Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν εκφράζονται μόνο από τον Νετανιάχου. Και άλλοι ισραηλινοί πολιτικοί και μέσα ενημέρωσης της χώρας, όπως παρατηρεί το Associated Press, προχωρούν συχνά σε ταύτιση της κριτικής που δέχεται το Ισραήλ με τον αντισημιτισμό και υπενθυμίζουν τις διώξεις των Εβραίων, το Ολοκαύτωμα και άλλες μαύρες σελίδες της σύγχρονης ιστορίας. Πολλοί στο Ισραήλ θεωρούν το κύμα κριτικής ως μέρος ενός παγκόσμιου αντισημιτικού κινήματος. Κάνουν επίσης λόγο για υποκρισία, κατηγορώντας τους επικριτές του Ισραήλ για υπερβολική εστίαση στον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας, την ώρα που άλλες αιματηρές συγκρούσεις βρίσκονται στο σκοτάδι.
«Είναι καθήκον του Νετανιάχου να καταδικάσει τον αντισημιτισμό ως πρωθυπουργός του Ισραήλ και ως επικεφαλής μιας χώρας που θεωρεί τον εαυτό της υπεύθυνο για τον παγκόσμιο Εβραϊσμό», ανέφερε ο Μόσε Κλουγκχαφτ, πρώην σύμβουλος του πρωθυπουργού του Ισραήλ. Όταν ο Νετανιάχου εξαπολύει τις κατηγορίες για αντισημιτισμό το κάνει έχοντας κατά νου την ισραηλινή κοινή γνώμη, σημείωσε ο Ρουβέν Χαζάν, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ.
Ο Χαζάν, μιλώντας στο Associated Press, υπογράμμισε για παράδειγμα πως ο Νετανιάχου προσπάθησε να αξιοποιήσει τις διαμαρτυρίες στις πανεπιστημιουπόλεις των ΗΠΑ για να συσπειρώσει τους ισραηλινούς γύρω του, σε μια περίοδο που η δημόσια υποστήριξη προς το πρόσωπό του έχει πάρει τον κατήφορο. Με αυτόν τον τρόπο επιχειρεί να «αποτινάξει τις ευθύνες από πάνω του, αποδίδοντας τα όποια λάθη όχι στην πολιτική του, αλλά σε έναν γενικό αντισημιτισμό». «Αυτή η αφήγηση τον ωφελεί πολύ», σημείωσε ο Χαζάν.
Ο Σμούελ Ρόσνερ, ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Πολιτικής Εβραίων Λαού, δεν συμφωνεί πως αυτή η πρακτική τελικά ωφελεί τόσο πολύ τον Νετανιάχου και για την ενίσχυση της άποψής του δείχνει την ολοένα και εντονότερη κριτική που δέχεται η χώρα το τελευταίο διάστημα. Υπογραμμίζει επίσης πως με την κατάχρηση του «αντισημιτισμού» το μόνο που επιτυγχάνεται είναι να περιορίζεται η βαρύτητά του και σταδιακά να απαξιώνεται. «Θα ήμουν πιο προσεκτικός σε σχέση με την ισραηλινή κυβέρνηση όσον αφορά στο ποιους ανθρώπου και ποιους θεσμούς και οργανισμούς αποδίδω τον χαρακτηρισμό “αντισημιτικός”» τόνισε.
Ο Νετανιάχου εξελίσσεται σε «κίνδυνο για τη χώρα του»
Η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt σε δικό της δημοσίευμα ασκεί δριμεία κριτική στον Μπενιαμίν Νετανιάχου, τονίζοντας πως «εξελίσσεται σε κίνδυνο για την ίδια του τη χώρα». «Σπανίως οι πόλεμοι διεξάγονται βάσει σχεδίου. Όποιος όμως δεν έχει κανένα απολύτως σχέδιο, δεν είναι σε θέση και να κερδίσει έναν πόλεμο. Αυτό ακριβώς κινδυνεύει να πάθει και το Ισραήλ στη Γάζα. Και το γεγονός αυτό οφείλεται λιγότερο στον στρατό και περισσότερο σε έναν άνδρα: τον Νετανιάχου», αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Αν και οι πιέσεις από τη διεθνή κοινότητα αυξάνονται διαρκώς, «ο Νετανιάχου δεν αλλάζει πορεία. […] Και μέχρι στιγμής δεν πετυχαίνει και κανέναν από τους στόχους του: ούτε η Χαμάς έχει ηττηθεί, ούτε και έχει καταφέρει το Ισραήλ να απελευθερώσει τους περισσότερους από 120 ομήρους που κρατούν οι εξτρεμιστές. […] Ο πόλεμος εναντίον της Χαμάς διαρκεί πλέον περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο πόλεμο στα 76 χρόνια ιστορίας του Ισραήλ. Και η τραγωδία για τους Ισραηλινούς είναι πως έχουν γίνει όμηροι ενός πολιτικού, που δεν έχει το ανάστημα να σταθεί στις πιο δύσκολες στιγμές. Διότι ο Νετανιάχου δεν είναι πρόθυμος να βάλει το μέλλον του έθνους πάνω από το δικό του», υπογραμμίζει η Handelsblatt.
Ανάλογη κριτική έκανε σε πρόσφατο δημοσίευμά του και το Foreign Policy, υπογραμμίζοντας πως το Ισραήλ κινδυνεύει να μετατραπεί σε έναν «διεθνή παρία». «Το Ισραήλ», κατέληγε το Foreign Policy, «έχει τη δυνατότητα να αντιστρέψει την πορεία απομόνωσης», ωστόσο «η σημερινή ισραηλινή κυβέρνηση δεν έχει ούτε τη βούληση ούτε την ικανότητα να το κάνει. Η ακροδεξιά δίνει τον τόνο για μεγάλο μέρος της πολιτικής. Για αυτούς τους ακροδεξιούς ηγέτες, το Ισραήλ δεν πρέπει να χάνει χρόνο ανησυχώντας για το τι πιστεύει ο κόσμος […] Χωρίς αλλαγή κυβέρνησης, το Ισραήλ μπορεί πράγματι να είναι καθ’ οδόν προς το “καθεστώς παρία”».