Το πολιτικό κόστος για πρόεδρο «µετράει» ο Μητσοτάκης

Λίγα 24ωρα πριν την κρίσιµη συνάντησή του µε την Πρόεδρο της Δηµοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης «µετράει» προσεχτικά το πολιτικό κόστος που θα έχει η όποια πρότασή του για Πρόεδρο της Δηµοκρατίας. Τα χρονικά περιθώρια πλέον για τον κ. Μητσοτάκη έχουν σχεδόν εξαντληθεί, ενώ η Προεδρολογία και τα ονόµατα που διαρρέονται και ανακυκλώνονται συντηρούν ένα κλίµα αβεβαιότητας.

Ο κ. Μητσοτάκης και το επιτελείο του γνωρίζουν πως κάθε επιλογή προσώπου που θα προταθεί για Πρόεδρος της Δηµοκρατίας, περιέχει πολιτικό ρίσκο και έχει και πολιτικό κόστος. Όπως έχει πλέον διαµορφωθεί το κλίµα, µε τις διαρροές, τα ονόµατα που διαρρέονται και πέφτουν στο τραπέζι, τους προβληµατισµούς που υπάρχουν στην Κοινοβουλευτική Οµάδα της ΝΔ, αλλά και το παρασκήνιο που υπάρχει για το θέµα του Προέδρου στα κόµµατα της Αντιπολίτευσης, για την ώρα τουλάχιστον συντηρείται ένα «θολό τοπίο», το οποίο όµως δεν µπορεί να καλύψει τις αδυναµίες της ασκούµενης κυβερνητικής πολιτικής σε κρίσιµους τοµείς για την καθηµερινότητα του πολίτη (ακρίβεια, ανατιµήσεις, µισθοί, εργασιακά, προβλήµατα στο ΕΣΥ κ.ά.).

Αν και η κ. Σακελλαροπούλου για πολλούς θεωρείται «καµµένο χαρτί» σε ό,τι αφορά στην ανανέωση της θητείας της, ωστόσο το όνοµά της δεν έχει φύγει τελείως από το τραπέζι. Ο κ. Μητσοτάκης στη συνάντηση που έχει την Τετάρτη 15 Ιανουαρίου µε την κ. Σακελλαροπούλου, θα ξεκαθαρίσει και επίσηµα αν θα της ανανεώσει τη θητεία ή απλά θα την ευχαριστήσει για την προσφορά και τις υπηρεσίες της από τη θέση του Προέδρου της Δηµοκρατίας και θα την αποχαιρετήσει. Είναι άλλωστε γνωστές οι επιφυλάξεις ενός σηµαντικού αριθµού γαλάζιων βουλευτών για ανανέωση της θητείας της.

Βέβαια και η όποια άλλη πρόταση για Πρόεδρο της Δηµοκρατίας υποβάλλει ο Πρωθυπουργός έχει πολιτικά ρίσκα, ακόµη και αυτή του να προτείνει ένα πρόσωπο (πολιτικό) από την Κεντροδεξιά. Ρίσκα όµως θα πάρει ο κ. Μητσοτάκης αν προτείνει πρόσωπο από την Κεντροαριστερά ή ακόµα αν πάει σε πρόταση µε «πρόσωπο έκπληξη» κ.λπ.

Αν και µε την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγµατος η εκλογή Προέδρου της Δηµοκρατίας αποσυνδέθηκε από το ενδεχόµενο πρόωρων εκλογών, αφήνοντας σηµαντικά περιθώρια ελιγµών σε Πρωθυπουργό και Κυβερνητική πλειοψηφία, ωστόσο οι χειρισµοί που έχουν γίνει µέχρι σήµερα καθιστούν την πρόταση για υποψήφιο Πρόεδρο «µια καυτή πολιτική πατάτα» για το Μαξίµου και η όποια επιλογή γίνει δεν θα είναι ανέφελη και χωρίς πολιτικό κόστος.

