Τζανακόπουλος: Πάρα πολλές οι πιθανότητες για θετική συμφωνία στο Εurogroup

«Στόχος η άμεση επιστροφή στις αγορές χρήματος»

Την θέση ότι η κυβέρνηση εργάζεται για συνολική και καθαρή λύση με στόχο την άμεση επιστροφή στις αγορές χρήματος, διατύπωσε  ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος καλώντας τους δανειστές να «πάρουν τώρα αποφάσεις».

Όπως δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος: «στο eurogroup της 22ας Μαίου μας παρουσιάστηκε μια πρόταση που δεν έγινε αποδεκτή, δεν έδινε οριστική λύση που θα εγγυόταν την ανάπτυξη της οικονομίας, προσδιόρισε το eurogroup της 15ης Ιουνίου. Θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν να βοηθήσουμε το διάλογο. Εμείς δεν πρόκειται να πάρουμε ό,τι μας δώσουν».

Οι τρεις προϋποθέσεις για καθαρή λύση

Μιλώντας δε, για τις προυποθέσεις για καθαρή λύση είπε οτι θα «πρέπει να προσδιορίζει με μεγαλύτερη σαφήνεια τα μεσοπρόθεσμα μέτρα. Δεύτερον τα μέτρα αυτά θα πρέπει να δίνουν τη δυνατότητα για θετικές μελέτες βιωσιμότητας, τρίτον να προσδιορίζονται συγκεριμένες παρεμβάσεις που θα ενισχύουν την ανάπτυξη».

Σχολιάζοντας δε, τη στάση του Ταμείου, είπε πως «το ΔΝΤ υπήρξε εξαιρετικά πιεστικό σε ό,τι αφορά στις απαιτήσεις του για μεταρρυθμίσεις», και συνέχισε λέγοντας ότι « η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε μία πλήρως ανεξάρτητη έκθεση χρέους. Τα κριτήρια της οριστικής λύσης είναι ο σαφής προσδιορισμός μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος».

«Η απόφαση της ΕΚΤ δεν μπορεί να προεξοφληθεί από καμία απόφαση του eurogroup»

Αναφερθείς στο θέμα της ποσοτικής χαλάρωσης, ο κ. Τζανακόπουλος είπε πως “η ΕΚΤ είναι μια ανεξάρτητη αρχή της ευρωζώνης και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης σε αυτό αποσκοπεί. Επιζητούμε μία λύση η οποία θα δίνει τη δυνατότητα στο σύνολο των θεσμών να κάνουν θετικές μελέτες βιωσιμότητας για να χρησιμοποιήσει το τραπεζικό σύστημα την αυξημένη ρευστότητα. Ωστόσο αυτή η απόφαση δεν μπορεί να προεξοφληθεί από καμία απόφαση του   eurogroup”.

Η Εισαγωγική τοποθέτηση του υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου:

Κυρίες και Κύριοι,

Τα στοιχεία της ελληνικής οικονομίας που δόθηκαν λίγες μέρες πριν από την ΕΛΣΤΑΤ και παρά τις γνωστές δυσκολίες, αποδεικνύουν ότι η κατάσταση πόρρω απέχει από την εικόνα καταστροφής που εδώ  και περισσότερο από έναν χρόνο, επιχειρείται να καλλιεργηθεί τόσο από συστημικά μέσα ενημέρωσης, όσο και από την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας.

Το πρώτο τρίμηνο του 2017 έκλεισε τελικώς με μεγέθυνση 0,4%, ενώ και τα επιμέρους ποσοτικά στοιχεία δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει όλες τις δυνατότητες να επιστρέψει στην ανάπτυξη με σταθερούς και βιώσιμους όρους.

Συγκεκριμένα, έχει σημειωθεί αύξηση στην ιδιωτική κατανάλωση, αύξηση στο λιανικό εμπόριο, στις επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στη βιομηχανική παραγωγή. Επίσης, τον Απρίλιο σημειώθηκε ρεκόρ προσλήψεων 15ετίας, με πάνω από 92.000 προσλήψεις, ενώ πριν από λίγο η «ΕΡΓΑΝΗ» ανακοίνωσε ότι το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων για τον Μάιο του 2017 είναι θετικό κατά 89.000 περίπου νέες θέσεις εργασίας. Ενώ, συνολικά από το 2015, οι θέσεις εργασίας έχουν αυξηθεί κατά 220.000 χωρίς να υπολογίζεται το τελευταίο στοιχείο που έδωσε πριν από λίγο η «ΕΡΓΑΝΗ» στη δημοσιότητα.

