Οργισμένοι με τις δηλώσεις Βορίδη και το νομοσχέδιο που παρουσίασε, δηλώνουν στο tvxs μετανάστες και μετανάστριες από την Αλβανία, που ζουν πάνω από το μισό του βίου τους στην Ελλάδα.
Την ίδια ώρα οι συλλογικότητές τους δηλώνουν πως «η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τον νέο υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου, Μάκη Βορίδη, επιχειρεί να θεσμοθετήσει ένα από τα πιο σκληρά και ρατσιστικά μεταναστευτικά νομοσχέδια των τελευταίων ετών. Το νομοσχέδιο αυτό δεν αποτελεί απλώς μια “μεταρρύθμιση” αλλά μια συνολική κλιμάκωση της καταστολής ενάντια στους/στις μετανάστες/ριες και τα δικαιώματά τους. Πρόκειται για ένα σχέδιο νόμου που ποινικοποιεί τη φτώχεια και θεσμοθετεί τον αποκλεισμό και την καταστολή».
Οι μετανάστες που ένταξαν τα παιδιά τους, μιλούν άπταιστα ελληνικά και έχουν συμβάλει καθοριστικά στην ελληνική οικονομία, αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν θεσμικά εμπόδια, κοινωνικές διακρίσεις και έλλειψη δικαιωμάτων. Επιμένουν στο βασικό τους αίτημα που είναι: ισότητα, αναγνώριση και συμμετοχή. «Η κυβέρνηση όμως απαντά στοχοποιώντας μας και απειλώντας μας, όπως ακριβώς έκανε το σύστημα όταν πρωτοήρθαμε στη χώρα. Φτάνει πια!».
«Δεν θυμάμαι πως είναι η Αλβανία και με λέει το κράτος ξένη»
Αλβανοί μετανάστες και μετανάστριες αφηγούνται στο tvxs πως οι ίδιοι αλλά και οι γονείς τους κάλυψαν κενά στην αγορά εργασίας, ιδιαίτερα σε αγροτικές, οικοδομικές και οικιακές εργασίες. Πλήρωναν ασφαλιστικές εισφορές χωρίς να έχουν πλήρη πρόσβαση στα ίδια δικαιώματα (ειδικά στις αρχές). Έχουν συμβάλει στη δημογραφική αναζωογόνηση πολλών σχολείων που θα έκλειναν λόγω έλλειψης μαθητών.
Οι Αλβανοί μετανάστες έχουν συνεισφέρει ουσιαστικά στην ελληνική οικονομία, κοινωνία και πολιτισμό, χωρίς να απολαμβάνουν στον ίδιο βαθμό τα αντίστοιχα δικαιώματα. Ενσωματώθηκαν στην κοινωνία σε σημείο που να νιώθουν περισσότερο Έλληνες κι Ελληνίδες και σήμερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξαπολύει απειλές εναντίον τους.
«Ήρθα στα 15 μου από την Αλβανία με τους γονείς μου, η μικρή μου αδερφή ήταν 7 ετών. Σήμερα είμαι 45 και αισθάνομαι Ελληνίδα. Δεν έχω καμία επαφή με την Αλβανία. Παρόλα αυτά κάθε κάθε δύο χρόνια κάνω τα χαρτιά μου για άδεια διαμονής. Δίνουμε αποτυπώματα (κανείς δεν ξέρει γιατί αφού τα αποτυπώματα δεν αλλάζουν). Πληρώνουμε δικηγόρους, παράβολα όσες φορές καταθέτουμε» λέει μετανάστρια δεύτερης γενιάς στο tvxs.
«Γεννάμε εδώ τα παιδιά μας και δεν έχουν ελληνική υπηκοότητα. Δεν θυμάμαι πως είναι η Αλβανία και με λέει το κράτος ξένη. Τα παιδιά μου είναι 12 και 13 ετών, γεννήθηκαν εδώ και δεν έχουν ακόμα υπηκοότητα. Στην Ιταλία που πήγε μια φίλη, μόλις ο εργοδότης της έκανε πρόσληψη πήραν κάρτα και μετά από 4 χρόνια έγιναν μόνιμοι!».
«Χάνουμε λεφτά διεκδικώντας το νόμιμο σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα δικαίωμά μας»
Άλλος μετανάστης προσθέτει: «Καταθέτουμε κάθε χρόνο τα χαρτιά για άδεια παραμονής, αλλά επειδή αργούν οι διαδικασίες, το χαρτί όταν έρχεται είναι ληγμένο και του κι από την αρχή πάλι συμπληρώνουμε έγγραφα και τρέχουμε. Μας συμπεριφέρονται σαν να θέλουν να μας βασανίσουν για κάποιον λόγο. Εκτός αν είναι τόσα τα λεφτά που παίρνουν από όλα αυτά τα παράβολα, που δεν θέλουν να τα χάσουν.
Ο Μητσοτάκης άλλαξε το νόμο και πρέπει να δηλώνεις πάνω από 10.000 για να έχουμε δικαίωμα να πάρουμε άδεια διαμονής. Ένας φίλος έδωσε εξετάσεις δεν πέρασε, έδωσε 850 ευρώ για τις εξετάσεις. Ξανά έδωσε και πέρασε και του είπαν πως κόβεται γιατί πριν δύο χρόνια δεν έπιασε τον στόχο στη φορολογική δήλωση! Και έχασε και τα 850 ευρώ ο άνθρωπος
Είμαστε εδώ, δουλεύουμε, έχουμε ένσημα, έχουμε συμβάλλει στην οικονομία της χώρας, τα παιδιά μας μεγαλώνουν μιλώντας ελληνικά, σπουδάζουν στα πανεπιστήμια προσφέρουν με τις γνώσεις τους.
Και τώρα έρχεται ο κ. Βορίδης και απειλεί πως θα διώξει τους παράνομους. Μα ποιοι είναι οι παράνομοι; Εμείς χάνουμε λεφτά διεκδικώντας το νόμιμο σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα δικαίωμα μας. Και συνεχίζουν να στιγματίζουν εμάς και τα παιδιά μας με αυτό τον τρόπο;».
Πρωτοβουλία Αλβανών Μεταναστών και Αλληλέγγυων – Τι προβλέπει το νομοσχέδιο
«Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τον νέο υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου, Μάκη Βορίδη, επιχειρεί να θεσμοθετήσει ένα από τα πιο σκληρά και ρατσιστικά μεταναστευτικά νομοσχέδια των τελευταίων ετών. Το νομοσχέδιο αυτό δεν αποτελεί απλώς μια «μεταρρύθμιση» αλλά μια συνολική κλιμάκωση της καταστολής ενάντια στους/στις μετανάστες/ριες και τα δικαιώματά τους. Πρόκειται για ένα σχέδιο νόμου που ποινικοποιεί τη φτώχεια και θεσμοθετεί τον αποκλεισμό και την καταστολή.
Ποινικοποιείται η παράτυπη παραμονή με ποινές φυλάκισης έως 2 έτη και πρόστιμα έως 10.000 ευρώ. Το κράτος μεταχειρίζεται ανθρώπους που προσπαθούν να επιβιώσουν ως εγκληματίες, δημιουργώντας στρατιές φυλακισμένων χωρίς κανένα ποινικό αδίκημα πέραν της «αόρατης» ζωής τους, παρακάμπτωντας πλήρως το γεγονός ότι το κράτος είναι υπεύθυνο και επιλέγει ποιους πολίτες νομιμοποιεί και ποιες/ους όχι.
Καταργούνται πλήρως οι άδειες διαμονής λόγω παρατεταμένης παρουσίας. Η δυνατότητα νομιμοποίησης ανθρώπων που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα για 3, 7 ή και περισσότερα χρόνια εξαφανίζεται. Το μήνυμα είναι σαφές: όσα χρόνια κι αν είσαι εδώ, δεν έχεις καμία θέση στην ελληνική κοινωνία. Καταδικάζουν χιλιάδες ανθρώπους σε μόνιμη επισφάλεια, στην παρανομία, στη μαύρη εργασία χωρίς καμία προστασία. Με αυτή τη ρύθμιση, το κράτος ακυρώνει κάθε έννοια κοινωνικής ένταξης και ουσιαστικά καταδικάζει ανθρώπους σε μόνιμη παρανομία, επισφάλεια και εργασιακή εκμετάλλευση. Πρόκειται για ένα ταξικό και ξενοφοβικό μέτρο που δεν στοχεύει στη “τάξη”, αλλά στη διατήρηση ενός φτηνού και αόρατου εργατικού δυναμικού χωρίς δικαιώματα.
