Η προσωπική ανάγκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για την
εξασφάλιση της λεγόμενης «προεδρικής πλειοψηφίας», των 180
βουλευτών, για τη μεταπήδηση του στην Προεδρία της Δημοκρατίας,
άνοιξε το δρόμο για την ένταξη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην τότε
κοινοβουλευτική πλειοψηφία και το κόμμα της δεξιάς.
Την άνοιξη του 1978, με καθυστέρηση τεσσάρων περίπου ετών, ο
«αρχιτέκτονας της αποστασίας» επέστρεφε θεαματικά στο κέντρο της
πολιτικής σκηνής, αφού, ταυτόχρονα ανέλαβε και το κορυφαίο, σ’
εκείνη την εποχή, υπουργείο Συντονισμού, έχοντας μάλιστα στο πλευρό
του, ως βασική του συνεργάτιδα, την κόρη του Ντόρα Μπακογιάννη.
Για χάρη του μάλιστα, όπως και του μέχρι τότε βουλευτή της ΕΔΗΚ
Αθανάσιου Κανελλόπουλου, που ανέλαβε υπουργός Οικονομικών,
υποβαθμίστηκαν σημαίνοντα στελέχη της συντηρητικής παράταξης,
όπως ο Γιάννης Μπούτος.
Από τη στιγμή εκείνη ίσχυσε η περίφημη φράση του Κώστα Βουτσά:
«Τώρα τρούπωσα».
Όπως αποκάλυψε σε μεταγενέστερο χρόνο ο ίδιος, είχε στο νου του να
διεκδικήσει την ηγεσία της δεξιάς, αμέσως μετά την αποχώρηση του
Κωνσταντίνου Καραμανλή και τη μετακίνηση του στο διπλανό κτίριο της
Ηρώδου Αττικού.
Ο «πατριάρχης» της δεξιάς τον απέτρεψε, με το επιχείρημα ότι δεν ήταν
ώριμα τα πράγματα. Μετά όμως τις, μεταβατικού χαρακτήρα, ηγεσίες
των ιστορικών στελεχών της παράταξης, Γεωργίου Ράλλη και Ευάγγελου
Αβέρωφ και τη μεταπήδηση της ΝΔ, στο ρόλο της Αξιωματικής
Αντιπολίτευσης, το φθινόπωρο του 1984 ήρθε η σειρά του παλιού
σκληρού κεντρώου.
Η νέα αποτυχία στις ευρωεκλογές, του Ιουνίου 1984 και τα σοβαρά
προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε ο Αβέρωφ, οδήγησαν τον εκ
Μετσόβου πολιτικό, στην απόφαση να παραιτηθεί.
Πρώτα όμως είχε συνάψει συμμαχία με τον Μητσοτάκη, τον οποίο και
στήριξε για διάδοχό του. Η άνετη επικράτηση του τελευταίου, έναντι
του μετέπειτα Προέδρου της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλου,
υπήρξε η επισφράγιση της συμμαχίας.
Μίας συμμαχίας που θεωρήθηκε παράταιρη, λόγω των
σκληροπυρηνικών απόψεων του, που αποτυπώθηκαν και στον τρόπο
που άσκησε αντιπολίτευση, ως πρόεδρος της ΝΔ.
Κι όμως, τους δυο άνδρες συνέδεε το κοινό κεντρώο παρελθόν. Ο
Ευάγγελος Αβέρωφ ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα, ως βουλευτής
του Κόμματος Φιλελευθέρων. Στο σύντομο μάλιστα κεντρώο
κυβερνητικό διάλειμμα της τριετίας 1950-52, διετέλεσε υφυπουργός
Εξωτερικών.
Το 1956 όμως, μαζί με τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον ακαδημαϊκό Γρηγόρη Κασιμάτη,
ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή και
προσχώρησε στην ΕΡΕ, που μόλις είχε ιδρύσει ο τελευταίος.
Ανέλαβε μάλιστα επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών, όπου
παρέμεινε σε όλο το διάστημα της οκταετούς διακυβέρνησης από την
ΕΡΕ.
Είχε αρχίσει να μετατοπίζεται σε σκληρές δεξιές θέσεις, που τον
χαρακτήρισαν στη μετέπειτα πορεία του.