 

Αντίστροφη µέτρηση

Την εβδοµάδα που αρχίζει αύριο, κι ενώ η προεδρολογία έχει «κτυπήσει κόκκινο», αναµένεται να ανοίξει τα χαρτιά του ο πρωθυπουργός και να γνωστοποιήσει πρώτα στη σηµερινή Πρόεδρο της Δηµοκρατίας και στη συνέχεια στους πολίτες, το πρόσωπο που θα προτείνει για το ύπατο αξίωµα της Πολιτείας για τα επόµενα πέντε χρόνια.

Αυτό που έλεγε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι θέλει να αποφύγει, δηλαδή την ακατάσχετη κυκλοφορία ονοµάτων και «σεναρίων» περί το πρόσωπο που θα βρεθεί στο Προεδρικό Μέγαρο έως το 2030, τελικά συνέβη µε τον πιο πανηγυρικό τρόπο. Στελέχη όλων των κοµµάτων, συµπολίτευσης κι αντιπολίτευσης, είτε παίρνουν θέση για τις προσωπικές τους επιλογές είτε, συνηθέστερα, τροφοδοτούν µε αυτές τις στήλες των εφηµερίδων.

Τελικά, την Τετάρτη, 15 Ιανουαρίου, ο κ. Μητσοτάκης θα επισκεφθεί την κ. Σακελλαροπούλου στο Προεδρικό Μέγαρο και θα της ανακοινώσει τις τελικές του αποφάσεις. Το πιθανότερο σενάριο είναι την ίδια ηµέρα να απευθυνθεί µέσω τηλεοπτικού µηνύµατος προς τους πολίτες προκειµένου να γνωστοποιήσει την επιλογή του.

Έως τότε, τα σενάρια και οι φήµες θα συνεχίσουν να πηγαινοέρχονται στο δηµόσιο διάλογο, ίσως εντονότερα από ποτέ. Είναι προφανές, άλλωστε, ότι κάποιοι θα δυσαρεστηθούν, όποια κι αν είναι η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη: Αν προτείνει Πρόεδρο που προέρχεται από τον χώρο της Κεντροαριστεράς, πολλοί βουλευτές της ΝΔ που είτε οι ίδιοι δηλώνουν δεξιοί είτε εκλέγονται σε «δεξιές» περιοχές, ασφαλώς θα έχουν πρόβληµα. Το ίδιο θα συµβεί µε ορισµένους «Καραµανλικούς», η έντονη αντιπαλότητα των οποίων µε την περίοδο Σηµίτη, άρα µε το στελεχιακό δυναµικό της εκσυγχρονιστικής σοσιαλδηµοκρατίας, παραµένει έως σήµερα αµείωτη.

 

Ονόµατα και σενάρια

Τα ονόµατα που έχουν ακουστεί από αυτό τον χώρο είναι του Ευάγγελου Βενιζέλου, του Σταύρου Μπένου, αλλά και κυβερνητικών στελεχών που προέρχονται από εκείνο τον χώρο, όπως της Λίνας Μενδώνη και του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Εσχάτως δε, ακούστηκε και το όνοµα ενός ακόµα διακεκρηµένου υποργού του ΠΑΣΟΚ, του Αλέκου Παπαδόπουλου. Πάντα υπάρχει, βέβαια, το ενδεχόµενο ο κ. Μητσοτάκης να προτείνει ένα πρόσωπο εκτός πολιτικής, που όµως θα προέρχεται από τον χώρο της Κεντροαριστεράς, όπως είχε κάνει το 2020 µε την Κατερίνα Σακελλαροπούλου (την οποία καθόλου δεν αποκλείεται να ξαναπροτείνει!), ή µε τον καθηγητή Δηµήτρη Σωτηρόπουλο που είχε προτείνει για τη θέση του Συνηγόρου του Πολίτη. Για παράδειγµα, στις θέσεις αναπληρωτών του Συνηγόρου του Πολίτη (ή σε άλλες Ανεξάρτητες Αρχές), σήµερα υπάρχουν πρόσωπα που πληρούν κάποιες από αυτές τις προδιαγραφές.

