Απαιτείται η δραστική μείωση των κρατικών δαπανών

 

Πάμπολλες φορές έχουμε καυτηριάσει τη δραματική αύξηση του δημοσίου χρέους της χώρας, μετά τη μεταπολίτευση και κυρίως μετά το 1980. Η στατιστική διαπίστωση ότι την περίοδο 1974-2016, το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από 3,8 εξακοντίστηκε στα 325 δις ευρώ (€), δηλαδή αυξήθηκε 85,5 φορές, καταμαρτυρεί την παταγώδη αποτυχία της ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής όλων των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων. Το δημόσιο χρέος μιας χώρας αποτελεί το άθροισμα παρελθόντων κρατικών ελλειμμάτων. Η ύπαρξη ελλειμμάτων υποδηλώνει ότι οι δαπάνες είναι μεγαλύτερες από τα δημόσια έσοδα. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα χρηματοδοτούνται από τις κυβερνήσεις με δανεισμό, μέσω της έκδοσης κρατικών χρεογράφων (ομόλογα και έντοκα γραμμάτια), δανεισμός που προκαλεί την περαιτέρω αύξηση του δημοσίου χρέους. Συνεπώς, η μείωση του δημασίου χρέους προϋποθέτει την ύπαρξη πλεονασμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό, πλεονάσματα που μπορούν να επιτευχθούν μόνο αν τα δημόσια έσοδα είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες. Η επίτευξη όμως πλεονασμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό, προαπαιτεί είτε τη μείωση των δαπανών, είτε την αύξηση των εσόδων.

Στην Ελλάδα του σήμερα, στην Ελλάδα των αποτυχημένων μνημονιακών πολιτικών, το βάρος της μακροοικονομικής πολιτικής για την δραστική μείωση των κρατικών ελλειμμάτων, πρέπει να πέσει στην αποφασιστική ελάττωση των δημοσίων δαπανών. Αξιοσημείωτο είναι ότι το 2016 αποτελεί χρονιά εντυπωσιακής ανόδου των κρατικών δαπανών. Απεναντίας, τα κρατικά έσοδα έχουν κτυπήσει ταβάνι και σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, κάθε προσπάθεια περαιτέρω ανόδου τους, προσλαμβάνει κτηνώδη και απάνθρωπα χαρακτηριστικά. Νοικοκυριά και επιχειρήσεις βρίσκονται σε τραγικό αδιέξοδο. Πολλές οι άμεσες υποχρεώσεις τους, όπως λογαριασμοί της ΔΕΗ, του ΟΤΕ, της κινητής τηλεφωνίας, της ΕΥΔΑΠ, των πιστωτικών καρτών, των ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ, των ενοικίων, των δόσεων  των καταναλωτικών, των στεγαστικών και των επιχειρηματικών δανείων, του ΕΝΦΙΑ, κ.λπ. Ποιους απ’ όλους αυτούς τους λογαριασμούς να καταφέρουν να πληρώσουν; Ο κάθε τίμιος πολίτης από τη θέση του εργαζόμενου ή του επιχειρηματία, ξέρει τι αγώνα δίνει για να τα βγάλει πέρα σε αυτούς τους χαλεπούς και αβέβαιους για την εθνική μας οικονομία καιρούς.

Ο πρωθυπουργός και το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, οφείλουν να αντιληφθούν ότι η φοροδοτική ικανότητα των ελλήνων έχει εξαντληθεί. Η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να εστιαστεί στην δραστική μείωση των κρατικών δαπανών. Για παράδειγμα, ο αριθμός των εργατοϋπαλλήλων στους χιλιάδες φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δεν θα έπρεπε να ξεπερνούσε σήμερα τις 500.000 άτομα. Σύμφωνα με διάφορους υπολογισμούς, ο αριθμός των μόνιμων και των έκτακτων  εργατοϋπαλλήλων και των αμειβομένων με ειδικές συμβάσεις εργασίας, εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 1.000.000 άτομα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Εδώ και αρκετά χρόνια, η εξυγίανση και η πειθαρχία των Δημοσίων Οικονομικών, θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει από την ελάττωση του εργατοϋπαλληλικού προσωπικού στα υπουργεία, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, τις ΔΕΚΟ και τους χιλιάδες φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Υπάρχουν κρατικοί φορείς που οι εργαζόμενοι με ειδικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου, είναι υπερδιπλάσιοι των μονίμων υπαλλήλων. Ας όψεται το κομματικό ρουσφέτι για τους αχρείαστους διορισμούς, που τελική κατάληξη έχουν την αλόγιστη και διαχρονική αύξηση των δημοσιονομικών δαπανών. Παράλληλα, η σημαντική μείωση των κρατικών δαπανών, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πάταξη της διαφθοράς σε όλες τις βαθμίδες της κρατικής πυραμίδας. Υπάρχουν κρατικοί φορείς, που οι επιτήδειοι με νομιμοφανείς πραχτικές, τρώνε με σαράντα μασέλες και λογαριασμό δεν δίνουν σε κανένα. Αναμφίβολα, η άμεση μείωση των δημοσίων δαπανών και η καταστολή των φαινομένων διαφθοράς, θα πρέπει να αποτελέσουν κεντρικό στόχο της ασκούμενης κοινωνικοοικονομικής πολιτικής.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή