Γράφει η Ζέφη Δημαδάμα στην Κυριακάτικη Kontra News
Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία στοιχίζει πρωτίστως σε ανθρώπινες ζωές, ενώ παράλληλα προκαλεί ανθρωπιστική κρίση και δημιουργεί πολλαπλές επιπτώσεις στην οικονομία.
Σε αυτό το πλαίσιο επανέρχεται η επείγουσα συζήτηση για το ενεργειακό σχέδιο που η ΕΕ θα υλοποιήσει, ώστε να αποφύγει κρίσιμα ενεργειακά προβλήματα και να διασφαλίσει την ενεργειακή της αυτονομία. Υπενθυμίζεται ότι η Ευρώπη εισάγει το 40% του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία, το 20% από τη Νορβηγία, ένα 18%-20% είναι υγροποιημένο φυσικό αέριο το LNG άρα είναι φανερό ότι η Ευρώπη είναι η μεγαλύτερη χαμένη από τον πόλεμο στη γειτονιά της.
Η Ευρώπη πρόταξε ένα σχέδιο -στις αρχές του χρόνου- σχετικά με τη ενεργειακή της επάρκεια αλλά και την κλιματική ουδετερότητα (έως το 2050), το οποίο σε συνδυασμό με την ρώσικη επίθεση που είναι σε εξέλιξη, παρουσιάζει πολλά τρωτά σημεία. Από την πρώτη στιγμή ήταν προβληματική η επιμονή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να συμπεριληφθούν το φυσικό αέριο και η πυρηνική ενέργεια στη στόχευσή της για την προώθηση των «πράσινων» επενδύσεων. Παρότι σημειώθηκαν πολλές αντιδράσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις, επιστήμονες και πολιτικούς που έσπευσαν να υπογραμμίσουν τη λάθος τακτική να «βαφτιστεί» το φυσικό αέριο και η πυρηνική ενεργεία ως «φιλικά προς το περιβάλλον» ή «πράσινη ενέργεια», η Κομισιον δεν έκανε πίσω. Και αυτό γιατί πρωτοστάτησαν δυο από τα πιο ισχυρά κράτη της ΕΕ η Γαλλία και η Γερμανία έχοντας τους δικούς τους λόγους για την υιοθέτηση των παραπάνω.
Ειδικότερα, η Γαλλία αντλεί περίπου το 70% της ηλεκτρικής της ενέργειας από την πυρηνική ενέργεια και αποτελεί την πρώτη πυρηνική δύναμη στην Ευρώπη ενώ η Γερμανία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το φυσικό αέριο καθώς έκλεισε τους μισούς από τους έξι πυρηνικούς σταθμούς της. Εύκολα γίνονται αντιληπτοί επομένως οι λόγοι για τους οποίους το φυσικό αέριο, ενώ είναι ορυκτό καύσιμο, θεωρήθηκε από την ΕΕ ως «γέφυρα» για ένα καθαρότερο ενεργειακό μέλλον με στόχο την επίτευξη του στόχου του περιορισμού της θέρμανσης στους 1,5 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Όμως η ΕΕ δεν μπορεί να προχωρήσει με άξονα τα συμφέροντα αποκλειστικά των ισχυρών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αν θέλει να είναι βιώσιμη, ανθεκτική και ισχυρή στα επόμενα δύσκολα χρόνια χρειάζεται την ευρωπαϊκή της ολοκλήρωση με δημοκρατικούς θεσμούς και με δικαιοσύνη. Η ενεργειακή κρίση, όπως και η εξωτερική πολιτική, η άμυνα και η οικονομία επαναφέρουν την απόλυτη ανάγκη δημιουργίας μιας Ευρώπης που δεν θα αφήνει κανέναν εκτός, που θα προασπίσει την ενεργειακή δημοκρατία και θα αντιμετωπίσει την ενεργειακή φτώχεια. Για μια ακόμη φορά δεν μπορεί να μείνουν εκτεθειμένες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα φτωχά νοικοκυριά ή οι ευάλωτες ομάδες που ήδη βάλλονται και περιθωριοποιούνται.
* Αντιπρόεδρος Γυναικών Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού κόμματος (PesWomen), Διδάσκουσα στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών & Περιφερειακών Σπουδών, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Στέλεχος ΚΠΕ ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