ΕΝΦΙΑ: Μια συζήτηση που ποτέ δεν γίνεται

Με αφορμή την αιφνίδια ανακοίνωση του Κυριάκου Μητσοτάκη για «μόνιμη μείωση του ΕΝΦΙΑ» κατά 13%, ξέσπασε πάλι πολιτική αντιπαράθεση με βάση την «ακτινογραφία» και την αρχιτεκτονική της μείωσης: η συζήτηση και η διαφωνία μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης επικεντρώθηκε στο ποιοι θα είναι οι ωφελημένοι της μείωσης και κατά πόσον οι ανακοινώσεις Μητσοτάκη και η κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου ευνοεί τους έχοντες μεγάλη ακίνητη περιουσία ή όχι.

Με άλλα λόγια, η συζήτηση εστράφη για μία ακόμη φορά στο πόσο «ανεπαρκής» και για ποιους είναι η νέα μείωση του φόρου επί της ακίνητης περιουσίας. Κάπως έτσι, όμως, για μία ακόμη φορά, εκφεύγει του δημοσίου διαλόγου η πραγματική συζήτηση που πρέπει να αφορά την ακίνητη περιουσία.

Θέλετε επειδή στην Ελλάδα έχουμε μία… ιδιαίτερη σύνδεση με το «κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι μας», θέλετε επειδή ο ΕΝΦΙΑ επί Μνημονίων ήταν όντως φόρος βαρύς και ασήκωτος, η δημόσια συζήτηση στη χώρα μας διεξάγεται επί της βασικής αποδοχής ότι ο φόρος επί της ακίνητης περιουσίας είναι «κακός» και πρέπει να βαίνει διαρκώς μειούμενος. Μάλιστα, ακούμε από πολλούς ότι ένας φόρος επί των ακινήτων «προσβάλλει το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας».

Κάπως έτσι, όμως, η συζήτηση διεξάγεται σε ένα λαθεμένο πλαίσιο που αφήνει εκτός πεδιάς τον ευρύτερο προβληματισμό για τη δικαιοσύνη της φορολογικής πολιτικής αλλά και τις πολιτικές προτεραιότητες που οφείλει να έχει κάθε κόμμα. Από πού κι ως πού η φορολογία επί της ιδιοκτησίας είναι «δήμευση»; Από πού κι ως πού, η ιδιοκτησία δεν θεωρείται –αναλογικά με την αξία της, προφανώς- τεκμήριο πλούτου που πρέπει να φορολογείται;

Γιατί, μ’ άλλα λόγια, είναι δικαιότερο να φορολογείται βαριά η εργασία και το απορρέον εξ αυτής εισόδημα και όχι η ιδιοκτησία ακινήτων –ειδικά αν αυτά είναι μεγάλης αξίας ή αποτελούν το δεύτερο ή το τρίτο ακίνητο ενός νοικοκυριού; Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, που δεν υπάρχει το όνειρο για «ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι μας», αυτά τα έχουν λυμένα.

Ειδικά όσα κόμματα κινούνται στον προοδευτικό χώρο, συνομολογούν χωρίς πολλά-πολλά ότι η φορολόγηση των «μη παραγωγικών δραστηριοτήτων», δηλαδή της κατοχής ακίνητης περιουσίας, της μεταβίβασής της ή της κληροδότησής της στην επόμενη γενιά, είναι πολύ δικαιότερη από τη φορολόγηση της εργασίας, του μισθού, του ιδρώτα του καθενός και της καθεμίας από εμάς.

Εδώ, στην Ελλάδα, η σχετική συζήτηση δεν γίνεται ποτέ. Όλοι έχουν αποδεχθεί, για παράδειγμα, ότι ένας «μπλοκάκιας» συνεχίζει να φορολογείται από το πρώτο ευρώ και να τού παρακρατείται φόρος 20% και ότι αυτό είναι δικαιότερο από το να είναι λίγο μεγαλύτερος ο ΕΝΦΙΑ σε ένα εξοχικό ή σε δύο ακίνητα που κάποιος τα έχει για να τα νοικιάζει και να απολαμβάνει τα εισοδήματα απ’ αυτά. Κάπως έτσι, η κυβέρνηση προχθές αποφάσισε να περικόψει 350 εκατομμύρια προσδοκώμενα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ, ενώ με 160 εκατομμύρια θα μπορούσε να ανακοινώσει μία γενναία μείωση –σχεδόν εκμηδενισμό- του ΦΠΑ στο ψωμί.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή