Αντικαταθλιπτικά: Μελέτη αποκαλύπτει μεγάλες διαφορές στις σωματικές παρενέργειες

Οι γιατροί γνωρίζουν εδώ και χρόνια ότι τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα μπορεί να συνοδεύονται από παρενέργειες που επηρεάζουν την καρδιαγγειακή και τη μεταβολική υγεία.
Μια νέα, εκτεταμένη ανάλυση από ερευνητές του Ηνωμένου Βασιλείου έρχεται για πρώτη φορά να συγκεντρώσει δεδομένα από περισσότερες από 150 κλινικές δοκιμές, προκειμένου να συγκρίνει τις σωματικές παρενέργειες δεκάδων αντικαταθλιπτικών.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε αυτή την εβδομάδα στο περιοδικό The Lancet, εξετάζει πώς κάθε φάρμακο μπορεί να επηρεάσει το σωματικό βάρος, την αρτηριακή πίεση, τους καρδιακούς παλμούς, τη χοληστερόλη και άλλους δείκτες υγείας.
Ο επικεφαλής ερευνητής, Δρ. Toby Pillinger, ψυχίατρος στο King’s College του Λονδίνου, παρομοίασε τα αποτελέσματα με έναν «πίνακα πρωταθλήματος» για 30 διαφορετικά αντικαταθλιπτικά, ταξινομημένα με βάση το προφίλ των παρενεργειών τους.
«Δεν έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο σε αυτή την κλίμακα», ανέφερε. «Για πρώτη φορά μπορούμε να δώσουμε συγκεκριμένους αριθμούς για το πόσα κιλά μπορεί να πάρει ή να χάσει ένας ασθενής, ή πόσο μπορεί να αυξηθεί η χοληστερόλη του».
Η ανάλυση βασίστηκε σε υπάρχοντα δεδομένα από περίπου 58.000 ασθενείς, κυρίως από οκταεβδομαδιαίες μελέτες φαρμάκων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα αντικαταθλιπτικά στις ΗΠΑ —οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs), όπως τα Zoloft και Prozac— φαίνεται να προκαλούν τις λιγότερες σωματικές παρενέργειες.
Αντίθετα, ορισμένα παλαιότερα φάρμακα είχαν σημαντικότερες επιπτώσεις.
Για παράδειγμα, ένας ασθενής που λαμβάνει νορτριπτυλίνη (τρικυκλικό αντικαταθλιπτικό) μπορεί να έχει, κατά μέσο όρο, 20 παλμούς ανά λεπτό περισσότερους σε σχέση με κάποιον που παίρνει το SSRI φλουβοξαμίνη. Όσον αφορά το βάρος, η μεταβολή μπορεί να φτάσει έως και 2 κιλά περισσότερα ή λιγότερα ανάλογα με το φάρμακο.
Ο Δρ. Pillinger τονίζει ότι σκοπός της μελέτης δεν είναι να «δαιμονοποιήσει» συγκεκριμένα φάρμακα.
«Ένα αντικαταθλιπτικό που είναι ακατάλληλο για κάποιον μπορεί να είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό για κάποιον άλλο», λέει.
Η ερευνητική ομάδα δημιούργησε μάλιστα ένα δωρεάν ψηφιακό εργαλείο, το οποίο χρησιμοποιούν ήδη γιατροί σε όλο τον κόσμο ώστε να επιλέγουν το κατάλληλο φάρμακο με βάση την υγεία και τις προτιμήσεις κάθε ασθενούς.
Η Δρ. Nina Kraguljac, καθηγήτρια ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο, που δεν συμμετείχε στη μελέτη, χαρακτήρισε την έρευνα «καλοσχεδιασμένη και ενθαρρυντική».
«Αυτό που με εξέπληξε είναι ότι οι παρενέργειες δεν φαίνονται τόσο σοβαρές όσο φοβόμασταν», σημείωσε.
Ωστόσο, προειδοποιεί ότι τα αποτελέσματα αντικατοπτρίζουν μέσους όρους και όχι την εμπειρία κάθε ασθενούς:
«Οι παρενέργειες δεν εμφανίζονται σε όλους και δεν πρέπει να αποτελούν λόγο αποφυγής της θεραπείας».
Περιορισμοί και προοπτικές
Η μελέτη βασίστηκε κυρίως σε δεδομένα οκτώ εβδομάδων, παρόλο που πολλοί ασθενείς λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά για μήνες ή και χρόνια. Επιπλέον, δεν εξετάστηκαν κάποιες κοινές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως η σεξουαλική δυσλειτουργία, τα γαστρεντερικά προβλήματα ή η «συναισθηματική απονέκρωση» — η αίσθηση ότι τα συναισθήματα «μουδιάζουν».
Ο Δρ. David Hellerstein, ψυχίατρος στο Πανεπιστήμιο Columbia, επισημαίνει ότι παρότι τα περισσότερα φάρμακα —ειδικά τα νεότερα SSRIs και SNRIs— φαίνονται ασφαλή, οι παρενέργειες μπορεί να έχουν σημασία για συγκεκριμένες ομάδες ασθενών.
«Σε κάποιους, αυτές οι επιπτώσεις μπορεί να καθορίσουν ποιο φάρμακο θα προτιμήσει ο γιατρός ή ο ίδιος ο ασθενής», λέει.
Τέλος, ο ίδιος σημειώνει πως οι παρενέργειες δεν είναι πάντα αρνητικές:
«Αν ένας ασθενής έχει χάσει βάρος λόγω κατάθλιψης, ένα αντικαταθλιπτικό που προκαλεί μικρή αύξηση βάρους μπορεί να είναι στην πραγματικότητα ευεργετικό».
Πηγή: npr.org
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης