Παρασκευή, 11 Ιουλίου 2025

Χάσαμε την κουλτούρα διαλόγου, στοπ

Τα πρώτα δείγματα φάνηκαν ξεκάθαρα στην δημόσια συζήτηση και, κυρίως στην πολιτική αντιπαράθεση αναφορικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών: παρότι μία συμφωνία είναι συμβιβασμός –και, άρα, κάτι δίνεις και κάτι παίρνεις- στην πολιτική αντιπαράθεση κυριάρχησε το δίπολο «πατριώτες-ενδοτικοί». Η αξιωματική –και όχι μόνο- αντιπολίτευση αναμασούσε μεν –σχεδόν παβλοφικά- τους ισχυρισμούς περί «γλώσσας» και «εθνότητας», ωστόσο δεν κυριάρχησαν αυτά στον πολιτικό της λόγο. Αντιθέτως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έμειναν στην συλλογική μνήμη για τον τρόπο με τον οποίο αμφισβήτησαν τον «πατριωτισμό» της κυβέρνησης, για το πολιτικό φλερτ τους με τους «μακεδονομάχους» των συλλαλητηρίων, αλλά και για την… επιλεκτική όρασή τους που δεν τους άφησε να δουν τους ακροδεξιούς που παραλίγο να «μπουκάρουν» στη Βουλή.

Κάπως έτσι, φτάνουμε στο δυσάρεστο συμπέρασμα ότι ενώ η Συμφωνία των Πρεσπών και, κατ’ επέκταση, το Μακεδονικό, κυριαρχούσαν στην επικαιρότητα επί σχεδόν έναν χρόνο, η συζήτηση δεν μπήκε στην ουσία τόσο όσο θα περίμενε κανείς και ο διάλογος περιορίστηκε σε συνθήματα και ταμπέλες.

Το επόμενο ανησυχητικό δείγμα ξεδιπλώθηκε στη Βουλή τις προηγούμενες ημέρες, πάνω στον καμβά της διαδικασίας συνταγματικής αναθεώρησης. Παρότι ξεδιπλώθηκαν –αυτό θα έλειπε…- τα επιχειρήματα της ΝΔ υπέρ της αναθεώρησης του άρθρου 16 και υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά και τα επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ για την κατοχύρωση των δημοσίων αγαθών, των δικαιωμάτων των εργαζομένων και για την ενίσχυση της αναλογικότητας του πολιτικού συστήματος, στη συζήτηση κυριάρχησε η πολιτική σύγκρουση. Αυτό που μένει από την πρώτη φάση της αναθεώρησης του Συντάγματος είναι η πρόταση Μητσοτάκη «ψήφισε όλα τα δικά μου να ψηφίσω όλα τα δικά σου για να έχει λευκή επιταγή η επόμενη Βουλή να τα αναθεωρήσει όπως θέλει», που παραπέμπει σε παιχνίδια επί πράσινης τσόχας ή επί σκακιέρας –και πάντως όχι σε σοβαρή συζήτηση

επί της αναθεώρησης του καταστατικού χάρτη της χώρας. Και επίσης μένει η σύγκρουση για την αναθεώρηση του άρθρου 32, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εκδηλώνει τον φόβο του μήπως… το 2020 προκληθούν εκλογές κατά την προεδρική εκλογή και τον Αλέξη Τσίπρα να καταγγέλλει υπόγεια συνεννόηση ΝΔ-ΚΙΝΑΛ για ανάδειξη «εκσυγχρονιστή» Προέδρου του χρόνου τέτοιες μέρες.

Ενώ, δηλαδή, η αναθεώρηση είναι μία κορυφαία πολιτική διαδικασία, με το ίδιο το Σύνταγμα να επιβάλλει συναινέσεις μέσω αυξημένων πλειοψηφιών, αλλά και διάλογο μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, προσώρας μένουμε στις κραυγές, τις συγκρούσεις, την πόλωση. Η πρώτη φάση της αναθεώρησης, λοιπόν, αφήνει πίσω την ίδια πικρή γεύση που άφησε η αντιπαράθεση για το Μακεδονικό: πόλωση, ανταλλαγή κατηγοριών –ακόμη και ύβρεων- αλλά πάντως όχι επί της ουσίας συζήτηση.

Το ίδιο φαινόμενο έχει παρατηρηθεί και σε άλλα μείζονα θέματα, στα οποία οι πολιτικές δυνάμεις εμφανίζονται αδύναμες ή απρόθυμες να κουβεντιάσουν, να συζητήσουν, να κάνουν διάλογο επί της ουσίας. Ή ακόμη και να συγκρουστούν αλλά με τρόπο πολιτικό –γιατί οι διαχωριστικές γραμμές προφανώς υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν.

Υπ’ αυτή την έννοια, αλλά και με δεδομένο ότι τα μείζονα θέματα και τα μεγάλα προβλήματα δε θα σταματήσουν ούτε να υπάρχουν ούτε να προκύπτουν διαρκώς καινούργια, η απλή αναλογική φαίνεται πως έρχεται την κατάλληλη ώρα –αν δεν έχει ήδη αργήσει. Γιατί, σε μία φάση που η πόλωση και η τυφλή σύγκρουση έχει υπονομεύσει την απαραίτητη κουλτούρα διαλόγου μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, η απλή αναλογική έρχεται να αναγκάσει τους πάντες να θυμηθούν ότι θα πρέπει να κάθονται στο ίδιο τραπέζι με τους πολιτικούς τους αντιπάλους και να υπερασπίζονται τις θέσεις, την ιδεολογία και την πολιτική τους όχι με βαριές κουβέντες και χαρακτηρισμούς, αλλά με την δύναμη των επιχειρημάτων τους. Όπως πρέπει, δηαλδή, να λειτουργούν τα πράγματα στη Δημοκρατία.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή