Toυ ΣΠΥΡΟΥ ΣΟΥΡΜΕΛΙΔΗ για την Κυριακάτικη Kontranews
Μετά την Αμερική εμφάνισε και η Γερμανία τις δικές της κινήσεις στην ενεργειακή σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου, χωρίς να κρύβει μάλιστα την ιδιαίτερη προτίμηση της στην… Τουρκία. Όλοι, Αμερικανοί, Γερμανοί, ακόμη και οι Ισραηλινοί, φαίνεται να εγκαταλείπουν τον East Med, κάτι που έχει κάνει ήδη και η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μετά το μνημόσυνο του East Med, με το non paper του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όπου περιγράφεται η αλλαγή πλάνων και σχεδιασμών από την Ουάσινγκτον, εμφανίστηκε και η γερμανική θέση με μία ανάλυση του Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής (SWP) του Βερολίνου (των Moritz Rau, Dr. Günter Seufert και Dr. Kirsten Westphal) που συμβουλεύει το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, με τον τίτλο «Βαθιά ριζωμένες αντιπαλότητες και νέες δυνατότητες συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου». Το Βερολίνο είναι εμπλεκόμενο στην μοιρασιά του ενεργειακού πλούτου και των περασμάτων, της Ανατολικής Μεσογείου, κάτι που έχει φανεί και με τις πρωτοβουλίες της Μέρκελ και στην Λιβύη, όπως και στα ελληνοτουρκικά. Με πιο δραστήριο τρόπο μάλιστα ακόμη και από τους Αμερικανούς. Το Βερολίνο στηρίζει την τακτική του και τις επιδιώξεις του στην… Τουρκία και όχι στην Ελλάδα ή την Κύπρο, που είναι κράτη-μέλη της ΕΕ. Μπορεί να μην το λέει, μπορεί να προσπαθεί να το κρύψει, αλλά αυτό είναι φανερό και από την γενικότερη σχέση και στάσης της Γερμανίας έναντι της Τουρκίας. Θεωρεί δεδομένη την Ελλάδα (όπως και οι Αμερικανοί), η οποία άλλωστε έχει πάντα το πρόβλημα που λέγεται Τουρκία. Αυτό όμως που είναι διαφορετικό πλέον είναι οι διαφορετικοί στόχοι της Γερμανίας από την Αμερική και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως και σε ότι αφορά τις σχέσεις με την Ρωσία, ειδικά στα ενεργειακά.
Μία γερμανική άποψη για την Ανατολική Μεσόγειο
Η ανάλυση-θέση του Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής (SWP) του Βερολίνου (δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο www.omegapress.gr) εξηγεί ότι το Βερολίνο δίνει βάρος στην μεταφορά ενέργειας από την Αραβική Χερσόνησο, το Ισραήλ και την Βόρειο Αφρική, στην Ευρώπη, μέσω καλωδίων. Ενέργεια που θα παράγεται εν μέρει από φυσικό αέριο, αλλά κυρίως από ανανεώσιμες πηγές ενέργειες (ήλιος, αέρας) και υδρογόνο. Η δε παραγωγή υδρογόνου μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους, από ορυκτά καύσιμα, όπως και από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
1. Με τους σχεδιασμούς για την ενεργειακή μετάβαση τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της περιοχής χάνουν τη σημασία που τους αποδιδόταν λίγα χρόνια πριν για την μεταφορά φυσικού αερίου, λίγα χρόνια πριν. Αντιθέτως, η περιοχή γίνεται πιο σημαντική από ενεργειακής οικονομικής απόψεως ως εν δυνάμει διαμετακομιστικός και διασυνδετήριος χώρος. Προκειμένου να καλυφθεί η αυξημένη ζήτηση για οικολογικό ρεύμα στην Ευρώπη, το ευρωπαϊκό, το αφρικανικό και το μεσανατολικό ηλεκτρικό δίκτυο θα μπορούσαν να συνδεθούν μεταξύ τους μέσω της Ανατολικής Μεσογείου. Ταυτόχρονα, η περιοχή διαθέτει το δυναμικό υποστήριξης της ΕΕ για την ανάπτυξη της οικονομίας υδρογόνου. Αυτή η επαναξιολόγηση της Ανατολικής Μεσογείου από ενεργειακής οικονομικής απόψεως δημιουργεί νέες οικονομικές προοπτικές και περιθώρια πολιτικής δράσης στα κράτη της περιοχής.
2. Σε αυτό το πλαίσιο, οι διενέξεις περί θαλασσίων ΑΟΖ μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, καθώς και μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, θα έχαναν μεγάλο μέρος της δυναμικής τους. Ωστόσο, υπάρχει ο κίνδυνος κωλυσιεργίας όσον αφορά στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και στη διασυνδεσιμότητα στην Ανατολική Μεσόγειο εξαιτίας βαθιά ριζωμένων αντιπαλοτήτων. Οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο προσβλέπουν με αυξημένο ενδιαφέρον στις τεράστιες δυνατότητες παραγωγής ηλιακής και αιολικής ενέργειας στην εν λόγω περιοχή και στη δυνατότητα να ληφθεί από εκεί οικολογικό ρεύμα και υδρογόνο. Τον Μάρτιο του 2021, οι Υπουργοί Ενέργειας της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αιγύπτου υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας για την κατασκευή του Ευρασιατικού Διασυνδετηρίου Αγωγού, που αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2025.
3. Επιπλέον, στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου υπάρχουν προοπτικές για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας υδρογόνου, όπως αναγνωρίζουν και ειδικοί, οι οποίοι συζητούν για το πώς η παραγωγή «πράσινου υδρογόνου» στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να αποβεί μια επικερδής επιχείρηση. Μέχρι τώρα βέβαια, δεν παράγεται υπεράκτια αιολική ενέργεια ούτε από την Ελλάδα ούτε από την Κύπρο ή την Τουρκία, μολονότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι η περιοχή προσφέρεται για κάτι τέτοιο και γι’ αυτό ανέθεσε την εκπόνηση μελέτης για υπεράκτιες πηγές αιολικής ενέργειας στη Μεσόγειο.
4. Στην ανάλυση του SWP επισημαίνεται ότι, λόγω των βαθιά ριζωμένων πολιτικών αντιπαλοτήτων, είναι αμφίβολο αν η Ελλάδα η Τουρκία και οι εθνοτικές ομάδες της Κύπρου θα κατορθώσουν να εκμεταλλευθούν με συνεργατικό πνεύμα τις δυνατότητες και ανάγκες που συνδέονται με την ενεργειακή μετάβαση. Έτσι, το αδιέξοδο στη διαμάχη για τις ΑΟΖ μπορεί να μπλοκάρει τις κοινές δράσεις για τη διασυνδεσιμότητα και τις ΑΠΕ. Ιδιαίτερα η προώθηση της διασυνδεσιμότητας των ηλεκτρικών δικτύων είναι ένα πολιτικά «καυτό» ζήτημα: Αντιδρώντας στην υπογραφή του Μνημονίου συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ-Κυπριακής Δημοκρατίας τον Μάρτιο του 2021 για την κατασκευή του Ευρασιατικού Διασυνδετηρίου Αγωγού, η Άγκυρα απέστειλε ρηματική διακοίνωση διαμαρτυρίας στα υπογράφοντα κράτη. Σ’ αυτήν η Τουρκία ασκεί κριτική γιατί δεν συμπεριελήφθη στους σχεδιασμούς, μολονότι η προβλεπόμενη διαδρομή του υποθαλασσίου καλωδίου περνάει και από την περιοχή που η ίδια διεκδικεί ως δική της ΑΟΖ.
Προς το παρόν, μόνον εικασίες μπορούν να διατυπωθούν για το αν η Άγκυρα θα προβεί στη λήψη περαιτέρω μέτρων για να αποτρέψει την κατασκευή του Ευρασιατικού Αγωγού. Οι τουρκικές αντιδράσεις όμως στους σχεδιασμούς για τον αγωγό EastMed ενισχύουν αυτούς τους φόβους, δεδομένου ότι η Άγκυρα απειλεί ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 ότι είναι πρόθυμη να παρεμποδίσει την κατασκευή του αγωγού ακόμα και με στρατιωτικά μέσα. Παρόμοια στάση απειλεί να τηρήσει η Τουρκία και για την κατασκευή του Ευραφρικανικού Διασυνδετηρίου Αγωγού, ρισκάροντας όμως έτσι μια νέα σύγκρουση με την ΕΕ και ενταφιάζοντας τις τωρινές της προσπάθειες για βελτίωση των διμερών σχέσεων με την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Η όλη ανάλυση δείχνει τις προτεραιότητες του Βερολίνου στα ενεργειακά. Εξηγεί επίσης και το μεγάλο ενδιαφέρον της Μέρκελ να διαμεσολαβήσει μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδας, επιδιώκοντας προφανώς να ξεπεραστούν (ή να μείνουν στην άκρη) οι ελληνοτουρκικές διαφορές ώστε να προχωρήσουν χωρίς εμπόδια τα ενεργειακά σχέδια. Μόνο που ο Ερντογάν βάζει τους δικούς του όρους, καταπάτα περιοχές που δεν του ανήκουν δημιουργώντας τετελεσμένα.
Ολα αυτά όμως δημιουργούν και ερωτήματα για την στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Η οποία αναζήτησε στηρίγματα σε Αμερική και Γερμανία, για να καταλήξουμε στην… Γαλλία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαφημίζει εδώ και δύο χρόνια το καλώδιο, δηλώνοντας ότι δεν προσβλέπει στις εξορύξεις, εγκαταλείποντας από την αρχή ουσιαστικά την πολιτική του East Med. Ο Κ. Μητσοτάκης και ο Ν. Δένδιας πρέπει να πουν και στο Κοινοβούλιο ποια πολιτική στηρίζουν. Γιατί τώρα εμφανίζονται σαν να μην ξέρουν, αλλά απλώς περιμένουν ότι… προκύψει.