Στο αστρονομικό ποσό των 36,4 δις ευρώ υπολογίζεται η ζημιά που έχει υποστεί το Ελληνικό Δημόσιο από την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών! Στην έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Ε.Ε, περιγράφεται η «λύση» που δόθηκε με το β’ μνημόνιο, με το οποίο διατέθηκαν σημαντικά κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών χωρίς όμως να διασφαλίζεται αποτελεσματικά ο έλεγχος των ιδιωτικών διοικήσεων τους.
Σύμφωνα με την έκθεση, τον Δεκέμβριο του 2016 το Δημόσιο είχε ήδη διαθέσει περί τα 45,4 δις ευρώ για τις τράπεζες Από αυτό το ποσό, με το οποίο επιβαρύνθηκαν οι φορολογούμενοι, το κράτος, θα μπορούσε να ανακτήσει στην καλύτερη περίπτωση μόνο τα 8,9 δις ευρώ! Πρακτικά τα υπόλοιπα 36,4 δις ευρώ, λογίζονται πλέον ως «ζημιά».
Ποσό, που δανείστηκε το Δημόσιο κατά τη διάρκεια των τριών μνημονίων, και διατέθηκαν, στις τράπεζες για την ανακεφαλαιοποίηση τους. Ακόμα 13,5 δις ευρώ διατέθηκαν για την εκκαθάριση των υπολοίπων τραπεζών που έκλεισαν ή απορροφήθηκαν από τις τέσσερεις συστημικές.
Από το προϊόν της εκκαθάρισης ή από την πώληση μετοχών συστημικών τραπεζών, το κράτος έχει εισπράξει μόλις 3,2 δις ευρώ. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορεί να εισπράξει ακόμη άλλα 5,7 δις, τα οποία εκκρεμούν για να φτάσει τα 8,9 δις ευρώ.
Εκτός από τα μεγάλα ποσά με τα οπία επιβαρύνθηκαν οι φορολογούμενοι, οι αναλυτές επισημαίνουν ότι οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν για τις τράπεζες, δεν είχαν εστιαστεί επαρκώς σε ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης, αλλά και εποπτείας του τραπεζικού συστήματος από τις εθνικές αρχές κυρίως στις μικρότερες τράπεζες.
Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από τα κλιμάκια της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) και του εποπτικού βραχίονα (SSM) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σε έλεγχο που πραγματοποίησαν σε μία από τις ελληνικές τράπεζες, δείχνουν σοβαρότατες ελλείψεις τόσο στην εταιρική διακυβέρνηση όσο και στις πρακτικές που εφαρμόζονταν στη χορήγηση δανείων, αλλά και στον έλεγχο του κινδύνου που επιφύλασσαν για την τράπεζα.
Ειδικά με το β’ ελληνικό πρόγραμμα, επισημαίνεται ότι διατέθηκαν μεγάλα κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών χωρίς όμως να διασφαλίζεται ο έλεγχος των ιδιωτικών διοικήσεων. Κάτι το οποίο δεν είναι η συνήθης διεθνής πρακτική.
Παράλληλα οι αλλαγές στην μετοχική σύνθεση των ελληνικών τραπεζών το 2013 οδήγησαν σχεδόν στην πλήρη κρατικοποίηση τους, χωρίς όμως να γίνουν και οι ανάλογες αλλαγές και στη σύνθεση των διοικητικών τους
Αυτό σημαίνει, ότι ενώ οι φορολογούμενοι ανέλαβαν όλα τα βάρη, ο έλεγχος των τραπεζών αυτών παρέμεινε στα χέρια των παλαιών μετόχων.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) το οποίο συστάθηκε για αυτό το σκοπό, δεν είχε τη δικαιοδοσία να ελέγξει τις διοικήσεις τόσο για την ανεξαρτησία τους, ούτε για την εμπειρία ή τη φήμη τους.
Η αξιολόγηση των διοικήσεων ήταν ένα θέμα το οποίο απασχόλησε το γ’ μνημόνιο, με αποτέλεσμα το ΤΧΣ να αξιολογεί πλέον και τις επιδόσεις τους.
Από το Ελεγκτικό Συνέδριο αναγνωρίζεται ότι τα κριτήρια που θεσπίστηκαν με το τρίτο πρόγραμμα, σχετικά με το ποιοι θα μπορούσαν να συμμετέχουν στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών ήταν αρκετά αυστηρά, αποκλείοντας πλήθος στελεχών, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε μία καλύτερη αντίληψη της πραγματικότητας.