Στο περιβάλλον μη αυτοδυναμίας που έχουμε μπει από το 2012 και εξής, είθισται οι
«μεγάλοι» να «κρέμονται» από τους «μικρούς» για να διασφαλιστεί η διακυβέρνηση
της χώρας και η πολιτική σταθερότητα. Στο πλαίσιο αυτό, στις προεκλογικές περιόδους,
όλα τα λεγόμενα «μικρά» κόμματα προφανώς και δεν έχουν κανέναν λόγο να
δεσμευθούν εκ των υστέρων με ποιον και υπό ποιους όρους θα συνεργαστούν.
Γιατί,
όπως έχει πολλάκις αποδείξει η ζωή, όποιος «μικρός» προεξοφλήσει τη συνεργασία
του με τον νικητή των εκλογών, απλώς «στέλνει» τους ψηφοφόρους του σε αυτόν
προκαταβολικά. Σε κανέναν δεν αρέσουν οι ενδιάμεσοι σταθμοί, τα πλατύσκαλα και οι
τεθλασμένες γραμμές. Ακόμη, όμως κι όσα κόμματα δεν θέλουν να κρύψουν μία
σχετική «διαθεσιμότητα» για συνεργασία, θέτουν κόκκινες γραμμές, επιδιώκουν να
δείξουν ότι θα είναι κυρίαρχα στο διαπραγματευτικό παιχνίδι, ότι θα προσπαθήσουν
να επιβάλουν τους όρους τους.
Η Φώφη Γεννηματά κάπως έτσι το πήγαινε το έργο έως πριν μία εβδομάδα. Ζητούσε τη
«τρίτη εντολή», άφηνε να εννοηθεί ότι η ίδια θα θέσει στον πρώτο των εκλογών όρους
και προϋποθέσεις συνεργασίας αξιοποιώντας την δική της διερευνητική εντολή και,
ταυτοχρόνως, στελέχη της διερωτώντο δημοσίως: «γιατί όχι η Φώφη πρωθυπουργός»;
Oμως, όλα αυτά άλλαξαν σε μερικές ημέρες. Από την «τρίτη εντολή», η Φώφη
Γεννηματά μετακινήθηκε με ορμή στην ωμή, απερίφραστη και απροσχημάτιστη
προαναγγελία συνεργασίας με τη ΝΔ. Το κεντρικό πολιτικό μήνυμα του Κινήματος
Αλλαγής είναι ότι θα παράσχει ψήφο ανοχής σε μία κυβέρνηση ΝΔ, καθώς
αυτοπαρουσιάζεται ως «δύναμη σταθερότητας», με την ηγεσία του να «εγγυάται» πως
«δε θα αφήσει τη χώρα ακυβέρνητη» και πως «θα δώσει λύσεις από τις θέσεις της
υπεύθυνης αντιπολίτευσης». Ως γνωστόν, λοιπόν, ένας τρόπος υπάρχει να «εγγυηθεί
τη σταθερότητα» κάποιος «από τις θέσεις της υπεύθυνης αντιπολίτευσης»: η ψήφος
ανοχής.
Πάει η διαπραγμάτευση, πάει η τρίτη εντολή, πάνε οι προγραμματικές δεσμεύσεις,
πάνε οι «κόκκινες γραμμές». Το μόνο στο οποίο καλεί η Φώφη Γεννηματά τον Κυριάκο
Μητσοτάκη είναι να συμπράξουν στην κατάργηση της απλής αναλογικής. Δηλαδή, η
Φώφη Γεννηματά καλεί τον πρόεδρο της ΝΔ να… πραγματοποιήσει το μεγαλύτερο
όνειρό του: να διατηρήσει ένα σύστημα ενισχυμένης αναλογικής, με «μπόνους» στο
πρώτο. Από αυτά τα «αυτοδύναμα», που μας οδήγησαν στην κρίση.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όμως, δεν αισθάνεται την ανάγκη να την ευχαριστήσει για
όλα αυτά. Αντιθέτως, προσπαθεί να συμπιέσει κι άλλο το Κίνημα Αλλαγής με την
«κούφια» απειλή περί νέων εκλογών τον Δεκαπενταύγουστο, αν η ΝΔ δεν έρθει
αυτοδύναμη. Ταυτοχρόνως, μέσω κεντρικών του στελεχών, η ΝΔ απορρίπτει την
πρόταση του Κινήματος Αλλαγής για «ψήφο ανοχής», με το επιχείρημα ότι «η χώρα δεν
μπορεί να κυβερνηθεί με ψήφο ανοχής».
Και κάπως έτσι, το κόμμα της Φώφης Γεννηματά εμφανίζεται στην κοινή γνώμη σχεδόν
να εκλιπαρεί τη ΝΔ να δεχθεί την ψήφο ανοχής του, για να εισπράξει την αρνητική
απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Βεβαίως, τίποτα απ’ όλα αυτά δε θα ίσχυε αν η
Φώφη Γεννηματά είχε συμβάλει στην εξεύρεση 200 ψήφων υπέρ της απλής
αναλογικής, πριν δύο περίπου χρόνια. Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, το Κίνημα Αλλαγής
τώρα κοιμάται εκεί που έστρωσε. Και αν κρίνει κανείς από την υπεροπτική
συμπεριφορά του προέδρου της ΝΔ, τα χειρότερα για την Χαριλάου Τρικούπη είναι
μπροστά της. Και είναι μπροστά της όχι σαν μία αναπόδραστη συμφορά, αλλά ως μία
δίκαιη και απολύτως εύλογη τιμωρία.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