Αυξάνεται η διάρκεια διοικητικής κράτησης από 18 σε 24 μήνες, με δυνατότητα επέκτασης. Δηλαδή φυλακές χωρίς δίκη – με μοναδικό λόγο την απουσία νομιμοποιητικών εγγράφων. Κράτηση η οποία, εάν δεν εξελιχθεί σε απέλαση, μπορεί να παρατείνεται επ’ αόριστον. Το ελληνικό κράτος επενδύει σε αποθήκες ψυχών αντί για δομές ένταξης.
Διευρύνεται η έννοια της “ασφαλούς τρίτης χώρας”, ώστε να διευκολυνθούν μαζικές απορρίψεις αιτήσεων ασύλου και επιστροφές σε χώρες όπου οι ζωές των προσφύγων εξακολουθούν να απειλούνται. Με τον τρόπο αυτό, παρακάμπτεται το δικαίωμα στην εξατομικευμένη εξέταση του ασύλου, όπως ορίζεται από το διεθνές δίκαιο.
Απαγορεύεται η πρόσβαση σε μια σειρά από κοινωνικά αγαθά για όσες και όσους δεν έχουν χαρτιά. Ο ίδιος ο Βορίδης είχε δηλώσει άλλωστε ξεκάθαρα, όταν ήταν Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης: «οι παράνομοι μετανάστες δεν δικαιούνται ανθρωπιστική βοήθεια». Δηλαδή ούτε φαγητό, ούτε ιατρική περίθαλψη, ούτε στέγη – και διώξεις για όσους/ες τολμούν να σταθούν δίπλα τους.
Το σχέδιο νόμου Βορίδη δεν είναι ένα ουδέτερο, “τεχνικό” πλαίσιο διαχείρισης.
Είναι ιδεολογικό εργαλείο αυταρχισμού, ρατσισμού και αποκλεισμού.
Είναι η θεσμοποίηση ενός συστήματος που χρειάζεται φτηνά, αόρατα εργατικά χέρια χωρίς φωνή, χωρίς δικαιώματα και χωρίς μέλλον.
Μια τέτοια κατεύθυνση αναδεικνύει την εξής αντίφαση: αφενός, το ελληνικό κράτος χρειάζεται εργατικά χέρια – αφετέρου, δεν είναι διατεθειμένο να εντάξει τους ανθρώπους που εργάζονται υπό αυτά τα καθεστώτα στην ελληνική κοινωνία- πρόκειται για μια συνθήκη που συνθλίβει τις μετανάστριες αλλά δεν αφήνει ανεπηρέαστες/ους τις/τους ντόπιες/ους καθώς με αυτόν τον τρόπο υπονομεύει συνολικά την εργατική τάξη, καθώς τα μεροκάματα παραμένουν χαμηλά και για τους ντόπιους, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και σπέρνοντας τον ρατσισμό.
Τίποτα δεν προσφέρει ένα τέτοιο σχέδιο νόμου στην κοινωνία· αντίθετα, τη βυθίζει βαθύτερα σε έναν φαύλο κύκλο φόβου, καταστολής και αυταρχισμού. Δεν λύνει κανένα κοινωνικό πρόβλημα, ούτε στην εργασία, ούτε στην ασφάλεια, ούτε στην κοινωνική συνοχή, την οποία επικαλείται συχνά ο κ. Βορίδης. Αντιθέτως, ποινικοποιεί την ανάγκη για επιβίωση και διώκει τις πιο ευάλωτες. Εντάσσεται πλήρως σε μια γενικότερη πολιτική αυταρχικοποίησης που βλέπουμε παντού: από τα σχολεία, όπου επανέρχεται η τιμωρητική πειθαρχία, τα Πανεπιστήμια, μέχρι τον Ποινικό Κώδικα, όπου η ποινική αυστηρότητα αντικαθιστά την πρόληψη και τη δικαιοσύνη.
Η τιμώρηση, οι φυλακίσεις και η καταστολή δεν είναι “ρεαλισμός”- είναι μια συνειδητή πολιτική επιλογή, που υπηρετεί ένα μοντέλο κοινωνίας βασισμένο στον αποκλεισμό, στον φόβο και στην πειθάρχηση των πολλών προς όφελος των λίγων.
Απέναντι σε αυτή την πολιτική επιλογή, εμείς λέμε ξεκάθαρα: καμία ζωή δεν είναι “παράνομη”.».
Θα μας βρουν απέναντι τους.