Το πρώτο σκέλος, εκείνο της αναζήτησης “ισοδυνάμων”, που ο κάθε υπουργός θεωρεί τον εαυτό του δικαιούμενο να επικαλείται ώστε να μην σηκώσει ο ίδιος αντιδημοτικό βάρος, σπρώχνοντας προς τον διπλανό (συνήθως τον ΥΠΟΙΚ) ή και τον Πρωθυπουργό, είναι γνώριμο ήδη από την εποχή του Μνημονίου-1. Από τότε, άλλωστε, έχει εγκαθιδρυθεί και η πρακτική της αναβολής, του πισωριξίματος, “άσε να περάσει το αύριο και θα τα βρούμε”. Το κακό αδερφάκι αυτών των αυτονόητων (έτσι τον δεχθήκαμε ως κοινή γνώμη…) μικρο-κινήσεων, είναι βέβαια η διαβόητη “πολιτική διαπραγμάτευση”. Αυτή κι αν δεν την νομιμοποιήσαμε, από τις ημέρες Βαγγέλη Βενιζέλου/χαρατσιού του 2011 και μέχρις εκείνες Σαμαρά/Στουρνάρα στην φάση των Ευρωεκλογών του 2014.
Γνώριμο αυτό το έδαφος, γνώριμο σ’ εμάς αλλά γνώριμο και στους Τροϊκανούς/στους “Θεσμούς”. Γι’ αυτό και αντί να λειτουργεί εκτονωτικά – όπως δικαιούται να λειτουργεί ως πολιτικός χειρισμός – απλώς δημιουργεί πρόσθετες στρώσεις δυσπιστίας και αδιαλλαξίας. Να το πούμε ευθέως: φοβόμαστε ότι και στο μέτωπο του 23% ΦΠΑ στην εκπαίδευση και σ’ εκείνο του μπούσουλα ρύθμισης των “κόκκινων δανείων” (αλλά και σ’ εκείνο, πολύ λιγότερο συζητούμενο αλλά ακόμη πιο βαρύ σε συνέπειες, του τρόπου λειτουργίας των υπό ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, αύριο…) θα εισπράξει η Ελλάδα λιγότερη ευελιξία, λιγότερη προσαρμοστικότητα του Προγράμματος Προσαρμογής/ Μνημονίου-3 απ΄ όσην θα δικαιούνταν! Μια στάση του τύπου “κάνετε τώρα αυτά που λένε τα κείμενα, αυτά που συμφωνεί η Τρόικα/Κουαρτέτο, και το ξαναβλέπουμε αργότερα” επανέρχεται στο προσκήνιο. Από Ντομπρόβσκις μέχρι Μοσκοβισί, το είδαμε δυσάρεστα.
Η άλλη διάσταση, πάντως, εκείνη της επίκλησης της προσφυγικής κρίσης ως γενικής αιτιολογίας για χαλάρωση του Μνημονίου-3, της διάστασης front-loaded/εμπροσθοβαρους προσαρμογής, φοβόμαστε ότι θα προκύψει ακόμη πιο αρνητική. Να το πούμε ωμά: η επίκληση ενός γνήσια ανθρωπιστικού θέματος, της εικόνας των πνιγμένων παιδιών, η ενσωμάτωσή του θέματος αυτού στην διαπραγμάτευση για ποσοστά και για “ισοδύναμα”, τραυματίζει την ίδια την ηθική βάση της συζήτησης. Να το πούμε ακόμη πιο ωμά: η με-βαρύ-χέρι-διαπραγμάτευση που κάνει στο ίδιο το προσφυγικό η Αγκυρα, διαπραγμάτευση και οικονομική και πολιτική συνάμα (3 δις + κατάργηση βίζας + Ερντογάν στην Κορυφή κοκ), αντί να νομιμοποιεί την δική μας προσπάθεια να πετύχουμε χαλάρωση την κάνει να φαντάζει άνευρη και ταλαίπωρη.