Όσο δένει η – ευγενική παρά τις κάποιες μπηχτές, σχετικά ανώδυνη – αντιπαράθεση στην κούρσα για την ηγεσία της (κατά δήλωσίν της) ΚεντροΑριστεράς, μας τριβέλιζε τον νου μια απορία. Όχι, όχι το πότε οι 9 υποψήφιοι, άντε οι 6 που έχουν κεντρικότερο ρόλο, άντε οι μια συν τρεις που πάνε για τον δεύτερο γύρο θα μας τιμήσουν με κάτι διεξοδικότερο ως πρόταση απεγκλωβισμού από την σημερινή πραγματικότητα. (Δεν μιλάμε για «Πρόγραμμα», τα προγράμματα πέθαναν /ψόφησαν και ίσως καλύτερα να είναι έτσι). Όμως, να, ένα αρθρωμένο «για τι» από το οποίο να προκύπτει λόγος, ένα «γιατί» επανόδου στην πολιτική, στις κάλπες, δεν ανέβηκε στην επιφάνεια από τους υποψήφιους έως τώρα.
Αυτό όμως ας το θεωρήσουμε συνέπεια των εσωκομματικών υπολογισμών, τακτικισμών κοκ.
Μα καλά, σκεπτόμασταν, δεν αισθάνονται οι άλλοι που στρατεύθηκαν και στρατεύονται στον χώρο αυτό την ανάγκη μιας δίκης τους κατάθεσης; Προφανώς όχι για να πάρουν το μέρος του ενός ή του άλλου υποψηφίου – κάτι τέτοιο θα ήταν και φάουλ, θα ήταν όμως και αποστρατευτικό για μια προσπάθεια η οποία υποτίθεται ότι πασχίζει να πάει τα πράγματα μπροστά στον καθημαγμένο μετά-ΠΑΣΟΚ χώρο με κάτι σαν ενότητα. Όμως ένα προσωπικό στίγμα; Μια συμβολή στον προβληματισμό;
Ο Κώστας Σημίτης, από τους παλιούς/από τις ηγετικές φιγούρες, μίλησε ειν’ αλήθεια. πλην μίλησε επί διαδικαστικού, για να πει ότι δεν είμαστε πια στην εποχή της ηγετικής φιγούρας αλλά των συλλογικών ηγετών. Αν και ψιλοϋπονομευτικά ως προσέγγιση όταν θα πάει να εδραιωθεί η θέση κάποιου στο δοιάκι, πάντως είναι μια κατευθυντήρια συνεισφορά. Ο ΓΑΠ, μετά τις εντάσεις που δημιουργήθηκαν γύρω από το ΚΙΔΗΣΟ και την πορεία του, σιώπησε. Ο Βαγγέλης Βενιζέλος, που τακτικά τοποθετείται επί των πάντων και άλλων τινών, και μάλιστα όχι μόνον με ευγλωττία και λογική κυριαρχίας επί των πραγμάτων, αλλά και με θέσεις σ’ αυτό/στο περιεχόμενο ενός αύριο έμεινε διακριτικά πιο πίσω.
Παραμονές της (πρώτης ) κάλπης, πάντως, ήρθε από μιαν απροσδόκητη πλευρά μια τέτοια κατάθεση. Στην προσωπική του σελίδα ο Παύλος Γερουλάνος πήρε την πρωτοβουλία να καταθέσει κάτι που – αν και λιγάκι υπεραισιόδοξα τιτλοφορημένο «Η Αναγέννηση» – αποτελεί μια συγκρατημένη απόπειρα περιγραφής ενός «μετά». Ενός «μετά» που να μην στέκεται στην «κοινή αίσθηση ευδιαθεσίας» των κομματικών ηγεσιών όλου του πολιτικού φάσματος, έτσι όπως αχνοφαίνεται «η προοπτική εξόδου στις αγορές δίπλα στην προοπτική εκπλήρωσης των μνημονιακών υποχρεώσεων και προσέλευσης επενδύσεων».
Εκείνο που υποστηρίζει είναι ότι «την Ελλάδα που θέλουμε δεν θα την φτιάξουν ούτε οι ξένες επενδύσεις, ούτε οι ξένες αγορές». Βλέπει – σε Ευρώπη και Ελλάδα, δε – να επικρατεί μια θεώρηση συντηρητική η οποία διδάσκει ότι «ο πολίτης πρέπει να καταπιεί το φάρμακό του ακόμη κι αν δεν καταλαβαίνει γιατί». Νεοφιλελευθερισμός ή μη, μια τέτοια προσέγγιση πάντως αποστρατεύει πολιτικά. Και τα κόμματα – Ευρώπης και Ελλάδας, πάλι – που θέλουν να θεωρούνται προοδευτικά δεν έχουν αναζητήσει πειστική έξοδο. Κάτι πέρα από το «δεν γίνεται αλλιώς», δηλαδή.
Κάνει ο Γερουλάνος μια κίνηση που, κλείσιμο του 2017, μπορεί να παραξενέψει: δανείζεται από το Συμβόλαιο με τον Λαό του 1981, αν και θα μπορούσε να πάει πιο πίσω – στην Διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ της 3/9 του 1974 – την αναζήτηση ανθρωποκεντρικής προσέγγισης ενός σοσιαλισμού που θέλει «μια κοινωνία συνεκτικά δομημένη και όχι τεμαχισμένη». Και ζητά/προτείνει διεκδίκηση/ανάκτηση έξη κλιμακωτών δικαιωμάτων; στην Ισότητα, στην Συμμετοχή, στην Πρόοδο, στην Δημιουργία, στην Ασφάλεια και στην Εκπροσώπηση. Ίσως θα τα κλιμακώναμε διαφορετικά, όμως ως πλατφόρμα βάσης έχουν το ενδιαφέρον τους – ιδίως στο πλαίσιο ενός αιτήματος αποσυγκέντρωσης , όσο κι αν «το ένστικτο της πολιτικής ηγεσίας θα είναι να κλειστεί περισσότερο στις περίπλοκες δομές τους, να προστατευτεί από την βούληση του πολίτη».
Μνήμες παλιότερων εποχών; Ρομαντική προσέγγιση της πολιτικής σε χρόνια σιδηρά; Νομίζουμε όχι μόνο. Αξίζει μια επίσκεψη στο www.yeroulanos.gr, για το συνολικό επιχείρημα.