Πρόστιμο 150 εκατ. δολάρια για Credit Suisse και Barclays!

Πρόστιμο για παράνομα κέρδη θα πληρώσουν οι δύο τραπεζική κολοσσοί, Credit Suisse Group και Barclays. Αυτές τις ημέρες, ολοκληρώνονται οι διαπραγματεύσεις για να κλείσει η υπόθεση με διακανονισμό ανάμεσα στις εταιρείες και τον γραφείο του γενικού Εισαγγελέα της Νέας Υόρκης, με «λογαριασμό» 150 εκατ. δολάρια ή 138.5 εκατ. ευρώ. Αν και η επίσημη ανακοίνωση αναμένεται να εκδοθεί άμεσα, σύμφωνα με πληροφορίες, η διαπραγμάτευση βρίσκεται στο τέλος της και οι τρεις πλευρές, βρίσκονται κοντά σε συμφωνία για να πληρώσουν οι τράπεζες, αθροιστικά, τα 150 εκατ. δολάρια. Η υπόθεση ζωντάνεψε, μετά την έρευνα που διεξήχθη από τις αρχές, στα «dark pools» των δύο ιδρυμάτων.
Η ολοκλήρωση αυτής της συμφωνίας, έχει ιστορική και νομική σημασία, καθώς θα αποτελούν τον μεγαλύτερο και τον δεύτερο μεγαλύτερο διακανονισμό για «dark pools» στην ιστορία, δημιουργώντας και την βάση για ανάλογη συμφωνία σε μελλοντικές υποθέσεις. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η Credit Suisse θα καταβάλει συνολικά περίπου 85 και 30 εκατ. σε SEC και Γενικό Εισαγγελέα Νέας Υόρκης, αντίστοιχα και 24,3 εκατ. δολάρια σε κέρδη που αποκτήθηκαν παράνομα. Από την πλευρά της η Barclays θα πληρώσει συνολικά, περί τα 60 εκατ. δολάρια.
Τι είναι τα «dark pools»
Τα «dark pools» είναι οι ιδιωτικά ελεγχόμενες πλατφόρμες συναλλαγών μετοχών. Σύμφωνα με ειδικούς, τα τελευταία χρόνια, έχουν μπει στο μικροσκόπιο των αρχών, καθώς τόσο οι αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές, όσο και άλλοι συμμετέχοντες της αγοράς θεωρούν πως οι χώροι αυτοί προσφέρουν πλεονέκτημα στους επαγγελματίες χρηματιστές, εις βάρος των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών.
Το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών αυτών, εκπροσωπούν μεγάλες συναλλαγές με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που προσφέρονται από δημόσια χρηματιστήρια με τέτοιο τρόπο, ώστε να παραμένουν εμπιστευτικές και εκτός των ορίων του επενδυτικού κοινού. Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα για τους θεσμικούς επενδυτές κατά τη χρήση «dark pools» είναι ότι μπορούν να προβούν στην αγορά ή την πώληση μεγάλων πακέτων μετοχών – τίτλων, χωρίς να γίνεται ευρέως γνωστό και χωρίς να επηρεάζει την τιμή της αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένοι από τους συμμετέχοντες στην αγορά βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, δεδομένου ότι δεν μπορούν να δουν τις συναλλαγές πριν εκτελεσθούν. Άρα, οι τιμές που συμφωνήθηκαν από τους συμμετέχοντες, στα «dark pools» είναι «κρυφές» μέχρι να ανακοινωθεί η αγοραπωλησία και δημιουργείται ένα καθεστώς αδιαφάνειας.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης