Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΛΙΓΓΩΝΗΣ
Στις εκλογικές αναμετρήσεις δεν υπάρχει μόνο η έννοια της νίκης και της ήττας. Δηλαδή, η ανάγνωση των αποτελεσμάτων των εκλογών δεν είναι απλώς ποιος ήρθε πρώτος και ποιος δεύτερος. Υπάρχει, επιπροσθέτως, και η έννοια της «αξιοπρεπούς ήττας» ή της «πύρρειου νίκης».
Με άλλα λόγια, μπορεί ένα κόμμα να κόψει πρώτο το νήμα των εκλογών, αλλά είτε να μην έχει πάρει αυτοδυναμία, είτε να μην έχει καταφέρει να συναντήσει τις προσδοκίες που το ίδιο είχε καλλιεργήσει -η καλύτερη περιγραφή της «πύρρειου νίκης» ήταν το μούδιασμα στην ΝΔ τον Μάιο του 2012, όταν με αρχηγό τον Αντώνη Σαμαρά το κόμμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή έκοψε μεν πρώτο το νήμα των εκλογών, αλλά… φτάνοντας μετά βίας το 19%!
Σε κάθε περίπτωση, με ορίζοντα τις Ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου, στα κομματικά επιτελεία εξετάζουν ενδεχόμενα, καταρτίζουν σενάρια, προσπαθούν να προβλέψουν τις εξελίξεις.
Μπορεί να κόψει πρώτος το νήμα ο ΣΥΡΙΖΑ; Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αυτό είναι δύσκολο. Πρώτον, διότι ανεξαρτήτως αν τα διακυβεύματα για την Ευρώπη είναι πολύ μεγάλα σε αυτή τη συγκυρία, εξ αντικειμένου οι Ευρωεκλογές συνιστούν για πολλούς εκλογείς μία ευκαίρία να δείξουν ότι δυσφορούν ή αποδοκιμάζουν την κυβέρνηση. Τέσσερα χρόνια στην εξουσία είναι αυτά -και, ως γνωστόν, η φθορά ξεκινά την επομένη του σχηματισμού κυβέρνησης.
Συν τοις άλλοις, στην αποδοκιμασία συμβάλλει και η, όσο αταίριαστη γι’ αυτές τις κρίσιμες Ευρωεκλογές- θεωρία της «χαλαρής ψήφου», που θέλει τους πολίτες να εκφράζουν συναισθήματα χωρίς να επηρεάζονται από μείζονα διλήμματα: με άλλα λόγια, ένας απογοητευμένος από την κυβέρνηση -ή ακόμη και από τη ζωή του- δημόσιος υπάλληλος ή συνταξιούχος μπορεί να καταψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ «εύκολα», χωρίς να φοβάται ότι… την επόμενη μέρα θα έρθει η ΝΔ που δεν εμπιστεύεται. Μπορεί, δηλαδή, κάποιος να υιοθετήσει μία διαφορετική εκλογική συμπεριφορά από αυτή που θα επεδείκνυε αν ήξερε ότι κρίνεται το μέλλον της χώρας.
Βεβαίως, η «χαλαρή ψήφος» δεν πλήττει μόνο την κυβέρνηση, αλλά και όσους επιχειρούν να «εργαλειοποιήσουν» την εκλογική αναμέτρηση για την Ευρωβουλή ως «δημοψήφισμα» κατά της κυβέρνησης. Ήδη, η ΝΔ έχει πολιτικοποιήσει την συγκεκριμένη εκλογική διαδικασία, προσδοκώντας ότι θα έχει πολιτικά οφέλη. Ωστόσο, το πρόβλημα τόσο με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσο και με τον αρχηγό του είναι πως δεν «αρέσουν». Ακόμη κι αν στις δημοσκοπήσεις η ΝΔ εμφανίζει ευρύ προβάδισμα «πατώντας» στην αποσυσπείρωση όσων είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ το 2015, αρκετοί απ’ όσους δεν… ενθουσιάζονται με την προοπτική νίκης του Κυριάκου Μητσοτάκη είτε θα κάτσουν σπίτια τους είτε θα επιλέξουν κάτι άλλο -ακόμη κι αν θέλουν «να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ», αφού από τις Ευρωεκλογές δε θα κρίνεται ούτε ποιος θα φύγει, ούτε ποιος θα έρχεται.
Η «δημοψηφισματική» ανάγνωση, μ’ άλλα λόγια, που θέλει να προσδώσει στις Ευρωεκλογές η ΝΔ αποτελεί δίκοπο μαχαίρι: κι αυτό διότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει δεύτερος αλλά με μία απολύτως διαχειρίσιμη διαφορά -ας πούμε, τριών ποσοστιαίων μονάδων- τότε αυτό κάθε άλλο παρά «δημοψήφισμα κατά της κυβέρνησης» θα είναι. Για την ακρίβεια, αν στην Κουμουνδούρου διαθέτουν αίσθηση του χιούμορ θα πρέπει να ευχαριστήσουν τον λαό που τούς ανέδειξε… νικητές των εκλογών, ενώ αν στη ΝΔ διαθέτουν στοιχειώδη συναίσθηση της πραγματικότητας, θα πρέπει να αποφύγουν κάθε «επινίκια» αναφορά. Και, αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορεί να ελπίζει. Βασίμως. Γιατί θα έχει έρθει δεύτερος αλλά με μία απολύτως διαχείρισιμη διαφορά, σε μία μάχη που δεν είχε στα χέρια του κανένα εργαλείο και κανένα δίλημμα: πριν καν, δηλαδή, ζητήσει από τον δημόσιο υπάλληλο να αποφανθεί ποιον εμπιστεύεται ότι δε θα συρρικνώσει τον δημόσιο τομέα. Πριν καν ζητήσει από τον εργαζόμενο να αποφανθεί ποιος μπορεί να διαφυλαξει και να εμβαθύνει καλύτερα τα εργασιακά δικαιώματά του. Πριν καν ζητήσει από τον συνταξιούχο να επιλέξει ποιος μπορεί να εγγυηθεί την σύνταξή του. Πριν καλέσει τον μικροέμπορο, τον βιοτέχνη, τον μιροεπαγγελματία να διαλέξει ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι οι ασφαλιστικές εισφορές δε θα πέσουν να τον πλακώσουν…