Το «μαρτύριο της σταγόνας» συνεχίζεται για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες…
Ολοκληρώστε τις διαπραγματεύσεις για την β’ αξιολόγηση «γρήγορα αλλά όχι πρόχειρα», ζητά μέσα από δήλωσή του, ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ και του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνοντας ότι αυτός είναι ο τρόπος, «αν θέλουμε να μη χαθεί οικονομικά άλλος ένας χρόνος και να παράξουν άμεσο αποτέλεσμα ικανό να απελευθερώσει την αγορά από τα δεσμά της αβεβαιότητας».
Όπως αναφέρει ο κ. Κορκίδης, μέχρι τώρα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, το ΔΝΤ και ειδικά η Κυβέρνηση δεν φαίνονται έτοιμοι να κλείσουν την αξιολόγηση, παρά το γεγονός ότι οι καθυστερήσεις και αυτή τη φορά θα ισοδυναμούν, σε περισσότερα μέτρα του 2% του ΑΕΠ, απώλεια της προθεσμίας ένταξης στο QE στις 27 Απριλίου και βαθύτερη λιτότητα. Όπως αναφέρει, η μείωση της υπερφορολόγησης θα πρέπει να γίνει άμεσα και όχι το 2019, αλλιώς θα είναι «δώρο – άδωρο», για την Οικονομία.
«Η ελληνική οικονομία απαιτεί λύσεις εδώ και τώρα, ανεξαρτήτως μικροπολιτικών συμφερόντων και τακτικισμών εντός και εκτός Ελλάδος», τονίζει ο Προέδρος της ΕΣΕΕ, για να προσθέσει ότι το χάσμα απόψεων που χωρίζει τους Θεσμούς μεταξύ τους αλλά και τη Κυβέρνηση στα εργασιακά, το αφορολόγητο και τις συντάξεις, μεταθέτει τη λήψη ζωτικών για την οικονομία αποφάσεων στο μέλλον, με αποτέλεσμα η ανάκαμψη να καθυστερεί, οι πολίτες να χάνουν την υπομονή τους με τα ατυχή προγράμματα που εφαρμόζονται και οι επενδυτές να αναβάλλουν τις αποφάσεις τους, διστάζοντας να επιχειρήσουν σε ένα περιβάλλον που βρίσκεται μονίμως σε κατάσταση αλλαγών.
Το κλίμα που έχει δημιουργηθεί είναι επιζήμιο για την αγορά και ο ίδιος επισημαίνει ότι «η ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση, μετά από επτά χρόνια μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής προσαρμογής, εξακολουθεί να “υπολειτουργεί”, παλεύοντας άνισα για την επιβίωση της».
Παρά το πλήθος μέτρων που έχουν ληφθεί και τις συνεχείς διαβουλεύσεις και συμφωνίες, κυβέρνησης και Θεσμών, ο κ. Κορκίδης, τονίζει ότι «τα ερωτήματα που συνεχίζουν να μένουν αναπάντητα είναι πότε επιτέλους θα επιστρέψει η κανονικότητα στη καθημερινότητα μας, πότε θα κλείσει η αξιολόγηση, πότε θα σταματήσει η αλόγιστη υπερφορολόγηση, πότε θα μειωθεί η υψηλή τιμή ενέργειας και μεταφορών, τι θα γίνει με το υψηλό κόστος που δημιουργούν οι έμμεσοι φόροι και τη μεγάλη αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την επιχειρηματική δραστηριότητα».
Το επιχειρηματικό, κλίμα στην Ελλάδα έχει γίνει αφιλόξενο μέσα στα μνημόνια και ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ, αναφέρει ότι «τα υψηλά επιτόκια χορηγήσεων, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, το μεγάλο ύψος μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές διαμορφώνουν ένα κλίμα που αποθαρρύνει εγχώριους και ξένους επιχειρηματίες να αναπτύξουν τις υπάρχουσες ή να δημιουργήσουν νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες στην χώρα μας, ώστε να αρχίσει να αυξάνεται το ΑΕΠ σε βιώσιμα επίπεδα».
Για τα επιπλέον μέτρα που απαιτούν οι δανειστές και τα αντίμετρα που βάζει στο τραπέζι η κυβέρνηση, αναφέρει ότι «το γεγονός ότι η Κυβέρνηση διαβεβαιώνει για κάθε ένα ευρώ επιβάρυνση από νέα μέτρα θα υπάρχει ελάφρυνση ενός ευρώ με αντισταθμιστικά μέτρα, δεν αλλάζει κάτι άμεσα στη πραγματική οικονομία. Τα επιπλέον μέτρα των 3,6 δισ. ευρώ, κατά πάσα πιθανότητα, θα αρχίσουν να εφαρμόζονται το 2018, όπως το θέλει η τρόικα, αντί του 2019 που ζητά η Κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις ελάφρυνσης φορολογικών βαρών και άλλων επιβαρύνσεων των επιχειρήσεων, θα είναι μεσομακροπρόθεσμες, με σημείο έναρξης εφαρμογής το μακρινό 2020».
Καταλήγοντας, επισημαίνει ότι από τη τραυματική εμπειρία των διαδοχικών αξιολογήσεων, που έχουμε βιώσει τα τελευταία επτά χρόνια, έχουμε πλέον εμπεδώσει και δεν μας εκπλήσσει το γεγονός, ότι οι δανειστές ζητούν πολλά, ενώ δίνουν από λίγα έως τίποτα από αυτά που ζητάμε εμείς. Ως εκ τούτου από ότι φαίνεται η συμφωνία θα κλείσει και πάλι σταδιακά με “υποδόσεις” και με μέτρα για τη διετία 2018-19, ενώ τα αντίμετρα θα περιμένουν για μετά το 2019, και βεβαίως εφόσον διατηρηθούν θετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα. Μέχρι τότε, το μαρτύριο της σταγόνας για τη πραγματική οικονομία θα συνεχίζεται με θύματα τους μικρομεσαίους της ελληνικής αγοράς.