Σιγά σιγά κλιµακώνεται η συζήτηση για τα ιδιωτικά πανεπιστήµια, µε τον Υπουργό Παιδείας να επιχειρεί να εµφανίσει την µαζική αντίθεση από την πανεπιστηµιακή κοινότητα, αλλά και τµήµατα της αντιπολίτευσης, περίπου ως ιδεολογική εµµονή, αλλά και να εµφανίσει την ίδρυση ιδιωτικών «πανεπιστηµίων» ως άλµα για την εκπαίδευση στη χώρα.
Η συζήτηση αυτή είναι πλήρως παραπλανητική. Η ΝΔ, ήδη από την ανάληψη της κυβέρνησης το 2019, κινείται σταθερά στην κατεύθυνση του χτυπήµατος της δηµόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης. Σηµαντικό βήµα ήταν η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, µε την οποία δεκάδες χιλιάδες µαθητές – πολλοί εξ αυτών µάλιστα µε άριστους βαθµούς – έχουν αποκλειστεί από τη δηµόσια τριτοβάθµια εκπαίδευση και αντιµετωπίζονται ως πελατεία για τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια. Ταυτόχρονα, έχουν εισαχθεί δίδακτρα σε πολλά µεταπτυχιακά, αλλά και στα ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράµµατα.
Την ίδια στιγµή, το δηµόσιο πανεπιστήµιο χτυπιέται µε κάθε ευκαιρία. Η αρχή έγινε µε την παρουσίασή του ως υποτιθέµενο «άντρο ανοµίας», παρότι η ίδια η αστυνοµία, σε αλλεπάλληλες ετήσιες εκθέσεις, δεν αξιολογεί τους πανεπιστηµιακούς χώρους ως πεδίο µε ποινικό ενδιαφέρον, αφού η εγκληµατικότητα σε αυτούς είναι κατά πολύ χαµηλότερη από ότι σε άλλα κοινωνικά πεδία, έως και ανύπαρκτη. Η συνέχεια είναι η απαξίωση του δηµόσιου πανεπιστηµίου, παρότι τα ελληνικά πανεπιστήµια καταγράφουν εξαιρετικά αποτελέσµατα και οι απόφοιτοί τους πολύ υψηλό επίπεδο δεξιοτήτων.
Με την ευθεία παράκαµψη του Συντάγµατος και την δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστηµίων µε έναν απλό νόµο, δηµιουργούνται οι συνθήκες να µετατραπούν εν µία νυκτί οι διάφοροι πάροχοι κατάρτισης σε πανεπιστήµια. Και αν κανείς έχει οποιαδήποτε αµφιβολία για τη σοβαρότητα των επιχειρηµάτων περί ποιότητας, αρκεί να θυµηθεί τα σκάνδαλα της πανδηµίας, όπου οι πάροχοι κατάρτισης έλαβαν τεράστια ποσά ως δώρα για να εκπαιδεύσουν δήθεν επαγγελµατικές κατηγορίες όπως οι αυτοαπασχολούµενοι µε εκπαιδευτικό υλικό όπως το αλήστου µνήµης σκόιλ ελικικού του Βρούτση, σε άχρηστα και ανύπαρκτα γνωστικά αντικείµενα. Ο Πιερρακάκης και η ΝΔ επιχειρούν να ανοίξουν διάπλατα το δρόµο για τέτοιους παρόχους, που ήδη έχουν να µοιραστούν µια τεράστια πίτα που υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ από τα χρηµατοδοτικά εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν ως κεντρικό άξονα κάθε τύπου καταρτίσεις. Καθόλου τυχαίο έτσι δεν είναι ότι η κινητικότητα στη σχετική αγορά είναι ιδιαίτερα υψηλή, µε συνεχείς εξαγορές ΙΕΚ αλλά και κτηρίων από funds του εξωτερικού. Χαρακτηριστική περίπτωση η εξαγορά ΙΕΚ από τη CVC, το fund όπου, συµπτωµατικά, είναι στέλεχος η Σοφία Μητσοτάκη, µε εξωφρενικό τίµηµα σε σχέση µε τον κύκλο εργασιών του.
Την ίδια στιγµή, η δηµόσια δαπάνη για την εκπαίδευση είναι στην Ελλάδα µικρότερη κατά 35% σε σχέση µε τον µέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, η δε δαπάνη για την τριτοβάθµια εκπαίδευση είναι µικρότερη κατά 47% και βρίσκεται στην τελευταία θέση µεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. Η κατά κεφαλή εκπαιδευτική δαπάνη στην δηµόσια τριτοβάθµια εκπαίδευση είναι κάτω από 25% του µέσου όρου του ΟΟΣΑ, ενώ η αναλογία διδασκόντων προς φοιτητές είναι σαφώς υψηλότερη. Έχουµε εποµένως µια συνειδητή εγκατάλειψη της δηµόσιας τριτοβάθµιας εκπαίδευσης, µε πλήρη έλλειψη δηµόσιας επένδυσης. Ταυτόχρονα, η εκροή αποφοίτων σε χώρες του εξωτερικού είναι πολύ υψηλή, για λόγους που καµία σχέση δεν έχουν µε τα πανεπιστήµια. Η Ελλάδα έρχεται πρώτη µε µεγάλη διαφορά στο ποσοστό εργαζοµένων µε παραπάνω ουσιαστικά προσόντα από τις απαιτήσεις της θέσης τους. Οι δεξιότητες που έχουν οι εργαζόµενοι δεν χρησιµοποιούνται πλήρως στην εργασία τους σε ποσοστό µεγαλύτερο από κάθε άλλη χώρα. Αυτό είναι ένα ακόµα αποτέλεσµα της κυριαρχίας των υπηρεσιών – και µάλιστα χαµηλής ειδίκευσης και χαµηλής προστιθέµενης αξίας – και της αποδιάρθρωσης της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονοµίας, που επιταχύνθηκε µε την κρίση και την µνηµονιακή πολιτική και οξύνεται ακόµα παραπάνω µε το «αναπτυξιακό όραµα» της ΝΔ.
Τα ιδιωτικά πανεπιστήµια δεν αποτελούν λύση για κανένα πρόβληµα. Αντίθετα, είναι πολλά τα παραδείγµατα των χωρών όπου η ιδιωτικοποίηση έφερε τεράστια πτώση του εκπαιδευτικού επιπέδου και πολύ σηµαντικά προβλήµατα στα δηµόσια πανεπιστήµια. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται ιδιωτικά πανεπιστήµια. Χρειάζεται συνολική ανατροπή της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής, αλλά και ένα ριζικά διαφορετικό προσανατολισµό για ένα δηµόσιο και δηµοκρατικό πανεπιστήµιο που θα καλλιεργεί την κριτική γνώση και θα συµβάλλει στο ερευνητικό έργο.
* Γραµµατέας
ΛΑΕ – Ανυπότακτη Αριστερά