Το πρόγραμμα δεν ταιριάζει στην Ελλάδα

Υποτίθεται ότι μια ζωή, ένα από τα βασικά προβλήματα στον δημόσιο διάλογο αλλά και στην πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων ήταν ότι ακούγαμε πολλές κραυγές, ακόμη περισσότερους χαρακτηρισμούς, αλλά λιγότερες προτάσεις.
Ενώ, δηλαδή, σε άλλες χώρες –κυρίως της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης- η αντιπαράθεση γίνεται με προγραμματικούς όρους κυρίως, στην Ελλάδα τα πράγματα περιορίζονται σε συνθήματα, υποσχέσεις –που στην πλειονότητά τους μένουν απραγματοποίητες- και τη θεωρία του «ώριμου φρούτου» που πυροδοτεί εξελίξεις. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ, αμέσως μετά την ήττα του, τον Ιούλιο του 2019, υποσχέθηκε ότι θα κάνει τα πράγματα αλλιώς. Αλλιώς όχι μόνο σε σχέση με τους άλλους, αλλά και με τον παλιό εαυτό του, των αντιμνημονιακών χρόνων 2012-2015. Ο Αλέξης Τσίπρας, μάλιστα, διαρκώς επαναλάμβανε ότι «δε θα γίνει Μητσοτάκης» και αυτό εν πολλοίς φαίνεται σε όλα τα μεγάλα θέματα: από τη στάση που κράτησε η αξιωματική αντιπολίτευση στο πρώτο κύμα της πανδημίας ως την επιμονή της για διεξαγωγή διαλόγου με την Τουρκία. Μάλιστα, τις περισσότερες φορές, ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει και προτάσεις: για παράδειγμα, η πρόταση για «Ελσίνκι plus» που διατύπωσε δημοσίως ο Αλέξης Τσίπρας –δηλαδή για σύνδεση της αναβάθμισης της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε.-Τουρκίας με την υποχρέωση να παραμεμφθούν στη Χάγη οι διαφορές για ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα- είναι αξιοσημείωτη –και δεν είθισται να καταθέτουν τέτοιες προτάσεις κόμματα της αντιπολίτευσης, αν θυμηθεί κανείς ότι επί κυβέρνησης Τσίπρα, η ΝΔ φορούσε περικεφαλαίες και βουλευτές της δήλωναν ότι «εμπιστεύονται περισσότερο τον Ερντογάν από τον Τσίπρα». 

Επίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, πάλι δια του προέδρου  του, κατέθεσε προχθές και μία εξίσου ενδιαφέρουσα και εξαντλητικά αναλυτική, πρόταση για το πού θα πρέπει κατά την άποψή του να κατευθυνθούν τα θηριώδη κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης. Πρόκειται για το θέμα που θα μας απασχολήσει την επόμενη 5ετία. Πρόκειται, επί της ουσίας, για το τρένο που θα μας επιτρέψει, ως χώρα, να μπούμε στη νέα εποχή, επουλώνοντας τις πληγές των Μνημονίων και της πανδημίας. Με άλλα λόγια, το πώς και πού θα πάνε τα κονδύλια από το ταμείο ανάκαμψης θα έπρεπε να είναι το κύριο θέμα στη δημόσια σφαίρα. 

Κι όμως, αρχής γενομένης από την ίδια την κυβέρνηση, οι δύο προαναφερθείσες ενδιαφέρουσες –και σίγουρα άξιες συζήτησης και προβληματισμού- προτάσεις παρασιωπήθηκαν. Η κυβέρνηση δεν μπήκε καν στον κόπο να σχολιάσει, ούτε το «Ελσίνκι plus», ούτε το «Ελλάδα plus». Η δε συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ έκανε σαν να μην υπάρχει. Όλα αυτά, μάλιστα, ενόσω η κυβέρνηση έστειλε τις χιλιάδες σελίδες του δικού της σχεδίου για το ταμείο ανάκαμψης χωρίς καν να κάνει τον κόπο να ζητήσει προτάσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ή από τους κοινωνικούς φορείς. 

Είναι ίσως η πρώτη φορά που η αντιπολίτευση παρουσιάζει προτάσεις και η κυβέρνηση, μαζί με τα ΜΜΕ, κάνουν σαν να μην υπάρχουν αυτές οι προτάσεις. Όμως, σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά που στην Ελλάδα αποδεικνύεται ότι δεν μας ταιριάζει ο προγραμματικός διάλογος. 

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή