Κρίσεις στην Παγκόσμια Οικονομία ΜΕΡΟΣ Ι’

ΑπΟ τη στΗλη αυτή σε οκτώ συνεχή άρθρα μας, ουσιαστικά παρουσιάσαμε ένα δοκίμιο για τις κρίσεις στην παγκόσμια οικονομία. Η ανάλυσή μας εστιάστηκε κυρίως στις μεγάλες χρηματοοικονονικές κρίσεις των περιόδων 1929-1933 και 2007-2009. Το σημερινό άρθρο αποτελεί τον επίλογο του δοκιμίου μας. Στις μέρες μας και σε αντίθεση με το κραχ της περιόδου 1929-1933, παρατηρείται ιδίως από την πλευρά των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης, συντονισμός των προσπαθειών  σε διεθνές επίπεδο, για την εύρυθμη λειτουργία του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Τα ιστορικά διδάγματα που έχουν αντληθεί από τη Μεγάλη Ύφεση 1929-1933 είναι αρκετά και εξαιρετικά χρήσιμα για τους ασκούντες τη μακροοικονομική πολιτική. Η Fed (Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ) και η ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) έχουν ενεργή συμμετοχή στην επινόηση μεθόδων νομισματικής πολιτικής, για την  αύξηση της ρευστότητας στην οικονομία. Με πρωτοβουλία των Κεντρικών Τραπεζών και σε στενή συνεργασία με τις εθνικές κυβερνήσεις, υιοθετούνται μέτρα πολιτικής για την εγγύηση των καταθέσεων στις εμπορικές τράπεζες. Ταυτόχρονα, με τη μείωση των επιτοκίων παρέμβασης των Κεντρικών Τραπεζών και την ενίσχυση του μετοχικού κεφαλαίου των εμπορικών τραπεζών με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την αύξηση της ρευστότητας στην οικονομία και την ενθάρρυνση της επενδυτικής δραστηριότητας.

Ωστόσο, οι κεντρικές τράπεζες οφείλουν να ελέγχουν τη συμπεριφορά των εμπορικών και των επενδυτικών τραπεζών, να ρίχνουν στην αγορά ολοένα και περισσότερα χρηματοοικονομικά προϊόντα. Σε συνθήκες διεθνούς οικονομικής ύφεσης, τα προϊόντα αυτά μεταλλάσσονται σε τοξικά, προκαλώντας την διεύρυνση του χάσματος της εξελισσόμενης κρίσης. Οι κυβερνήσεις στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη και σε άλλες περιοχές της διεθνούς οικονομίας, εφαρμόζουν μέτρα επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, με απώτερη επιδίωξη την αύξηση της εγχώριας καταναλωτικής και επενδυτικής δαπάνης. Η εφαρμογή κεϋνσιανών μέτρων μακροοικονομικής πολιτικής, όπως είναι η μείωση των φόρων, η αύξηση των δαπανών για επενδύσεις και άλλες παραγωγικές πρωτοβουλίες, η ελάττωση των επιτοκίων βάσει των οποίων οι εμπορικές τράπεζες δανειοδοτούνται από την Κεντρική Τράπεζα, η ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος με κεφάλαια των Κεντρικών Τραπεζών έχοντας ως εγγυητή το κράτος, η άνοδος των κοινωνικών παροχών στα πλαίσια του κράτους πρόνοιας, κλπ., στοχεύουν στην τόνωση της συνολικής ζήτησης και κατά προέκταση στην αναθέρμανση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας.

Αν κα τα μέτρα μακροοικονομικής πολιτικής που υιοθετούνται στις ΗΠΑ, τις χώρες-μέλη της ΟΝΕ, κ.λπ., κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση, δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε ότι χώρες σαν την Ελλάδα, που υποφέρουν από χρόνιες δημοσιονομικές αγκυλώσεις, θα δυσκολευτούν στο εγχείρημα σταθεροποίησης των οικονομικών τους συστημάτων. Οι αγκυλώσεις αυτές ήταν που προκάλεσαν τη χρεοκοπία της χώρας μας την άνοιξη του 2010 και την υποταγή της στις σκληρότατες μνημονιακές πολιτικές. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1994-2007, όταν η ελληνική οικονομία αναπτυσσόταν με μέσους ετήσιους ρυθμούς της τάξης του 3,8% και οι κυβερνήσεις δανείζονταν στις διεθνείς χρηματαγορές με επιτόκια ακόμα και κάτω του 3%, το δημόσιο χρέος αντί να μειωθεί, δυστυχώς αυξανόταν. Αυτή και μόνο η διαπίστωση πιστοποιεί την παταγώδη αποτυχία της ασκούμενης μακροοικονομικής πολιτικής  και την ανικανότητα των εκάστοτε κυβερνήσεων να εξυγιάνουν τα Δημόσια Οικονομικά της χώρας.

Με γνώμονα τις διδαχές της ιστορίας του οικονομικού βίου, η έξοδος της οικονομίας μιας χώρας από τη φάση της ύφεσης, προϋποθέτει την εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων οικονομικής πολιτικής, με πρωταρχικό στόχο την ενθάρρυνση της συνολικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, σε συνθήκες μακροοικονομικής σταθερότητας και την προαγωγή της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού συστήματος. Στις μέρες μας χώρες όπως είναι η Ιρλανδία, η Ελβετία, η Νέα Ζηλανδία, το Λουξεμβούργο, η Δανία, η Νότια Κορέα, κ.λπ., με πολύ χαμηλό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και με πλεονασματικούς συνήθως κρατικούς προϋπολογισμούς, έχουν την άνεση να λαμβάνουν πλειάδα επεκτατικών μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να μην αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο μιας παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Άλλωστε οι χώρες αυτές, λόγω της υγιούς κατάστασης των δημοσίων τους οικονομικών, συγκαταλέγονται στην κατηγορία των κρατών, που χαρακτηρίζονται από το υψηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας των οικονομικών τους συστημάτων. Συνεπώς, το τετράπτυχο «ανταγωνιστικότητα-παραγωγικότητα-ανάπτυξη-βιώσιμα Δημόσια Οικονομικά» συνιστά το ιστορικό δίδαγμα, ώστε μια χώρα να αναπτύσσεται σε συνθήκες μακροοικονομικής ισορροπίας και όταν έρχεται αντιμέτωπη με το φάσμα της οικονομικής ύφεσης, γρήγορα να εξέρχεται αλώβητη από τη στενωπό.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή