Αξιολόγηση, οικονομικό κλίμα και προαπαιτούμενα κρίνουν την έξοδο από το μνημόνιο
Ηρεμία πριν την καταιγίδα, επικρατεί στην ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, ενόψει της επιστροφής των θεσμών στην Αθήνα. Ο αγώνας δρόμου για την υλοποίηση των προαπαιτούμενων συνεχίζεται, με στόχο την ολοκλήρωση της γ’ αξιολόγησης έως το τέλος τους έτους, αλλά η επιστροφή του «κουαρτέτου», θα σημάνει την εκκίνηση ενός νέου διαπραγματευτικού κύκλου, όπου αναμένεται να τεθούν επί τάπητος, οι ενστάσεις και οι νέες απαιτήσεις των δανειστών. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης εντός του 2017 ή τον Ιανουάριο του 2018, θεωρείται προϋπόθεση για μία καθαρή έξοδο της χώρας από τα μνημόνια και την επιτροπεία των πιστωτών.
Μία καθυστέρηση ή ενδεχόμενες συγκρούσεις, μπορεί να ανατρέψουν το καλό κλίμα στις αγορές και να κλείσουν την γραμμή δανειοδότησης, με την οποία η κυβέρνηση έχει σκοπό να χτίσει το «μαξιλάρι» ρευστότητας που θα διασφαλίσει μία ομαλή έξοδο, τον Αύγουστο του 2018.
Ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, θεωρείται το πράσινο φως που άναψαν οι Πρέσβεις των κρατών – μελών στην Ε.Ε. (Coreper), για την έξοδο της Ελλάδας από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, κατά τη χθεσινή τους συνεδρίαση στις Βρυξέλλες. Μία απόφαση, που έρχεται σε μετά την πρότασης της Κομισιόν προς το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την τυπική πλέον επικύρωση της εξόδου της Ελλάδας από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, (από τον Απρίλιο του 2009), αναμένεται να δώσει το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ε.Ε. την Δευτέρα.
Παρά, τα καλά νούμερα της ελληνικής Οικονομίας, ξένοι αναλυτές εκφράζουν ανησυχία για την πορεία της αξιολόγησης, με την Citi, να αναφέρει σε νέα έκθεσή της ότι οι πιθανότητες ενός τέταρτου προγράμματος διάσωσης ή επέκτασης του τρέχοντος μνημονίου στα μέσα του 2018 παραμένουν αρκετά υψηλές, με το περιθώριο ελάφρυνσης του χρέους να επεκτείνεται σταδιακά.
Στην έκθεση για τις παγκόσμιες προοπτικές, που παρουσίασε ο αμερικανικός τραπεζικός κολοσσός, επισημαίνεται ότι η ελληνική οικονομία βελτιώνεται, καθώς οι διαπραγματεύσεις για τη β’ αξιολόγηση του προγράμματος διάσωσης ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο και από τότε ενισχύθηκε η εμπιστοσύνη.
Στα καλά νέα, αναφέρονται οι αυξήσεις στις αφίξεις (13%) και τις εισπράξεις (14,2%) στον κλάδο του τουρισμού που εξακολουθούν να αποτελούν βασική πηγή ρευστότητας για την οικονομία. Παράλληλα οι δείκτες δείχνουν στροφή στην ανάπτυξη, με αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,5%, με τους αναλυτές να εκτιμούν ότι η ανοδική τάση θα διατηρηθεί και στο επόμενο τρίμηνο.
Βλέποντας την ενίσχυση των σχετικών δεικτών, οι αναλυτές της τράπεζας, προχώρησαν σε αναβάθμιση των εκτιμήσεών, για την ανάπτυξη στην Ελλάδα ανεβάζοντάς την στο 0,9% (από 0,7%) το 2017, ενώ για το 2018 στο 1,2% από 1,1%.
Οι προβλέψεις των Αμερικανών, παραμένουν ιδιαίτερα συντηρητικές, καθώς ακόμα δεν έχουν βγει τα νούμερα του 3ου τριμήνου, στο οποίο θα περιλαμβάνεται και η ισχυρή ενίσχυση στην ρευστότητα και την ανάπτυξη από την συμβολή του Τουρισμού. Το οικονομικό επιτελείο, έχει εκφράσει την αισιοδοξία του, ότι με ατμομηχανή τον Τουρισμό, το έτος θα κλείσει με ανάπτυξη 1,8%. Στα επόμενα χρόνια, η Citi βλέπει άνοδο των ρυθμών ανάπτυξης, στο 1,3% το 2019, στο 1,4% το 2020 και τέλος στο 1,3% το 2021.
Καθοριστικός συντελεστής, θα είναι οι επόμενες κινήσεις των θεσμών στο θέμα του χρέους. Αν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί προχωρήσουν σε μείωση του βάρους που ασκεί στην ελληνική Οικονομία, οι προβλέψεις για ανάπτυξη αναμένεται να εκτιναχθούν.
Η Citi εκτιμά ότι το 2017 θα βρεθεί στο 178% του ΑΕΠ, το 2018 στο 177%, το 2019 στο 176%, στο 173% το 2020 και στο 170% το 2021.
Οι οικονομολόγοι της πολυεθνικής τράπεζας , εκτιμούν ότι θα υπάρξει επιδείνωση στην αγορά ομολόγων. Αν επιβεβαιωθούν, ίσως αυτό δυσκολέψει την άντληση επιπλέον ρευστότητας από τις αγορές, που ετοιμάζει η κυβέρνηση. Σύμφωνα με τους ίδιος αναλυτές, οι αποδόσεις του ελληνικού 10ετούς ομολόγου θα αυξηθούν από το 6,2% φέτος στο 7,04% το 2018, το 7,63% το 2019, το 8,21% το 2020 και το 8,45% το 2021.
Θετικό μήνυμα στέλνει η Citi και για το δημοσιονομικό έλλειμμα που το βλέπει να συρρικνώνεται χρόνο με τον χρόνο. Στο 1,1% του ΑΕΠ το 2017, στο 0,2% το 2018 και στο 0,1% το 2019. Από το 2020 βλέπει πλεόνασμα 0,1% και το 2021, 0,3%.
Τέλος η έκθεση αναφέρει ότι η αβεβαιότητα για την ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους, μαζί με το τέλος του προγράμματος διάσωσης το καλοκαίρι του 2018, πιθανότατα θα εμποδίσει το ΑΕΠ να επιταχυνθεί περαιτέρω το 2018, ενώ η περιορισμένη εγχώρια ρευστότητα και τα συνεχιζόμενα Capital Controls, θα εξακολουθήσουν να αποτελούν εμπόδιο.
Πολλά θα εξαρτηθούν από την ταχύτητα με την οποία θα ολοκληρωθεί η γ’ αξιολόγηση, το διεθνές οικονομικό κλίμα και την πορεία υλοποίησης των προαπαιτούμενων.