Χρονιά αλλαγών για την Ευρώπη;

Κάθε φορά που αλλάζει χέρια η ηγεσία σε μία από τις δύο μεγάλες
χώρες της Ε.Ε. που συνήθως κινούν τον τροχό της Ιστορίας στα
ευρωπαϊκά θέματα, δηλαδή στη Γαλλία και στη Γερμανία,
περισσεύουν οι αναλύσεις για το πώς θα επηρεάσει η πολιτική
αλλαγή την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και το κοινό μας
μέλλον. Τα τελευταία –αρκετά- χρόνια, οι δύο αυτές χώρες δεν
αντιμετωπίζονταν ως «γαλλογερμανικός άξονας», όπως παλιά,
αλλά η Γερμανία είχε κατακτήσει ένα σαφές προβάδισμα.
Ο γάλλος
πρόεδρος Σιράκ ήταν ο τελευταίος που διαχειριζόταν τις
ευρωπαϊκές υποθέσεις ως ίσος προς ίσο με τον γερμανό
καγκελάριο, Γκέρχαρντ Σρέντερ, αλλά αυτό άλλαξε την εποχή της
Μέρκελ. Για το λόγο αυτό, λοιπόν, ουδείς πίστευε ότι θα
μπορούσαν να αλλάξουν πολλά πράγματα όταν μπήκε στο Ελιζέ ο
Σαρκοζί, μετά ο Ολάντ και τώρα ο Μακρόν. Βεβαίως, ο Μακρόν
διεκδικεί για τον εαυτό του όχι μόνο μία δεύτερη θητεία, αλλά και
ένα βαθύ ιστορικό αποτύπωμα, καθώς η πρώτη του ομιλία, στον
λόφο της Πνύκας, ως καλεσμένος του τότε πρωθυπουργού Αλέξη
Τσίπρα, αφορούσε στο όραμά του για την Ευρώπη. Και στη
συνέχεια, επανέλαβε τις ιδέες του και στην δεύτερη επί του
θέματος ομιλία του, στη Σορβόνη.
Όπως και να έχει, κάθε διάθεση «ανατροπής» ή έστω βελτίωσης
των ευρωπαϊκών υποθέσεων προσέκρουσε στην διαρκή
διστακτικότητα της Άνγκελα Μέρκελ. Η απερχόμενη γερμανίδα
καγκελάριος είχε στα χέρια της συγκεντρωμένη ισχύ, αλλά δεν
ήξερε τί να την κάνει. Διακρίθηκε για την αβουλία της, αλλά και για
το γεγονός ότι κάθε σοβαρή απόφαση –ειδικά σε ό,τι αφορούσε
την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη- περνούσε
από την «ισορροπία του τρόμου» στο εσωτερικό του κόμματός της
και δη από την επιρροή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην
Κοινοβουλευτική Ομάδα των Χριστιανοδημοκρατών.
Εν πάση περιπτώσει, τώρα η Μέρκελ φεύγει, ο Μακρόν διεκδικεί
σε μερικούς μήνες από τώρα μία δεύτερη θητεία στο Ελιζέ και
ταυτοχρόνως ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι –που ως
κεντρικός τραπεζίτης της Ευρωζώνης έσωσε την παρτίδα με αυτό
το περίφημο «whatever it takes» (μτφ. «θα κάνω ό,τι χρειάζεται»
για να σωθεί η Ευρωζώνη).
Ντράγκι και Μακρόν, λοιπόν, συνομολόγησαν την «συμφωνία του
Κυρηνάλιου», την περασμένη εβδομάδα, σηματοδοτώντας την
ανάδυση ενός νέου ευρωπαϊκού μπλοκ: της Ιταλίας και της
Γαλλίας. Την ίδια στιγμή, οι δύο ηγέτες δε θα βρουν απέναντί τους
την άβουλη, ισορροπίστρια και διαρκώς αναβλητική Μέρκελ, αλλά
τον νέο σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο, Όλαφ Σολτς. Και εκεί
αρχίζουν τα ερωτήματα: προχθές οι «Financial Times» έσπευσαν
να προεξοφλήσουν ότι στο προσφυγικό και την οικονομία, ο Σολτς
θέλει «να γράψει Ιστορία». Στον αντίποδα, ο ίδιος ως υπουργός
Οικονομικών στην κυβέρνηση Μέρκελ είχε κατηγορηθεί για τον
συντηρητικό τρόπο που αντιμετώπιζε όλα τα δημοσιονομικά
θέματα, στο εσωτερικό της Γερμανίας, αλλά και σε ό,τι αφορά την
Ευρωζώνη. Συν τοις άλλοις, το γεγονός ότι υπουργός Οικονομικών
είναι πλέον ο φιλελεύθερος Κρίστιαν Λίντνερ, ο «μικρός Σόιμπλε»,
επίσης είναι κάτι που δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Όμως, όπως και να έχει, σε αυτή τη συγκυρία που ανοίγει σιγά
σιγά η συζήτηση για την επόμενη μέρα της πανδημίας και για την
νέα δημοσιονομική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, έχουμε δύο
πολιτικούς που προωθούν διαφορετικές πολιτικές απ’ αυτές που
εγκλώβισαν την Ευρώπη επί μία δεκαετία και άλλον έναν που
ακόμη δεν έχει δώσει δείγματα γραφής. Συμπέρασμα; Ουδείς ξέρει
τίς ισορροπίες που θα επικρατήσουν. Όμως, σίγουρα το 2022 θα
είναι μία ενδιαφέρουσα χρονιά, που μπορεί να αποδειχθεί και
χρονιά εξελίξεων.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης