Όπως κι αν αξιολογήσει κανείς την «τηλεμαχία» (αφού έτσι χρειάζεται να ονομάζουμε το ντημπέϊτ, ας το συνηθίσουμε κι αυτό) των υποψηφίων για την διεκδίκηση της ηγεσίας του «νέου φορέα», το βασικό ζητούμενό της ήταν ένα: να πείσει όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο να πάει στις κάλπες της 12ης/19ης Νοεμβρίου. Δείχνοντας έτσι ότι οι διεργασίες της ΚεντροΑριστεράς (ή όπως αλλιώς αυτοπροσδιοριστεί: μεγάλο πράγμα ο αυτοπροσδιορισμός στην εποχή μας!) ενδιαφέρουν ένα σοβαρό ποσοστό του αυριανού εκλογικού σώματος. Ώστε, κατ΄ επαγωγικό συλλογισμό, «ο χώρος» να διεκδικήσει και στις άλλες κάλπες – τις αληθινές – ένα ουσιώδες ποσοστό. Και… ρόλο στα πολιτικά πράγματα.
Το πρώτο επεισόδιο της οργανωμένης από την Επιτροπή Αλιβιζάτου αντιπαράθεσης των εννέα υποψηφίων για την αρχηγία – εκείνο με τους εκπροσώπους των περιφερειακών Μέσων – είναι αμφίβολο αν συντέλεσε σ’ αυτήν την κεντρική επιδίωξη, δηλαδή να ξεκουνήσει τον κόσμο. Ας το πούμε ευθέως: ακόμη και ορισμένοι από τους ίδιους τους υποψήφιους το συνειδητοποίησαν, η αίσθηση που έμεινε πίσω όχι μόνον δεν υπήρξε συνεγερτική αλλά παρέπεμπε σε παρελθόν. Στο παλιό, το καθησυχαστικό για το πολιτικό προσωπικό αλλά με τίποτε ελκυστικό «για τον κόσμο» παρελθόν. Συμπέρασμα πρώτο για μας: αν εκεί στην ΚεντροΑριστερά – η οποία ούτως ή άλλως τείνει να διαμορφωθεί σε Κεντρο(αντι)Αριστερά – δεν αλλάξουν πλεύση, ενώ λεονταρίζουν ότι διεκδικούν τον ρόλο δεύτερου κόμματος στις εθνικές κάλπες (και πάντως, κατά Γ. Καμίνη, μέσω της τρίτης διερευνητικής εντολής θα διαμορφώσουν το μετεκλογικό σκηνικό!) κινδυνεύουν όταν η ιστορία αυτή της ηγεσίας ολοκληρωθεί να δουν στα γκάλοπ την τέταρτη θέση. Πάλι. Αυτό, το «πίσω από την Χρυσή Αυγή» θα είναι κακό. Όχι για την ΔηΣυμπ, αλλά για την δημοκρατία.
Πάμε όμως στην καημένη την τηλεμαχία. Οι υποψήφιοι «αρνήθηκαν» ό,τι μπορούσε να βάλει ζωντάνια στην υπόθεση – ιδίως την δυνατότητα να τεθούν διασταυρωμένες ερωτήσεις από τους ίδιους προς ανθυποψηφίους: η «σκηνοθεσία ΕΡΤ» (που και ως εικόνα παρέπεμπε στο βαθύ παρελθόν) δεν πέτυχε εκείνο που η πρώτη εκδοχή – εκείνη του Action 24 – φάνηκε να εγκαθιστά στα τηλεοπτικά ήθη. Μόνον ο Ν. Ανδρουλάκης το πήρε πάνω του να ανακινήσει με ερώτησή του ζήτημα αιχμής: αν το μετά-την-εκλογή-ηγεσίας θα οδηγήσει σε αληθινό ενιαίο φορέα. Και έλαβε την εξόχως προσγειωτική απάντηση, ότι οι δύο που «έχουν στην τσέπη κοινοβουλευτικό κόμμα» – η Φώφη Γεννηματά και ο Σταύρος Θεοδωράκης – δεν θα αφήσουν να τους φύγει αυτή η βάση εξουσίας. Με λογική εκμετάλλευσης των προνομίων που δίνει η κοινοβουλευτική παρουσία (δυο αρχηγοί μιλούν στην Βουλή, δυο επιχορηγήσεις κοκ) ωθούν προς την κατεύθυνση πολυκομματικού μορφώματος.
Προσθέστε τώρα, εδώ, την αδιαφάνεια όσον αφορά τις συνεργασίες: «οι άλλοι θα αποφασίσουν αν θα συνεργασθούν μαζί μας» κατά Καμίνη. «πρώτα θα μιλήσει ο Ελληνικός λαός» κατά Φ. Γεννηματά. «δεν θα εγκλωβισθούμε σε διαδικασίες προτίμησης ή απόρριψης» κατά Γ. Μανιάτη.
Αν εξαιρέσει κανείς τον Σταύρο Θεοδωράκη που με το εύρημα της αποκήρυξης του τέρατος ΣΥΡΙΖΑΝΕΛΛ με τα δυο κεφάλια, με το οποίο δεν νοείται συνεργασία ή πάλι την τοποθέτηση Ραγκούση κατά ψήφου εμπιστοσύνης σε Κυβέρνηση Μητσοτάκη (και, από τους «μικρούς», την στάση Δημ. Τζιώτη «δεν έχουμε σχέση με την Δεξιά»), οι υπόλοιποι φόρτωσαν στον ψηφοφόρο την ευθύνη.
Κατά τα άλλα, πολιτισμένες και συμπαθείς θέσεις και προθέσεις, διαπιστώσεις παθολογιών και πηγών των προβλημάτων. Θα σηκώσουν τέτοιες καταστάσεις από τον καναπέ τον κόσμο που προσδιορίζεται/θέλει να μείνει με αντιπροσώπευση ανάμεσα στην δημοσκοπικά προπορευόμενη Ν.Δ. και τον με αντιστάσεις παρά την πίεση της καθημερινότητας ΣΥΡΙΖΑ; Εξαιρετικά αμφίβολο.