Στον Economist της προπερασμένης εβδομάδας δημοσιεύθηκε ένα πληρέστατο και αναλυτικότατο άρθρο, με τίτλο «Τί να περιμένουμε στον τρίτο χρόνο της πανδημίας», στο πλαίσιο του αφιερώματος «The World Ahead 2022», δηλαδή για το τί μας περιμένει την επόμενη χρονιά.
Τελοσπάντων, μη σας τα πολυλογούμε, αυτό το εκτενέστατο άρθρο διαπνεόταν από μία αισιόδοξη νότα: προεξοφλούσε, δηλαδή, πως παρότι το παγκόσμιο πρόβλημα γενικώς θα συνεχιστεί από οι αναπτυσσόμενες χώρες και ο Τρίτος Κόσμος θα παραμείνουν ανεμβολίαστες και ο ιός θα συνεχίσει να διασπείρεται στον πλανήτη, σε ό,τι αφορά στις χώρες της Δύσης θα υπάρξουν νέες θεραπείες με αντιικά φάρμακα και κοκτέιλ αντισωμάτων, όπως επίσης και «αποτελεσματικότερα εμβόλια».
«Στις καλά εμβολιασμένες πλουσιότερες χώρες του πλανήτη, ο τρίτος χρόνος της πανδημίας θα είναι καλύτερος από τον δεύτερο και η Covid-19 θα έχει μικρότερο αντίκτυπο στην δημόσια υγεία και στις καθημερινές μας δραστηριότητες», είναι η αρχή του εκτενέστατου άρθρου, που προεξοφλεί ότι η σύνδεση κρουσμάτων-θανάτων θα αδυνατίσει κι άλλο, τα μέτρα θα χαλαρώνουν σιγά σιγά και πως θα γίνεται αποτελεσματικότερη και η αντιμετώπιση της νόσησης από κορωνοϊό είτε στο σπίτι είτε στο νοσοκομείο.
Ως εδώ καλά. Μόνο που για τη δική μας περίπτωση, την ελληνική περίπτωση, αυτό το άρθρο είναι αποκαλυπτικό και συνιστά ένα «καμπανάκι»: βλέπετε, εδώ στην Ελλάδα, με απόλυτη ευθύνη της κυβέρνησης αλλά και ορισμένων εκ των επιστημόνων που εμφανίζονται στα ΜΜΕ, καλλιεργήθηκε η εντύπωση που περιγράφεται με το «σύνδρομο του τελευταίου μιλιού». Ο πρωθυπουργός έχει πολλάκις διακηρύξει ότι βρισκόμαστε στο «τελευταίο μίλι», στην «τελική ευθεία» και έχει τουλάχιστον τρεις φορές διαπιστώσει ότι… η Ελλάδα νίκησε τον κορωνοϊό.
Βεβαίως, θέμα του παρόντος άρθρου δεν είναι πόσες φορές η πραγματικότητα διέψευσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη –αυτό,
άλλωστε, είναι δικό του πρόβλημα. Όμως, το γεγονός ότι στον υπόλοιπο κόσμο ψάχνουν και «ψάχνονται» για το πώς θα είναι ο
τρίτος χρόνος με τον κορωνοϊό και εμείς εδώ περιμένουμε νοερά πάλι να τελειώσει αυτό το έρμο το «τελευταίο μίλι», είναι χαρακτηριστικό του διαφορετικού τρόπου που αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα.
Προφανώς για λόγους πολιτικού κόστους, οι κυβερνώντες αδυνατούν να πουν αυτό που έχει αρχίσει να γίνεται κοινότοπο και αυτονόητο σε όλο τον κόσμο: ότι η πανδημία δεν τελειώνει εδώ και πως το αισιόδοξο σενάριο είναι σιγά σιγά, ο ιός να γίνεται ενδημικός και να ασχολούμαστε κάθε χρόνο μαζί του τόσο όσο ασχολούμαστε με την εποχική γρίπη. Όμως, ώσπου να γίνει αυτό, θα πρέπει το τείχος ανοσίας να μεγαλώσει, είτε με την
επέκταση του εμβολιασμού, είτε με ολοένα και περισσότερες φυσικές νοσήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, την ώρα που η κυβέρνηση συνεχίζει να κάνει τα ίδια λάθη και να καλλιεργεί ψευδαισθήσεις για την «πανάκεια»
του εμβολίου, στον υπόλοιπο κόσμο αντιλαμβάνονται και «χωνεύουν» σιγά σιγά ότι θα ζήσουν με την πανδημία και το 2022.
Και παίρνουν τα μέτρα τους γι’ αυτό. Ωστόσο, εδώ, που ζούμε με το «σύνδρομο του τελευταίου μιλιού», όλα δείχνουν ότι τα νοσοκομεία θα παραμείνουν ως έχουν με εμβαλωματικές λύσεις, πρόχειρες ΜΕΘ αυξημένης θνητότητας και μειωμένους προϋπολογισμούς, τα σχολεία θα κλείσουν και θα ανοίξουν ξανά με τον ίδιο τρόπο, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς θα παραμείνουν το ίδιο ανεπαρκή και μολυσματικά. Και θα κάνουμε την ίδια συζήτηση του χρόνου τέτοιες μέρες…