Τα POS αποκαλύπτουν το τεράστιο μέγεθος της ελληνικής παραοικονομίας
Eνα θέμα το οποίο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφορά την ανισοκατανομή του εθνικού μας εισοδήματος, που προκαλείται από τους αποκομίζοντες μεγάλα οικονομικά οφέλη από πράξεις διαφθοράς και άτομα που κινούνται στα κυκλώματα της άνομης παραοικονομίας. Στην ελληνική κοινωνία δια γυμνού οφθαλμού παρατηρείται η ύπαρξη ενός “δυαδικού οικονομικού συστήματος”. Στη μια πλευρά της “δυαδικής οικονομίας” είναι τα “υποζύγια” ήτοι μισθοσυντήρητοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, τίμιοι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και έντιμοι ελεύθεροι επαγγελματίες και στην άλλη βρίσκονται τα άτομα που δρουν στα κυκλώματα της παράνομης παραοικονομίας, όπως λαθρέμποροι, αρχαιοκάπηλοι, έμποροι λευκής σαρκός, μιζαδόροι του κομματικού-πολιτικού συστήματος εξουσίας, έμποροι ναρκωτικών, αετονύχηδες των θαλασσοδανείων, κ.λπ. Τα “υποζύγια” δραστηριοποιούνται στη νόμιμη, δηλαδή την υπέργεια οικονομία. Από την άλλη μεριά, οι έκνομα παραοικονομούντες δραστηριοποιούνται στην υπόγεια οικονομία, που με παράνομες και νομιμοφανείς οικονομικές συναλλαγές προσπορίζονται τεράστια εισοδήματα, τα οποία μετατρέπονται σε πολυτελείς βίλες, κότερα, πανάκριβα κοσμήματα, έκλυτο βίο, κ.λπ.
Ένα στατιστικό στοιχείο που πιστοποιεί την πελώρια άνομη παραοικονομία στη χώρα μας, είναι ότι με κριτήριο τη μέθοδο της δαπάνης η ιδιωτική κατανάλωση αποτελεί τουλάχιστον το 75% του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) της ελληνικής οικονομίας, όταν στο σύνολο της Ευρωζώνης (19 χώρες) ο λόγος ιδιωτική κατανάλωση/ΑΕΠ είναι γύρω στο 60%. Αυτή η στατιστική παρατήρηση αποκαλύπτει τον υπερμεγέθη καταναλωτισμό της ελληνικής κοινωνίας. Καταναλωτισμός που κυρίως αποδίδεται στο γεγονός, ότι, σημαντικό μέρος των παράνομων εισοδημάτων της εγχώριας παραοικονομίας προορίζεται σε καταναλωτικούς και όχι επενδυτικούς σκοπούς. Αν και το επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας είναι σαφώς χαμηλότερο από τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, ωστόσο λόγω της ευτραφούς παραοικονομίας διαπιστούται ότι ο τριτογενής τομέας της ελληνικής οικονομίας είναι τεράστιος και η ιδιωτική κατανάλωση εντυπωσιακά υψηλή. Όταν η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται για τον πολύ υψηλό καταναλωτισμό της, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου είναι σχεδόν ανύπαρκτες, ο δευτερογενής τομέας της βιομηχανίας έχει επικίνδυνα συρρικνωθεί, η διαφθορά και η άνομη παραοικονομία ζουν και βασιλεύουν και μάλιστα σε συνθήκες συνεχούς αύξησης του δημοσίου χρέους, τότε ποιοι είναι οι παράγοντες που εκπέμπουν ελπιδοφόρα μηνύματα για ένα καλύτερο αύριο σε αυτόν τον δύσμοιρο τόπο;
Σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, το 2016 ο αριθμός των “τερματικών αποδοχής καρτών”, ευρέως γνωστά και ως POS, εκτιμάται σε 290.000 έναντι 80.000 το 2014. Παράγοντες του τραπεζικού χώρου προβλέπουν ότι το 2016 ο αριθμός των POS θα προσεγγίσει τις 460.000 συσκευές. Αξιοσημείωτο είναι ότι από τις αρχές Ιουλίου του 2015, που εφαρμόστηκε ο “έλεγχος κεφαλαίων” (capital controls) στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, η αύξηση της χρήσης των POS από επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα είναι ραγδαία. Λαμβάνοντας υπόψη την πελώρια έκνομη παραοικονομία που υπάρχει στη χώρα μας και τη ροπή των παραοικονομούντων στον καταναλωτισμό, προκύπτει ότι η διεύρυνση της χρήσης των συσκευών POS, θα συμβάλλει στην αύξηση των κρατικών εσόδων από άμεσους και κυρίως έμμεσους φόρους. Αν αναλογιστούμε ότι κατά την διάρκεια του 2016, οι συναλλαγές των πολιτών με την χρήση πλαστικού χρήματος (πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες) σε συσκευές POS έφτασαν τα 17 δις ευρώ, καθίσταται σαφές ότι τα εισοδήματα που παράγονται στα κυκλώματα της παραοικονομίας είναι σημαντικά και στην πλειονότητά τους κατευθύνονται σε καταναλωτικούς σκοπούς. Άρα, η διεύρυνση της χρήσης των POS αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερο τις μεγάλες διαστάσεις της παραοικονομίας στη χώρα μας, παρέχοντας έτσι ένα αποτελεσματικό όπλο στο κράτος να αυξάνει τα έσοδά του από έμμεσους και άμεσους φόρους.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης