Γιατί ο πρωθυπουργός δεν αποπέμπει τον υπουργό Αμυνας, αναρωτήθηκε ο Νικήτας Κακλαμάνης, ένα από τα πιο έμπειρα και συγκροτημένα κοινοβουλευτικά στελέχη της ΝΔ.
Μα, αγαπητέ κε. αντιπρόεδρε της Βουλής, για τον ίδιο λόγο που η καγκελάριος Μέρκελ, δεν απέπεμψε τον υπουργό της επί των Εσωτερικών, για την, ανάλογης βαρύτητας, δημόσια διαφοροποίηση του, στο κορυφαίο, σήμερα, για όλη την Ευρώπη, θέμα των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών. Η, ως προς τα καθ` ημάς, για τον ίδιο λόγο που ο Αντώνης Σαμαράς, ως πρωθυπουργός, δε σκέφτηκε καν να θέσει ζήτημα παραμονής, στην κυβέρνηση του, του αντιπροέδρου και υπουργού Εξωτερικών Ευάγγελου Βενιζέλου, όταν ο τελευταίος εξέφρασε διαφορετική θέση, από εκείνη του πρωθυπουργού, για το θέμα των Σκοπίων μάλιστα, στη Διάσκεψη του ΟΗΕ. Είναι προφανές ότι σε κυβερνήσεις συνεργασίας, το πρωθυπουργικό ιμπέριουμ (που ισχύει σε όλα τα κοινοβουλευτικά συστήματα), κάμπτεται, αφού και ο πρωθυπουργός είναι υποχρεωμένος να συνεννοείται, τουλάχιστον σε μείζονα θέματα, με τον κυβερνητικό του εταίρο, ακόμη και για τη σύνθεση της κυβέρνησης. Αυτό, κατ` αρχήν, μάλλον θα έπρεπε να ικανοποιεί πολλούς εγχώριους σχολιαστές, ακόμη και από το χώρο της ενεργού πολιτικής, που έβλεπαν σχεδόν ως νόθευση του κοινοβουλευτικού συστήματος και παραφθορά του δημοκρατικού πολιτεύματος, την υπερβολική, κατά τη γνώμη τους, συσσώρευση εξουσίας και αρμοδιοτήτων, στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, δίνοντας και ανάλογο ορισμό του πολιτεύματος, ως «πρωθυπουργοκεντρικού». Ανεξάρτητα από τις επιφυλάξεις που θα ήταν δυνατό να διατυπωθούν, είναι βέβαιο ότι σε κυβερνήσεις συνεργασίας, εκ των πραγμάτων επιβάλλονται πιο συλλογικοί όροι λειτουργίας και αυτού του Υπουργικού Συμβουλίου, που εκ των πραγμάτων, θέτουν περιορισμούς και στην «παντοδυναμία» του πρωθυπουργού. Αυτό βέβαια ενέχει και τον κίνδυνο να προκύψουν χαοτικές καταστάσεις, που μπορεί να προκαλέσουν έως και παράλυση, στη λειτουργία της ίδιας της κυβέρνησης. Όπως δε μας δείχνει και το γερμανικό παράδειγμα, ούτε η συνεργασία μεταξύ όμορων κομμάτων, είναι ικανή συνθήκη, για ν` αποτρέπει μείζονες κρίσεις.
Αρα, εφόσον οι διαμορφούμενοι συσχετισμοί, επιβάλουν κυβερνήσεις συνεργασίας, τότε θα πρέπει να συμφιλιωθούν άπαντες και με τις παρενέργειες που μπορεί να προκύψουν. Εναπόκειται στο πολιτικό σύστημα, να επιδείξει την ανάλογη ωριμότητα και ικανότητα προσαρμογής, αλλά και στο εκλογικό σώμα, να κρίνει τι είναι πιο αποδοτικό και χρήσιμο.
ΛΕΥΤ. ΚΑΝΑΣ