Υφεση της οικονομίας με αύξηση της προσφοράς χρήματος!

Στο πεδίο της Οικονομικής Επιστήμης κατά την τελευταία εξηκονταετία, δύο είναι οι σημαντικότερες Σχολές Οικονομικής Σκέψης που κυριαρχούν στους ακαδημαϊκού χώρους. Η Κεϋνσιανή και η Μονεταριστική Σχολή. Στα μαθήματα της Μακροοικονομικής και της Ιστορίας των Οικονομικών Θεωριών, οι διδάσκοντες καθηγητές αναλύουν και επεξηγούν στους φοιτητές, τα δόγματα, τις αρχές, τους νόμους, τις θεωρίες και τα μέτρα οικονομικής πολιτικής αμφότερων των Σχολών. Πρόκειται για δύο Οικονομικές Σχολές, που η μια βρίσκεται στον αντίποδα της άλλης. Ένα από τα θέματα που παρουσιάζει μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον είναι η αιτιώδης σχέση μεταξύ Προσφοράς Χρήματος και ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν). Έστω ότι Υ= ΑΕΠ και Χ= Προσφορά Χρήματος. Σύμφωνα με τους Κεϋνσιανούς έχουμε ότι Χ= f(Y) και αντίθετα με κριτήριο τις απόψεις των Μονεταριστών ισχύει ότι Y=f(Χ). Δηλαδή, οι Κεϋνσιανοί θεωρούν ότι η μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ είναι αυτή που προκαλεί τη μεταβολή της Προσφοράς Χρήματος, σε αντίθεση με τους Μονεταριστές που υποστηρίζουν ότι η μεταβολή της Προσφοράς Χρήματος συνιστά τον αιτιώδη παράγοντα μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ.
Παρατηρήσεις: Πηγή των στοιχείων είναι η Τράπεζα της Ελλάδας. Τα στοιχεία του 2016 βασίζονται σε εκτιμήσεις. Τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα αποτελούν την ποσότητα του χρήματος (Μ₀) που κυκλοφορεί στην ελληνική οικονομία. Τα στοιχεία αφορούν τον Δεκέμβριο εκάστου έτους. ΑΕΠ είναι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν.
Ως γνωστόν, η Τράπεζα της Ελλάδας για λογαριασμό της χώρα μας, λαμβάνει από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) σε ρευστό αρκετά δις €, δηλαδή ρευστό σε κέρματα και χαρτονομίσματα. Στην οικονομική ορολογία, τα κέρματα και τα χαρτονομίσματα που κυκλοφορούν στην οικονομία μιας χώρας απεικονίζονται με το σύμβολο Μ₀ , όπου το αρχικό σύμβολο Μ είναι το πρώτο γράμμα της αγγλικής λέξης Money που σημαίνει χρήμα. Το εκδοτικό προνόμιο του χρήματος (Μ₀) έχει η ΕΚΤ. Με βάση έναν αλγόριθμο, η Κεντρική Τράπεζα κάθε μιας από τις 19 χώρες μέλη της Ευρωζώνης π.χ. Τράπεζα Ελλάδας, παίρνει αναλογικά από την ΕΚΤ ένα ποσό ρευστού χρήματος Μ₀, δηλαδή κερμάτων και χαρτονομισμάτων, για την διεξαγωγή και την ικανοποίηση των εγχώριων χρηματοοικονομικών συναλλαγών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα του κειμένου, η ποσότητα του χρήματος Μ₀ που σήμερα κυκλοφορεί στην Ελλάδα εκτιμάται σε 30 δις € έναντι 20,4 δις € το 2010 και 9,2 δις € το 2002. Η αξία των κερμάτων και των χαρτονομισμάτων που κυκλοφορούν στην ελληνική οικονομία, παρακολουθείται από την Τράπεζα της Ελλάδας σε μηνιαία βάση. Μια καίριας σημασίας παρατήρηση είναι ότι την περίοδο Δεκέμβριος 2008-Δεκέμβριος 2016, η κυκλοφορία χρήματος Μ₀ από 16,3 αυξήθηκε σε 30 δις € και ταυτόχρονα το ονομαστικό ΑΕΠ από 242 συρρικνώθηκε σε 175 δις €. Μετά το 2008 η εθνική μας οικονομία διέρχεται φάση συνεχούς ύφεσης. Σαφές είναι ότι η άνοδος της προσφοράς χρήματος κατά την περίοδο 2008-2016, δεν συνέβαλε στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας όπως θα αναμενόταν με γνώμονα τις θέσεις της Μονεταριστικής Σχολής. Δηλαδή, τα στοιχεία του πίνακα απορρίπτουν τη θεμελιώδη θέση των Μονεταριστών, ότι η αύξηση της ποσότητας χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία, συντελεί στην επίτευξη θετικών αναπτυξιακών ρυθμών. Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, κατά την περίοδο 2008-2016, η άνοδος της προσφοράς χρήματος Μ₀ συμπορεύεται με την κάμψη της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας, όπως αυτή αντανακλάται στην πτωτική τάση του ΑΕΠ. Αξιοσημείωτο είναι ότι αν και την περίοδο 2008- 2016, ο λόγος Μ₀/ΑΕΠ από 6,7% αυξήθηκε σε 17,1%, εντούτοις η ελληνική οικονομία κατακρημνίζεται στο βάραθρο της ύφεσης. Γιατί όμως μετά το 2008 αυξάνεται η προσφορά χρήματος Μ0 σε συνθήκες παρατεταμένης ύφεσης της εθνικής μας οικονομίας; Κεφαλαιώδες ερώτημα που θα μας απασχολήσει σε μια από τις επόμενες επιφυλλίδες μας.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης