Την έλλειψη ή µαταίωση µεταρρυθµιστικών δράσεων, επικαλούνται όσοι προπαγάνδιζαν υπέρ των Μνηµονίων, εν Ελλάδι («ευλογία» τα είχε χαρακτηρίσει κάποιος) ως επιχείρηµα, ότι, εν τέλει, δεν έφταιγε το «φάρµακο» ή, έστω, η «δοσολογία» του, αλλά ο ίδιος ο «ασθενής», που δεν επιθυµούσε την «ίασή» του.
Βέβαια, ακόµη εκκρεµεί η αποσαφήνιση του τι εννοεί ο καθείς, µε τον όρο «µεταρρύθµιση». Γιατί για κάποιους, ο όρος περιγράφεται ως καµουφλάζ, για παρεµβάσεις, όπως οι τυφλές απολύσεις και η συνολική συρρίκνωση του Δηµοσίου, η απορρύθµιση των εργασιακών σχέσεων ή η εκποίηση δηµόσιου πλούτου. Αλλά και εκεί, όπου ο όρος αποσυνδέεται από όποια πολιτικά και ιδεολογικά συµφραζόµενα, έρχεται η απάντηση, «πληρωµένη» θα λέγαµε, από τον διεθνούς φήµης οικονοµολόγο, πρώην στέλεχος του Διεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου, τον Ασόκα Μόντι. Στη συνέντευξή του, στην «Κυριακάτικη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», στοιχεία της οποίας επικαλεστήκαµε και στο προχθεσινό µας φύλλο, ο κ. Μόντι απαντά και γι’ αυτό το µύθευµα, επισηµαίνοντας το προφανές, ότι, δηλαδή, σε συνθήκες δηµοσιονοµικής ασφυξίας, συντελείται κατάρρευση και του όποιου εναποµείναντος παραγωγικού δυναµικού, άρα και υπονόµευση της όποιας, οσοδήποτε αναγκαίας και αυθεντικής, µεταρρυθµιστικής προοπτικής. «Αναµφίβολα, σηµειώνει ο κ. Μόντι, όταν µια οικονοµία βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, γίνεται πολύ δύσκολο να δηµιουργηθούν οι πολιτικές συνθήκες για την υλοποίηση σύνθετων, µακροπρόθεσµων διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων».
Αλλά και για το θέµα της αγοράς εργασίας, σε αντίθεση µε την επικρατούσα, νεοφιλελεύθερης κοπής, άποψη, ο κ. Μόντι, ως ουδέτερος και ψύχραιµος τεχνοκράτης και όχι ως κάποιος «ιδεοληπτικός» υποστηρίζει ότι η αποδυνάµωση των εργαζοµένων, ως συλλογικού υποκειµένου, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για την αύξηση της παραγωγικότητας, σύµφωνα µε το κυρίαρχο ιδεολόγηµα.
Επικαλείται µάλιστα πολλές µελέτες, εντός Ταµείου, που καταδείκνυαν το εντελώς αντίθετο, ότι, δηλαδή, η µείωση των µισθών, η συνολική υποβάθµιση του κόσµου της εργασίας, όπως και, γενικότερα, η επιβολή µιας ανελέητης λιτότητας, δεν αποτελούν εντέλει, τις ενδεδειγµένες µεθόδους, σε συνθήκες οξείας οικονοµικής κρίσης, αλλά, µάλλον οδηγούν στο αντίθετο αποτέλεσµα. Για να επικαλεστούµε δε ένα παράδειγµα, από το πεδίο της ιατρικής, σε έναν ασθενή µε ισχυαλγία, δε συστήνεται η σωµατική άσκηση, στην οξεία φάση της πάθησης. Κι όµως αυτό επέβαλε το Διεθνές Νοµισµατικό Ταµείο, αγνοώντας ακόµη και τις δικές του µελέτες.
ΛΕΥΤ. ΚΑΝΑΣ