Μεγάλη αύξηση της τάξης του 20,3% στην αξία των ελληνικών εξαγωγών, κατεγράφη το πρώτο τρίμηνο του 2017, έναντι της αντίστοιχης περιόδου το 2016. Σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), α’ τριμήνου, η συνολική αξία των εξαγωγών εμφανίζεται αυξημένη κατά 20,3% (στα 6,87 δις ευρώ, από 5,71 δις στο αντίστοιχο τρίμηνο του 2016), ενώ η αξία των εξαγωγών χωρίς τα πετρελαιοειδή καταγράφει αύξηση κατά 261 εκατ. Ευρώ ή κατά 5,9%.
Ακόμα μεγαλύτερη είναι η άνοδος των εξαγωγών σε επίπεδο Μαρτίου. Η συνολική αξία των εξαγωγών αυξήθηκε κατά 25,7% (στα 2,63 δις ευρώ έναντι 2,09 δις του Μαρτίου του 2016). Διψήφιοι ρυθμοί αύξησης προκύπτουν ακόμη κι αν εξαιρεθούν τα πετρελαιοειδή (+12,5% ή κατά 205,4 εκατ. ευρώ).
Από τον ΠΣΕ, τονίζεται ότι η εμφατική ανάκαμψη στους ρυθμούς τόσο των εξαγωγών, όσο και των εξαγωγών που καταγράφηκε τον περασμένο Μάρτιο, επιβεβαιώνει τη θετική συγκυρία για συναλλαγές ειδικά με χώρες εκτός ΕΕ, αλλά και την ανάκαμψη της μεταποιητικής δραστηριότητας εντός των συνόρων, εν αναμονή μεγαλύτερων παραγγελιών, σε σχέση το 2016.
Οι συντάκτες της έκθεση, αναφέρουν πως με την χρονική σύμπτωση της εορταστικής περιόδου Πάσχα, για ορθόδοξους και καθολικούς να λειτουργεί πρόσθετα ενισχυτικά, αλλά και την προσπάθεια επίσπευσης εμπορικών συναλλαγών ενόψει της τότε επικείμενης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας από τους θεσμούς, το εξωτερικό εμπόριο της Ελλάδας αναθερμάνθηκε θεαματικά, σε βαθμό μάλιστα που οδηγεί και σε νέα αύξηση του εμπορικού ελλείμματος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Μάρτιο, οι συνολικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 50% προς τις Τρίτες Χώρες, χάρη κυρίως στις υψηλότερες τιμές πετρελαιοειδών, ενώ η αύξηση προς τις Χώρες της ΕΕ υπολογίστηκε στο +8,1%. Αν εξαιρεθούν από τον υπολογισμό τα πετρελαιοειδή, προκύπτει αύξηση εξαγωγών προς τις Τρίτες Χώρες κατά 13,4% και προς τις χώρες της ΕΕ κατά 12,2%.
Οι εν λόγω επιδόσεις οδήγησαν το ποσοστό των εξαγωγών που κατευθύνονται στις αγορές των κρατών-μελών στο 54,8%, έναντι 45,2% των Τρίτων Χωρών. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, η αναλογία διατηρείται εκ νέου υπέρ των κρατών μελών σε ποσοστό 68,6% (έναντι ποσοστού 31,4% των Τρίτων Χωρών).
Οι κλάδοι της Οικονομίας που κέρδισαν το στοίχημα των εξαγωγών
Η άνοδος ήταν μοιρασμένη στους περισσότερους κλάδους του εμπορίου, με τους αναλυτές, του Συνδέσμου, να τονίζουν ότι ενδεικτικό στοιχείο της έντασης της ανόδου είναι το γεγονός ότι μόνο 2 κλάδοι εμφάνισαν αρνητικό πρόσημο, έναντι 8 ανοδικών. Εκτός από την αύξηση «μαμούθ», των πετρελαιοειδών (+72,4%), ξεχωρίζει η αύξηση εξαγωγών στους κλάδους των πρώτων υλών (+41,3%), των διάφορων βιομηχανικών (+22,4%) και των βιομηχανικών προϊόντων 20,8%. Πτωτικά κινήθηκαν μόνο οι κλάδοι των ποτών/καπνού (-2,4%) και μηχανημάτων (-4,2%).
Αν τα στοιχεία εξεταστούν σε επίπεδο τριμήνου, τότε οι κλάδοι με αρνητικό πρόσημο, γίνονται τρείς, καθώς στους κλάδους που υποχωρούν σε σχέση με το 2016, προστίθεται το ελαιόλαδο (-26,3%).
Αύξηση κατά 30,2% των εισαγωγών τον Μάρτιο
Εκτός από τις εξαγωγές, σημαντική αύξηση σημείωσαν και οι εισαγωγές τον Μάρτιο που έφτασαν σε συνολική αξία τα 4,77 δις ευρώ (+30,2% σε σχέση με τα 3,66 δις ευρώ του Μαρτίου του 2016). Κύριος λόγος της εκρηκτικής αύξησης είναι αφενός οι αυξημένες τιμές του πετρελαίου, αλλά και οι νέες παραλαβές πλοίων, την ώρα όμως που ανοδικά κινήθηκαν οι εισαγωγές και στους υπόλοιπους κλάδους. Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμη κι αν εξαιρεθούν πετρελαιοειδή και πλοία, καταγράφεται αύξηση της τάξης του 9,9% (ή κατά 294,4 εκατ. ευρώ).
Στο τρίμηνο, εισήχθησαν προϊόντα συνολικής αξίας 13,35 δις ευρώ (+31% σε σχέση με τα 10,19 δις ευρώ της αντίστοιχης περυσινής περιόδου). Όμως η αύξηση αυτή σε μεγάλο βαθμό καλύπτεται από την αύξηση στην αξία των πετρελαιοειδών. Εξαιρουμένων πετρελαιοειδών και πλοίων, η αξία των εισαγωγών εμφανίζεται αυξημένη μόνο κατά 6,3% ή κατά 503,4 εκατ. ευρώ.
Οι αυξήσεις σε εισαγωγές και εξαγωγές, δεν ήταν ίσες, με αποτέλεσμα, να καταγραφεί νέα αύξηση του συνολικού εμπορικού ελλείμματος κατά 36,2% στα 2,14 δις ευρώ σε μηνιαία βάση και κατά 44,8% στα 6,47 δις ευρώ σε τριμηνιαία βάση. Βέβαια, όπως προαναφέρθηκε, δίχως τα πετρελαιοειδή και τα πλοία, το έλλειμμα αυξήθηκε κατά 6,8% ή κατά 242,4 εκατ. ευρώ.