Για να είμαι σαφής και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δεν ισχυρίζεται κανείς ότι τα θεμελιώδη προβλήματα της ελληνικής οικονομίας έχουν επιλυθεί, ούτε ότι η κατάσταση δεν εξακολουθεί να είναι εύθραυστη.

Αυτό που πρέπει όμως σε κάθε περίπτωση να τονιστεί είναι ότι διαφαίνεται πως οι δυνατότητες είναι πολύ μεγάλες. Και πάρα πολλά εξαρτώνται πλέον από τις αποφάσεις που θα παρθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τόσο για την ενίσχυση της ανάπτυξης στην Ελλάδα όσο και για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, το οποίο αποτελεί τον κύριο παράγοντα αβεβαιότητας, τόσο για τις αγορές χρήματος όσο και για τους υπόλοιπους επενδυτές.

Και είναι χρέος της Ευρώπης, τόσο των δανειστών μας όσο και των θεσμών, να πάρουν τώρα τις αναγκαίες αποφάσεις που θα εγγυώνται την αποκατάσταση της ευρωπαϊκής κανονικότητας στη χώρα μας.

Τις αποφάσεις που θα οδηγήσουν σε μια σταθερή και δυναμική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αλλά και την άμεση επιστροφή μας στις αγορές χρήματος.

 Διότι, πλέον, η αναπτυξιακή πορεία της Ελλάδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αποφάσεις αυτές και δεν υφίσταται κανένας απολύτως λόγος για μια νέα μετάθεση του ελληνικού προβλήματος. Υπάρχουν σήμερα όλες οι δυνατότητες, αλλά και οι προϋποθέσεις, για να γυρίσουμε οριστικά σελίδα και αυτή η ευκαιρία οφείλει να αξιοποιηθεί, όχι μόνο για το καλό της Ελλάδας, αλλά για το καλό ολόκληρης της Ευρώπης.

Η Ελλάδα, από τη δική της μεριά, έχει τηρήσει τα συμφωνηθέντα, ενώ τις επόμενες ημέρες θα ολοκληρωθούν και τα υπόλοιπα προαπαιτούμενα ώστε και τυπικά πλέον να κλείσει η αξιολόγηση στο προσεχές  Eurogroup, το οποίο οφείλει να επικεντρωθεί αποκλειστικά και μόνο στη συζήτηση για το ζήτημα του ελληνικού χρέους, καθώς και στις αναγκαίες παρεμβάσεις για την τόνωση της ανάπτυξης.

Από τη δική μας πλευρά, εξακολουθούμε να εργαζόμαστε για μία συνολική και καθαρή λύση, η οποία θα πρέπει να τηρεί τρεις βασικές αρχές:

1. Θα πρέπει να προσδιορίζει με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα ληφθούν για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μετά το τέλος του προγράμματος, ώστε οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας μας να μην υπερβαίνουν μεσοπρόθεσμα του 15% του ΑΕΠ.

2. Θα πρέπει τα μέτρα αυτά να δίνουν τη δυνατότητα σε όλους τους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, να προχωρήσουν σε θετικές μελέτες βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

3. Θα πρέπει να προσδιορίζονται συγκεκριμένες παρεμβάσεις που θα ενισχύουν την ανάπτυξη, πράγμα που το σύνολο των θεσμών, αλλά και των κρατών μελών της Ευρωζώνης αναγνωρίζουν ως αναγκαίο.

Και αυτή η τελευταία παράμετρος της συμφωνίας είναι εξαιρετικά σημαντική, διότι αποτελεί το κλειδί για να συγκλίνουν οι προβλέψεις όλων των θεσμών και να γεφυρωθούν οι διαφορές που προέκυψαν στο Eurogroup της 22ας Μαΐου, ενώ αποτελεί ένα από τα κεντρικά σημεία της τρέχουσας συζήτησης.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή