Αντιεπιληπτικά φάρμακα: Γιατί αργεί η αποτελεσματική θεραπεία στην εστιακή επιληψία;

Τα αντιεπιληπτικά φάρμακα βοηθούν την πλειονότητα των ανθρώπων με εστιακή επιληψία, μια κοινή μορφή της νευρολογικής αυτής διαταραχής. Ωστόσο, σύμφωνα με νέα μελέτη, οι περισσότεροι ασθενείς συνεχίζουν να έχουν κρίσεις για τουλάχιστον έναν χρόνο από την έναρξη της θεραπείας τους, μέχρι οι γιατροί να βρουν το κατάλληλο φάρμακο και τη σωστή δοσολογία.
Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό JAMA Neurology.
Η εστιακή επιληψία, που αφορά περίπου το 60% των περιπτώσεων επιληψίας, προκαλείται όταν νευρικά κύτταρα σε μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου εκπέμπουν ξαφνικά και υπερβολικά ηλεκτρικά σήματα. Αυτή η ανεξέλεγκτη δραστηριότητα – γνωστή ως εστιακή κρίση – μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όπως αφύσικα συναισθήματα ή αισθήσεις και ασυνήθιστες συμπεριφορές.
Αν και η επιστημονική προσοχή έχει στραφεί κυρίως στη μειοψηφία των ασθενών που δεν ανταποκρίνονται καθόλου στη φαρμακευτική αγωγή, η παρούσα μελέτη εστιάζει σε μια άλλη ομάδα: όσους δεν ανταποκρίνονται στο πρώτο φάρμακο ή σχήμα θεραπείας, αλλά τελικά βρίσκουν κάποια επιλογή που τους βοηθά.
Η μελέτη, η οποία διεξήχθη από ερευνητές του NYU Langone Health στο πλαίσιο του διεθνούς Human Epilepsy Project, είναι από τις πρώτες της τελευταίας δεκαετίας που εξετάζουν ασθενείς των οποίων οι κρίσεις μπορούν τελικά να ελεγχθούν με φάρμακα.
Τα αποτελέσματα από περίπου 450 άνδρες, γυναίκες και εφήβους που διαγνώστηκαν πρόσφατα έδειξαν ότι ενώ πάνω από τους μισούς τελικά θα έβρισκαν μια αποτελεσματική θεραπεία, η ουσιαστική βελτίωση χρειάστηκε κατά μέσο όρο 12 μήνες – και για πολλούς ακόμη περισσότερο.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι τα άτομα με εστιακή επιληψία θα πρέπει να περιμένουν μια μακρά περίοδο προσαρμογής καθώς ο γιατρός τους αναζητά το καλύτερο θεραπευτικό σχήμα», δήλωσε η Δρ Jacqueline French, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και νευρολόγος.
Μια πιθανή εξήγηση για την καθυστέρηση είναι ότι οι γιατροί δεν επιλέγουν την καταλληλότερη θεραπεία από την πρώτη φορά
Η French, η οποία είναι καθηγήτρια Νευρολογίας στην Ιατρική Σχολή του NYU Grossman και συν-επικεφαλής του Human Epilepsy Project, προσθέτει ότι το φάρμακο levetiracetam είναι η πιο συχνή αρχική επιλογή. Αν και έχει λίγες αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και καλύπτει πολλούς τύπους κρίσεων, τα ευρήματα δείχνουν ότι μόνο το 25% των συμμετεχόντων που το έλαβαν εξαρχής κατάφεραν να γίνουν ελεύθεροι κρίσεων από την πρώτη προσπάθεια, ενώ το 57% είχε αρχικά λάβει το συγκεκριμένο φάρμακο.
Στη μελέτη συμμετείχαν 34 κέντρα επιληψίας σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Αυστραλία, με τη συλλογή δεδομένων να πραγματοποιείται από το 2012 έως το 2019. Οι ερευνητές κατέγραψαν το ιατρικό ιστορικό, το φύλο, τη φυλή, τη συχνότητα κρίσεων, την ηλικία έναρξης και τα ευρήματα από μαγνητικές τομογραφίες. Όλοι οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για τρία έως έξι χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης, οι συμμετέχοντες κρατούσαν ηλεκτρονικό ημερολόγιο, σημειώνοντας καθημερινά αν είχαν κρίση ή όχι, την ώρα και διάρκεια κάθε επεισοδίου, τον τύπο της κρίσης και άλλα στοιχεία. Επίσης, κατέγραφαν τα φάρμακα που έπαιρναν, τη δοσολογία και τυχόν λόγους διακοπής.
Ως “ελεύθεροι κρίσεων” θεωρούνταν οι ασθενείς που δεν είχαν επεισόδιο για τουλάχιστον έναν χρόνο (ή περισσότερο, αν οι κρίσεις ήταν πιο αραιές).
Η μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι το 63% των συμμετεχόντων είχε συνεχιζόμενες ή και επιδεινούμενες κρίσεις κατά τον πρώτο χρόνο θεραπείας, ακόμη και αν τελικά κατάφεραν να τις ελέγξουν
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι όσοι είχαν κρίσεις μόνο λίγες φορές το χρόνο πριν τη θεραπεία, ανταποκρίθηκαν καλύτερα από αυτούς με εβδομαδιαία επεισόδια. Επιπλέον, όσοι είχαν ιστορικό ψυχικών διαταραχών όπως άγχος ή κατάθλιψη είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να μην ανταποκριθούν στα φάρμακα σε σύγκριση με όσους δεν είχαν τέτοιο ιστορικό.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι ο καλύτερος δρόμος για ένα νέο θεραπευτικό πλάνο είναι μερικές φορές η καλύτερη χρήση των υπαρχόντων εργαλείων και όχι απαραίτητα η αναζήτηση του επόμενου επαναστατικού φαρμάκου», δήλωσε η French, η οποία είναι μέλος του Comprehensive Epilepsy Center του NYU Langone.
Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει να μελετήσει πιο προσεκτικά όσους δεν κατάφεραν να γίνουν ελεύθεροι κρίσεων κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Η French σημειώνει επίσης ότι η μελέτη δεν αξιολόγησε άμεσα τη σημασία της επιλογής θεραπευτικού σχήματος, της δοσολογίας ή των παρενεργειών, και δεν απέκλεισε άτομα που ενδεχομένως δεν ακολούθησαν σωστά τη θεραπεία τους.
Το Human Epilepsy Project αποτελεί μια διεθνή συνεργασία εκατοντάδων ερευνητών, γιατρών και επαγγελματιών υγείας που επιδιώκουν νέα γνώση για το πώς ανταποκρίνονται οι ασθενείς στην επιληψία και πώς μπορούν να απαλλαγούν από τις κρίσεις.
Πηγή: medicalxpress.com
Σχετικά Άρθρα
25/08/2025 - 23:50
25/08/2025 - 22:40
Δείτε επίσης