσκλήθηκε για μια εβδομάδα, αλλά πέρασε λιγότερο από 48 ώρες στο χωριό, προσθέτοντας ότι «αυτός ο χρόνος ήταν ελάχιστος για να παρατηρήσει, να κατανοήσει ή να αλληλεπιδράσει με σεβασμό με την κοινότητα».
Εκπρόσωπος των New York Times δήλωσε στο Associated Press: «Οποιαδήποτε αντικειμενική ανάγνωση αυτού του άρθρου δείχνει μια ευαίσθητη και λεπτή διερεύνηση των πλεονεκτημάτων και των επιπλοκών της νέας τεχνολογίας σε ένα απομακρυσμένο χωριό αυτόχθωνων με περήφανη ιστορία και διατηρημένη κουλτούρα. Σκοπεύουμε να αντιπαλέψουμε σθεναρά την αγωγή».