Όμως, η πιο ωφέλιμη χρήση – δηλαδή του να προετοιμάζεται κανείς για το πώς θα είναι το αύριο, αλλά και να σταθμίζει την ίδια του την ψήφο, που τόσο συχνά “υπό Ελληνικές συνθήκες” έχει ρηχά συναισθηματικό ή πάλι τιμωρητικό/αρνητικό στοιχείο – προϋποθέτει το να συνειδητοποιεί κανείς πώς λειτουργούν οι δημοσκοπήσεις. Και πώς…. δεν λειτουργούν. Δηλαδή τί κάνουν, τι προσφέρουν και τι δεν μπορούν να προσφέρουν.
Λοιπόν: οι δημοσκοπήσεις “δεν είναι προβλεπτικό εργαλείο”. Αν κάτι, δείχνουν την τάση. Δεν μπορούν, δεν μπορούν με τίποτε να σου πουν “τι θα βγάλει η κάλπη”. Όταν, επιπλέον, έχουν όπως σήμερα ένα 11%-20% αναποφάσιστους, και την ίδια στιγμή οι διαφορές στην κορυφή είναι της τάξεως του 1%, είναι φανερό ότι οι ενθουσιώδεις (οπαδικές που λέγαμε…) ερμηνείες για το βράδυ των εκλογών μόνο σοβαρότητα δεν κουβαλάνε. Πέραν τούτου: συνεχώς υπενθυμίζουν οι καημένοι οι δημοσκόποι πως υπάρχει στην δουλειά τους το διαβόητο “περιθώριο σφάλματος” κάπου στο 3%. Αυτό θα πει ότι τα ευρήματά τους έχουν μια 90%-95% πιθανότητα να είναι σωστά αλλά μπορεί να έχουν ένα 3% απόκλιση: υπό τις τωρινές συνθήκες, στην κορυφή το ποιος θάναι πρώτος και ποιος δεύτερος συνεχίζει (και κινδυνεύει να συνεχίζει…) να παίζεται μέχρι την νύχτα των εκλογών! Αλλά και στην διαβόητη τρίτη/τέταρτη θέση το πράγμα παίζεται ακόμη περισσότερο. Και στον πάτο (εκεί που, κι αυτή την φορά, καταγράφονται οι ΑΝΕΛ) η είσοδος ή μη στην Βουλή θα κρίνεται.
Πάμε παρακάτω: αφήνουμε εντελως στην άκρια την υπόνοια για “πειραγμένες” δημοσκοπήσεις, καθώς και εκείνες που θεωρούνται “μυστικές των κομμάτων” ή/και “των πρεσβειών”. Αυτά είναι θέματα της πολιτικής μυθοπλασίας που δεν αξίζει να τα ορθολογικοποιεί κανείς, και που απλώς βοηθούν όσους το επιθυμούν να αισθάνονται σπουδαίοι (επειδή έχουν πρόσβαση στα μυστικά). Όμως, π.χ. είναι πραγματικότητα ότι και τις εκλογές του 2012 αλλά και – το κυριότερο – στην τελική ευθεία προς το δημοψήφισμα του 2015, οι δημοσκοπήσεις έπεσαν έξω. Είναι επίσης πραγματικότητα ότι, ετούτη την φορά, λόγω ενδειας των εφημερίδων, των καναλιών (και των κομμάτων), οι δημοσκοπήσεις είναι τηλεφωνικές, όχι με κάλπη. Οπότε; Οπότε ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο ρωτάνε π.χ. την ΛΑ.Ε. έχει αδυναμία. Χώρια που κυρίως χρησιμοποιούνται κοινές τηλεφωνικές γραμμές (όχι δηλαδή κινητά) για να ερωτώνται, οπότε εγκαθίσταται στρέβλωση στο δείγμα.
Όλα αυτά γνωστά και αναμασημένα, όμως ετούτη την φορά πρέπει να τα έχουμε στο μυαλό μας. Καθώς και το κυριότερο: μέχρι στιγμής στην ΝΔ που αναδύθηκε έχει επιτευχθεί συσπείρωση 70-75%, ενώ στον ΣΥΡΙΖΑ είναι στο 50-52%. (Δηλαδή; Δηλαδή είτε ο ΣΥΡΙΖΑ θα πέσει σαν βαρίδι, είτε η συσπείρωση θα τον ανεβάσει αισθητά). Πάντως η ειδική ποιότητα της τωρινής “επόμενης μέρας” καθιστά ένα άλλο εύρημα των δημοσκοπήσεων σημαντικό – αλλά εκείνο θέλει ακόμη μεγαλύτερη προσοχή. Μεγάλη υπεροχή διαπιστώνεται στην προτίμηση του κοινού για κυβερνητικά σχήματα συνεργασίας, είτε τύπου Οικουμενικής είτε Μεγάλου Συνασπισμού (ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ ή ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ), είτε πλειονοκομματικής. Ωραία! Όμως αυτό δεν λέει τίποτε – μα τίποτε! – για το ποιον των ανθρώπων που στελεχώνουν ένα τέτοιο σχήμα. Ενώ ολα εκεί παίζονται. όχι στο πόσα, άντε και ποια χαρτοφυλάκια θα λάβει το Α ή το Β ή το Γ κόμμα. Αλλά τι λογής άνθρωποι θα τα κουβαλήσουν. Στην ακραίας δυσκολίας 5μηνη, 6μηνη ή 9μηνη περίοδο μετά την 21η Σεπτεμβρίου. Εδώ, οι δημοσκοπήσεις είναι ολότελα μουγκές.