ICAP GROUP: ΣΕ ΠΤΩΤΙΚΗ ΤΡΟΧΙΑ Η ΕΓΧΩΡΙΑ ΑΓΟΡΑ ΟΙΝΟΥ
Η ΚΡΙΣΗ ΕΠΛΗΞΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΟΙΝΟΥ
Η ελληνική παραγωγή κρασιού μειώθηκε 20% την τελευταία 5ετία! Σημαντική πτώση και στην ελληνική αγορά οίνου, εντοπίζει η ICAP group. Η οικονομική κρίση που έχει κυκλώσει σχεδόν κάθε κλάδο της ελληνικής αγοράς, ασκεί μεγάλες πιέσεις και στην αγορά και την παραγωγή οίνου.
Ένας κλάδος που αποτελεί έναν παραδοσιακό κλάδο της πρωτογενούς παραγωγής στην χώρα μας, με σημαντική συμβολή στην ελληνική οικονομία, με υψηλά ποσοστά εξωστρέφειας, συρρικνώνεται παρά το υψηλό ποσοστό εξαγωγών.
Η έρευνα διαπιστώνει ότι οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση του οίνου είναι η τιμή του σε συνδυασμό με το διαθέσιμο εισόδημα, οι διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών, η εποχικότητα, η εξέλιξη του εισερχόμενου τουρισμού, ορισμένες παραδόσεις, κλπ.
Σε αυτή τη βάση, ενδεχόμενες μεταβολές των τιμών δεν επηρεάζουν μόνο τη συνολική ζήτηση, αλλά προκαλούν και μετατόπιση των καταναλωτών σε φθηνότερα εμφιαλωμένα προϊόντα, ή και αντικατάσταση του εμφιαλωμένου από χύμα κρασί. Σημαντική είναι η συμβολή της παρατεταμένης ύφεσης που οδήγησε στη μείωση της κατανάλωσης κρασιού και ποτών γενικότερα.
Χαρακτηριστικά είναι τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛ. ΣΤΑΤ., που δείχνει ό,τι ο μέσος όρος μηνιαίων δαπανών ανά νοικοκυριό για προϊόντα οινοποιίας (κρασί και αφρώδεις οίνοι) έφτασε τα 6,46 ευρώ το 2014, καλύπτοντας το 38% των συνολικών δαπανών για οινοπνευματώδη ποτά. Από την ίδια έρευνα εκτιμήθηκε και σε όρους ποσότητας η κατανάλωση των νοικοκυριών για τα προϊόντα του κλάδου. Η αποκτηθείσα μέση μηνιαία ποσότητα κρασιού ανά νοικοκυριό ανήλθε, το 2014, σε περίπου 1,45 λίτρα.
Η Σταματίνα Παντελαίου, Director Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, αναφέρει σχετικά με την εξέλιξη της ελληνικής παραγωγής, ότι η εγχώρια κατανάλωση οίνου εμφάνισε μικρές διακυμάνσεις σε ετήσια βάση τα τελευταία χρόνια, με εξαίρεση την περίοδο 2010/11 όπου η μεταβολή ήταν εντονότερη και επηρέασε σημαντικά το μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής της περιόδου.
Συγκρίνοντας τους μέσους όρους των καταναλώσεων ανά πενταετία, την τελευταία πενταετία προκύπτει μείωση της κατανάλωσης οίνου κατά 6%. Τα εμφιαλωμένα κρασιά σε όρους ποσότητας εκτιμάται ότι καλύπτουν ποσοστό μεταξύ του 36%-40% στην παρούσα φάση.
Αναφορικά με το μέγεθος της εγχώριας αγοράς σε αξία, για το εμφιαλωμένο κρασί εκτιμάται ότι κάλυψε το 58% της αξίας και το υπόλοιπο 42% αφορά το χύμα κρασί. Όσον αφορά την κατηγοριοποίηση του οίνου, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν τα κρασιά που ανήκουν στην κατηγορία «Χωρίς ένδειξη ΠΟΠ/ΠΓΕ» (63%), ενώ με βάση το χρώμα, εκτιμάται ότι τα λευκά κρασιά υπερτερούν με μερίδιο 68%-70%.
Η εγχώρια παραγωγή οίνου παρουσιάζει σημαντικές ετήσιες διακυμάνσεις δεδομένου ότι εξαρτάται άμεσα από απρόβλεπτους παράγοντες, όπως τις καιρικές συνθήκες, τις ασθένειες αμπελώνων κλπ. Πιο αντικειμενική επομένως θεωρείται η σύγκριση βάσει μ.ο. πενταετίας. Την τελευταία πενταετία ο μέσος όρος ετήσιας παραγωγής κρασιού υποχώρησε αισθητά (-20%) σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη πενταετία. Από τη συνολική παραγωγή, ποσοστό άνω του 60% αφορά κρασιά χωρίς συγκεκριμένη ένδειξη προέλευσης (ΠΟΠ, ΠΓΕ).