«Έφυγε» από τη ζωή η Άννα Συνοδινού

Πέθανε η μεγάλη ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, Άννα Συνοδινού. Ήταν 88 ετών. Η μεγάλη τραγωδός πέθανε σε ιδιωτική κλινική στην Κυψέλη. Η υγεία της είχε επιδεινωθεί πολύ τα τελευταία χρόνια. Η κηδεία της θα γίνει την Δευτέρα από το Α’ Νεκροταφείο.
Η Άννα Συνοδινού – Μαρινάκη γεννήθηκε στο Λουτράκι στις 21 Νοεμβρίου του 1927. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, πρώην Βασιλικού. Οι μεγαλύτερες θεατρικές της παρουσίες της είναι στις αρχαίες τραγωδίες «Αντιγόνη», «Ηλέκτρα», «Ανδρομάχη», «Ιφιγένεια», καθώς και στην αρχαία κωμωδία «Λυσιστράτη», πάντα σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Επίσης έχει παίξει και σε ένα πλήθος θεατρικών έργων, κυρίως του Σαίξπηρ καθώς και πολλών Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων, κατέχοντας σήμερα μια από τις πλέον εξέχουσες θέσεις των τραγωδών ηθοποιών του σύγχρονου Ελληνικού Θεάτρου.
Η Άννα Συνοδινού ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του Θεάτρου του Εθνικού Κήπου (πρώην Βασιλικού Κήπου) που εντωμεταξύ καταργήθηκε. Επίσης ήταν η ιδρύτρια του Θεάτρου του Λυκαβηττού που για πολλά χρόνια υπήρξε θιασάρχης. Έχει λάβει μέρος σε πολλά ξένα Φεστιβάλ, όπως Γαλλίας, Γιουγκοσλαβίας, Ιταλίας, Ρωσίας κ.ά. Από το 2004 δίδαξε αρχαίο δράμα στο Ωδείο Αθηνών.
Εξελέγη βουλευτής Α’ Αθήνας με τη Νέα Δημοκρατία στις εκλογές του 1974, του 1977, του 1981, του 1985, του 1989.
Διετέλεσε υφυπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών (1977-1981) και δημοτική σύμβουλος Αθηναίων το 1987-1989 με τον συνδυασμό «Νέα Εποχή» του Μιλτιάδη Έβερτ (8.945 σταυροί).
Παραιτήθηκε του βουλευτικού της αξιώματος τον Μάρτιο του 1990 κατά την διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Τότε η βουλευτής των Οικολόγων Εναλλακτικών Μαρίνα Δίζη όταν κλήθηκε να ψηφίσει άνοιξε ένα πανώ, το οποίο έγραφε «Φτάνει το θέατρο για το +1, τον Πρόεδρο και το νέφος». Η ενέργεια αυτή εξόργισε την Άννα Συνοδινού, που σε ένδειξη διαμαρτυρίας υπέβαλε την παραίτησή της τόσο από το βουλευτικό της αξίωμα, όσο και από το κόμμα της. Έκτοτε δεν ξανασχολήθηκε με την πολιτική.
Η Άννα Συνοδινού είχε τιμηθεί δύο φορές με το θεατρικό έπαθλο Κοτοπούλη καθώς και με το Σταυρό Ευποιίας Ελλάδος, του Ιππότη του Ντάνεμπρο της Δανίας, του Ιππότη της Ιταλικής Λεγεώνας, με το μετάλλιο της Πόλεως των Αθηναίων, καθώς και με το παράσημο του Κέδρου του Λιβάνου. Μιλάει αγγλικά και είναι μόνιμη κάτοικος Αθηνών.
Η πρώτη της θεατρική εμφάνιση πραγματοποιήθηκε στην τρίπρακτη κωμωδία «Τα παιδιά του Εδουάρδου», θίασος Κοτοπούλη με την Κυβέλη, τον Ιούνιο του 1950. Το καλοκαίρι του 1955 πρωτοεμφανίζεται στην Επίδαυρο, ενσαρκώνοντας την Πολυξένη στην «Εκάβη», δίπλα στους Κατίνα Παξινού, Θ.Κωτσόπουλο και Αλέξη Μινωτή. Αποχωρώντας από το Εθνικό Θέατρο (1956-1964) όπου πρωταγωνίστησε σε δεκάδες έργα του αρχαίου και νεώτερου κλασικού ρεπερτορίου, ιδρύει την «Ελληνική Σκηνή» (1965).
Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Θεάτρου του Εθνικού Κήπου (πρώην Βασιλικού Κήπου), καθώς και του Θεάτρου του Λυκαβηττού που για πολλά χρόνια υπήρξε θιασάρχης. Συνεργάστηκε με την «αφρόκρεμα» του θεάτρου (Ροντήρη, Κοτοπούλη, Κυβέλη, Παξινού, Μινωτή, Μυράτ, Μουζενίδη, Καλλέργη, Σολομό, Κωτσόπουλο κ.α.), ενώ είχε εκπροσωπήσει τη χώρα μας σε διάφορα Φεστιβάλ στο εξωτερικό με παραστάσεις αρχαίου δράματος.
