Διαφωνούμε με τις υποθέσεις των Ευρωπαίων για ανάπτυξη και πλεονάσματα, τόνισε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΔΝΤ, Τζέρι Ράις, κατά την ενημέρωση του Τύπου στην Ουάσινγκτον. Μία διαφωνία που κράτησε όλες τις πλευρές μακριά από την συνολική συμφωνία στο προηγούμενο Eurogroup, στο Λουξεμβούργο και δεν επέτρεψε την άμεση συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Στα καλά νέα, ο κ. Ράις, αποκάλυψε ότι η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστιν Λαγκάρντ, θα βρεθεί στην Αθήνα, αποδεχόμενη με χαρά την πρόσκληση του προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου.
Οι διαφωνίες Ευρώπης και ΔΝΤ έχουν καταγραφεί πολλές φορές και ο κ. Ράις, σχολιάζοντας τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Eurogroup, τόνισε ότι είναι προς όφελος της χώρας, παρότι αποτελεί την δεύτερη καλύτερη λύση. Ο ίδιος εξέφρασε τη βεβαιότητα του Ταμείου, ότι η συμφωνία για τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους δεν απέχει πολύ, καθώς υπήρξε πρόοδος”, ωστόσο χρειάζεται ακόμη χρόνος.
Σύμφωνα με τον κύριο Ράις «αν θεωρούσαμε ότι μία τέτοια συμφωνία δεν είναι εφικτή δεν θα προχωρούσαμε στην καταρχήν έγκριση μίας προληπτικής γραμμής».
Απαντώντας σχετικά με το πόσο ρεαλιστικοί είναι οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχουν τεθεί στην Ελλάδα τόνισε ότι η άποψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τη ρεαλιστική πορεία της ανάπτυξης και των πρωτογενών πλεονασμάτων της Ελλάδας, είναι γνωστή, δεν συμφωνούμε με όλες τις υποθέσεις που έχουν γίνει στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος. Για το λόγο αυτό, η ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους θα βασιστεί αποκλειστικά στις υποθέσεις του Ταμείου.
Σχετικά με τον υψηλό στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα (3,5% του ΑΕΠ έως το 2022), ο ίδιος είπε ότι είναι εφικτός, όμως μακροπρόθεσμα ο στόχος δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1,5%, προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος για την τόνωση της ανάπτυξης, τη μείωση της φορολογίας και την ενίσχυση του κοινωνικού δικτύου προστασίας.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Ταμείου, η καταρχήν έγκριση της συμφωνίας δεν σημαίνει ότι μπαίνει στο περιθώριο η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους και αν το Ταμείο θεωρούσε ότι δεν υπάρχει καλή πιθανότητα να έρθουμε σε συμφωνία «δεν θα προχωρούσαμε με αυτόν τον τρόπο». Είναι μία διαδικασία που έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές στο παρελθόν όταν το ΔΝΤ και το κράτος μέλος του συμφωνούν στο σκέλος των μεταρρυθμίσεων αλλά οι πιστωτές δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία ως προς την ελάφρυνση του χρέους. Είναι μία διαδικασία που έχει αποδειχθεί αποτελεσματική και επιβεβαιώνει την υπόσχεση που έχει δοθεί για την ελάφρυνση του χρέους.
Τέλος, ο ίδιος εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι η συμφωνία για το χρέος θα έρθει σύντομα και επανέλαβε ότι συζήτηση στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ θα έχει ολοκληρωθεί έως τις 27 Ιουλίου, συμπληρώνοντας ότι δεν υπάρχει χρονική προθεσμία για το πότε θα εκταμιευθούν τα χρήματα του ΔΝΤ.