Σύμφωνα με τις δηλώσεις αυτές η Μεγάλη Λευκή Ελπίδα της Κυβέρνησης Τσίπρα – η έναρξη συζήτησης/διαπραγμάτευσης για την ριζικότερη αντιμετώπιση του (πρόδηλα μη-βιώσιμου…) Ελληνικού χρέους, σε μια κατεύθυνση περαιτέρω ελάφρυνσής του – βρίσκεται επί θύραις. Δυνητικά, βέβαια, αλλά επί θύραις.
Την είχαμε ήδη προ ημερών, αυτήν την ένδειξη, στα πλαίσια της επίσκεψης Ολλάντ κι εκείνης Μοσκοβισί – όχι, δηλαδή, πως αυτοί παρέλειψαν όπως και ο Ντομπρόβσκις ή ο Σουλτς να θέσουν την έμφαση στην ανάγκη να προχωρήσει η αξιολόγηση/review και να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις… -, όμως ήδη προστέθηκε σ’ αυτούς η φωνή του Κλάους Ρέγκλινγκ. Ο (Γερμανός, με θητεία στο ΔΝΤ στο ξεκίνημά του, ύστερα στο Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών ύστερα πάλι ΔΝΤ, ύστερα Γενικός Διευθυντής Οικονομικών Υποθέσεων στην Ευρ. Επιτροπή, πιο πρόσφατα επικεφαλής του EFSF) επικεφαλής του ESM, δηλαδή του φορέα που “κουβαλάει” το μεγαλύτερο μέρος/πάνω απο το μισό του Ελληνικού χρέους, χωρίς κάποιαν ιδιαίτερη αφορμή έκανε την τοποθέτηση ότι “η Ευρωζώνη είναι έτοιμη” να συζητήσει “περαιτέρω ελάφρυνση του Ελληνικού χρέος εντός του 2015”. Προσοχή: “να συζητήσει”, όχι να συμφωνήσει. Όμως, πόσος καιρός έχει περάσει από τότε που η επίσημη άποψη του Eurogroup – και, πίσω απ’ αυτήν, του Βερολίνου – ήταν ότι δεν υπάρχει τέτοια ανάγκη για συζήτηση για το Ελληνικό χρέος, αφού πρώτη δυσκολία εξυπηρέτησής του προκύπτει το… 2021-22;
Ο πιο προσεκτικός παρατηρητής θα σημειώσει πως ο Ρέγκλινγκ δεν παρέλειψε να τονίσει ότι, ήδη, η ελάφρυνση του χρέους που έχει παρασχεθεί στην Ελλάδα – με τις 30ετείς λήξεις και με επιτόκια στην γειτονιά του 1% για το μεγαλύτερο μέρος – αποτελεί “την μεγαλύτερη ελάφρυνση που έχει δοθεί ως τώρα”, και ότι ισοδυναμεί με κάτι σαν 4,5% του Ελληνικού ΑΕΠ σε ετήσια βάση (κάπου 8 δις τον χρόνο, δηλαδή). Μάλιστα προσθέτει – και εδώ επανέρχεται στην θέση Eurogroup/Νταϊσσελμπλουμ-Βερολίνου/Σώϋμπλε ότι “η Ελλάδα δεν την έχει ανάγκη την ελάφρυνση [τώρα, εννοείται]”. Τότε, γιατί να ανακινείται πρωτοβουλιακά από τον Ρέγκλινγκ το ζήτημα;
Μια πρώτη απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι πρόκειται για μια “Ευρωπαϊκή υπόκλιση στην ανάγκη του ΔΝΤ”: να βαφτιστεί κάπως αλλιώς το Ελληνικό χρέος βιώσιμο έτσι, ώστε να συνεχισθεί η ανάμειξη του Ταμείου στην Ελληνική υπόθεση. (Που, θυμίζουμε, αποτελεί απόλυτη πολιτική αναγκαιότητα για το Βερολίνο…). Αυτός ο ισχυρισμός, λογικός μεν, πάντως δεν αρκεί.
Μια άλλη απάντηση θα ήταν ότι “πρέπει” να γίνει ένα πολιτικό δώρο προς την Αθήνα – που θα περάσει, τώρα, κόλαση με την εφαρμογή του Μνημονίου-3 – . Και ουδείς πλέον πρόσφορος γι αυτό απο έναν τεχνοκράτη, να κάνει δηλαδή πολιτικό άνοιγμα.
Μια τρίτη απάντηση, κοντινή προς την δεύτερη, θάλεγε ότι “χρειάζεται” να στηριχθεί η Αθήνα, την στιγμή που απειλείται πολιτικά απο το προσφυγικό κύμα.
Οπως κι αν έχει το πράγμα, πρόκειται για μια αξιοσημείωση κίνηση.