Το βλέπουμε, το ακούμε και το διαβάζουμε σε πολλά ρεπορτάζ που αφορούν στο σκάνδαλο Novartis και προκύπτει από το ίδιο το Σύνταγμα και τον περίφημο νόμο περί ευθύνης υπουργών: το πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση είναι άρρηκτα συνδεδεμένο από το τί ευρήματα θα φέρει στο φως η δικαστική διερεύνηση, καθώς πλέον δεν είναι… όλα κολάσιμα. Σε απλά ελληνικά: αυτό που ορίζεται από το νόμο περί ευθύνης υπουργών είναι ότι για να βρεθεί κάποιο πολιτικό πρόσωπο στη φυλακή θα πρέπει να έχει βρεθεί «μαύρο χρήμα». Κι αυτό διότι το «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» είναι το μόνο αδίκημα που θεωρείται «διαρκές» και, ως εκ τούτου, δεν παραγράφεται και δεν υπόκειται στις προθεσμίες του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν ένας υπουργός αποδειχθεί ότι έχει δωροδοκηθεί από κάποια φαρμακευτική εταιρεία ή από κάποιο διαγνωστικό κέντρο, αυτό δεν σημαίνει αυτομάτως ότι θα… τιμωρηθεί γι’ αυτό. Θα υποστεί, βεβαίως, την χλεύη της κοινωνίας και, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα τελειώσει η καριέρα του. Θα ισχύει το περίφημο «δεν μπορεί να κυκλοφορήσει στον δρόμο». Φυλακή, όμως, δεν θα μπει. Επαναλαμβάνουμε: ακόμη κι αν αποδειχθεί από την δικαστική διερεύνηση, ακόμη κι αν τεκμαίρεται με σαφήνεια και καθαρότητα.
Ο μόνος τρόπος για να μπει ένα πολιτικό πρόσωπο, ένας πρώην υπουργός, φυλακή για το σκάνδαλο Novartis –ή για οποιοδήποτε άλλο σκάνδαλο- είναι να βρεθεί μαύρο χρήμα και οι διαδρομές του. Με βάση τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, δηλαδή, ένας υπουργός δεν μπαίνει φυλακή αν αποδειχθεί πως έχει δωροδοκηθεί. Μπαίνει φυλακή μόνο αν δεν έχει καταφέρει να… κρύψει καλά τα χρήματα ή να τα «ξεπλύνει» με τρόπο που να μπορεί λογιστικά να δικαιολογήσει και το τελευταίο λεπτό του ευρώ.
Αυτό λένε τα ρεπορτάζ, γιατί αυτό ισχύει. Και δεν το λένε μόνο τα ρεπορτάζ, αλλά και πολιτικά πρόσωπα των οποίων το όνομα έχει εμπλακεί στη διερεύνηση της υπόθεσης. Για παράδειγμα, ο Άδωνις Γεωργιάδης, πριν λίγο καιρό δήλωνε τα εξής: «Αν γίνει δίωξη για παθητική δωροδοκία, θα κάνω προσφυγή στο αρμόδιο συμβούλιο για αναγνώριση της παραγραφής όπως προβλέπεται στο άρθρο 86 του Συντάγματος (σ.σ. νόμος περί ευθύνης υπουργών) και μετά μήνυση για κατάχρηση εξουσίας σε όποιον το αποφάσισε. Εάν το ερευνούν, την παθητική δωροδοκία, είναι παράνομο».
Αυτή η φράση συμπυκνώνει την αριστοκρατική αντίληψη της πολιτικής, αλλά και έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η κοινωνία έχει απομακρυνθεί από τους πολιτικούς: το αυτονόητο, το αυθεντικά δίκαιο, το να ελεγχθεί δηλαδή κάποιος για δωροδοκία και να πληρώσει γι’ αυτό αν αποδειχθεί, είναι… παράνομο για έναν πρώην υπουργό, αν έχουν περάσει οι αποσβεστικές προθεσμίες του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Και ταυτοχρόνως, όσο κι αν αυτό όντως ισχύει στο Σύνταγμα (που πλέον αλλάζει με πρωτοβουλία της κυβερνητικής πλειοψηφίας…), είναι τόσο προκλητικό που καλό είναι τουλάχιστον να μην λέγεται. Κι αυτό ισχύει όσο κυνικός κι αν είναι κανείς.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