Την περίοδο της δικτατορίας, 1967-1972, διακόπτει, διαμαρτυρόμενη, τις θεατρικές της δραστηριότητες και μετέχει στην Αντίσταση. Κατασχέθηκαν το θέατρό της στον Λυκαβηττό και το διαβατήριό της, ματαιώνοντας έτσι περιοδεία στο εξωτερικό. Κατά το διάστημα αυτό εργάστηκε ως δακτυλογράφος στην εισαγωγική-εξαγωγική εταιρεία του συζύγου της, Γιώργου Μαρινάκη. Μετά από πεντάχρονη απουσία (1967-1972) επιστρέφει στο χώρο του θεάτρου με το ίδιο έργο με το οποίο εγκατέλειψε τη σκηνή: την «Ηλέκτρα» με τον Αλέκο Αλεξανδράκη στο ρόλο του Ορέστη. Από το 1971 έως το 1986 συνεργάζεται κυρίως με το Εθνικό Θέατρο, ωστόσο από το 1974 τα πολιτικά της καθήκοντα την υποχρέωσαν να απέχει κατά διαστήματα από τη σκηνή.
Το 1974 εξελέγη βουλευτής Α’ Αθήνας με τη Νέα Δημοκρατία. Διετέλεσε υφυπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών (1977-1981) και δημοτική σύμβουλος Αθηναίων το 1987-1989 με τον συνδυασμό «Νέα Εποχή» του Μιλτιάδη Έβερτ. Από την κοινοβουλευτική έπαλξη διέπρεψε σε προτάσεις και έργα νομοθετικού περιεχομένου για την προστασία των γερόντων, της μητρότητας, των παιδιών και ατόμων με ειδικές ανάγκες. Στον καλλιτεχνικό τομέα εισήγαγε τα μαθήματα καλλιτεχνικής παιδείας στη Μέση Εκπαίδευση, πρότεινε την ένταξη των ηθοποιών στο ΙΚΑ, την ίδρυση της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης, την καλύτερη λειτουργία των μουσικών ιδρυμάτων κ.ά. Τον Μάρτιο του 1990 παραιτήθηκε του βουλευτικού της αξιώματος κατά την διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας και έκτοτε δεν ξαναασχολήθηκε με την πολιτική.
Στην ερώτηση «αν της λείπει η πολιτική», σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2007 στην εφημερίδα « Καθημερινή », είχε απαντήσει: «Σκέφτομαι και λειτουργώ πολιτικά. Κάθε τι που κάνω είναι πολιτική πράξη. Και οι παραστάσεις που δίνω για την πολιτιστική επιμόρφωση των εφήβων , πολιτική πράξη δεν είναι; Τα παιδιά είναι το ωραιότερο κοινό του κόσμου. Οι μεγάλοι λειτουργούν κατόπιν κριτικής, ενώ τα παιδιά βάσει ενστίκτου». Ενώ για το ποιοι είναι οι ήρωες σήμερα, είχε δηλώσει :«Καμία εποχή δεν έμεινε γυμνή από ήρωες. Είμαστε σε μία μεταβατική περίοδο. Νέοι ήρωες θα δημιουργηθούν αναγκαστικά. Ξέρετε τι έχει σημασία σήμερα; Να βλέπουν οι νέοι πόσο σημαντικό είναι οι άνθρωποι να κρατάνε το λόγο της τιμής τους. Για να υπάρχουν προοπτικές».
Η Άννα Συνοδινού τιμήθηκε δύο φορές με το θεατρικό έπαθλο Κοτοπούλη, με το Σταυρό Ευποιίας Ελλάδος, με το παράσημο του Ιππότη του Ντάνεμπρο της Δανίας, του Ιππότη της Ιταλικής Λεγεώνας, με το μετάλλιο της Πόλεως των Αθηναίων, με το Έπαθλο Πιραντέλλο καθώς και με το παράσημο του Κέδρου του Λιβάνου.
Δίδαξε στις Σχολές του Εθνικού Θεάτρου, του Πέλου Κατσέλη και στην Καλλιτεχνική Εταιρεία Αθηνών. Έλαβε μέρος σε ξένες και ελληνικές ταινίες («Δολάρια και όνειρα», «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Ο άνθρωπος του τρένου», «Ο Λέων της Σπάρτης») και σειρές («Οι φρουροί της Αχαϊας»), καθώς και σε θεατρικές παραγωγές τηλεόρασης και ραδιοφώνου. Αρθρογράφησε σε εφημερίδες και στο περιοδικό Πολιτικά θέματα. Από το 2004 δίδαξε αρχαίο δράμα στο Ωδείο Αθηνών. Το 1998 εκδόθηκε το αυτοβιογραφικό χρονικό της «Πρόσωπα και Προσωπεία», και το 1999 το «Αίνος στους ‘Αξιους» . Από τις τελευταίες της εμφανίσεις σε Ηρώδειο και Επίδαυρο ήταν οι «Ευμενίδες» (2004).
Το 1956 παντρεύτηκε με τον παλαίμαχο πρωταθλητή του τριπλούν Γιώργο Μαρινάκη, συνοδοιπόρο της έως το θάνατό του το 2009. Είχε μία κόρη από τον πρώτο γάμο του συζύγου της. Έζησε μία λιτή και ουσιαστική ζωή. Δικά της παιδιά δεν απέκτησε ποτέ, και στο παρελθόν, είχε δηλώσει:
«Τίποτα δεν μου λείπει. Η επίδειξη είναι σημείο αδυναμίας. Εγώ είχα τη δύναμη άνωθεν να είμαι με έναν άντρα που λάτρεψα και με λάτρεψε, είχα την υγεία μου- ένας καρκίνος ευτυχώς πέρασε- είχα την κοινωνία που επίσης με λάτρεψε. Έκανα πολλές θυσίες. Έχασα τρία παιδιά στις αρένες της Επιδαύρου και της σκηνής. Πέρασα πολλά, αλλά ήταν μέσα στα καθήκοντά μου
Σχετικά Άρθρα
19/08/2025 - 21:53
19/08/2025 - 21:41
Δείτε επίσης