 

Η «βαθιά» ΝΔ

Αν, πάλι, ο πρωθυπουργός επιλέξει µια υποψηφιότητα από τη «βαθιά» Νέα Δηµοκρατία, ασφαλές προβάδισµα έχει ο Πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας, ο οποίος αναµένεται να συγκεντρώσει το σύνολο των βουλευτών της Νέας Δηµοκρατίας, αλλά ίσως και κάποιων ανεξάρτητων. Ωστόσο, ο κ. Μητσοτάκης σε αυτή την περίπτωση δεν θα µπορεί να υποστηρίξει ότι ο επόµενος Πρόεδρος θα έχει εκλεγεί µε συναίνεση των πολιτικών κοµµάτων, γιατί το ΠΑΣΟΚ είναι µάλλον αδύνατο να ψηφίσει Πρόεδρο Δηµοκρατίας από τα σπλάχνα του κυβερνώντος κόµµατος.

Πέρα από τα πρόσωπα, το ζήτηµα είναι τι ακριβώς θέλει να σηµατοδοτήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης µε την επιλογή του για το ύπατο αξίωµα της Πολιτείας. Αν τελικά επικρατήσει το κριτήριο της συναινετικής εκλογής, το πρόσωπο που θα προταθεί θα προέρχεται µε τον ένα ή τον άλλο τρόπο από την ευρύτερη Κεντροαριστερά.

Εάν επικρατήσει τελικά το κριτήριο ενός Προέδρου µε πολιτική πείρα και διαδροµή, αυτό µπορεί να προβληθεί και ως µια ακόµα παράµετρος στην ενδυνάµωση της πολιτικής σταθερότητας στην ελληνική πολιτική σκηνή, κάτι που -θα πει ο πρωθυπουργός- είναι απαραίτητο στην περίοδο αστάθειας και µεγάλων αλλαγών, την οποία διανύουµε τόσο στην ευρύτερη περιφέρειά µας, όσο και διεθνώς. Άρα χρειάζεται και ο ενοποιητικός παράγοντας του Πολιτεύµατος να είναι άτοµο µε πολιτική εµπειρία, παρά το ότι από θεσµικής απόψεως δεν έχει ουσιαστικές αρµοδιότητες.

 

Η Σακελλαροπούλου

Η υποψηφιότητα Σακελλαροπούλου όχι µόνο δεν έχει «καεί», αφού όπως έχουµε πει κανείς δεν γνωρίζει τις πραγµατικές σκέψεις του πρωθυπουργού, αλλά -σε περίπτωση πρότασης για ανανέωση της θητείας της- τα άλλα κόµµατα που την είχαν ψηφίσει το 2020, δηλαδή κυρίως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να εξηγήσουν στον δηµόσιο διάλογο τους λόγους για τους οποίους άλλαξαν άποψη και τώρα την καταψηφίζουν (αν, βέβαια, επιλέξουν αυτή τη στάση στη Βουλή).

Αντίστοιχα, όµως, και ο Κυριάκος Μητσοτάκης -αν επιλέξει άλλο πρόσωπο εκτός της σηµερινής Προέδρου- θα πρέπει να εξηγήσει στους πολίτες για ποιο λόγο έλεγε µέχρι πριν λίγες ηµέρες ότι η Κατερίνα Σακελλαροπούλου είναι µια Πρόεδρος που ασκεί µε µεγάλη επιτυχία τα καθήκοντά της κι όµως ο ίδιος αποφασίζει να µην ανανεώσει τη θητεία της.

Προφανώς, είτε στη µία είτε στην άλλη περίπτωση, όσοι κληθούν να δώσουν εξηγήσεις θα επινοήσουν δικαιολογίες, το ζήτηµα όµως είναι εάν αυτές θα γίνουν πιστευτές από τους πολίτες και ειδικότερα από την πολιτική και εκλογική βάση αυτών των κοµµάτων.

Άρα, αν ο πρωθυπουργός προτείνει ένα άλλο πρόσωπο για Πρόεδρο Δηµοκρατίας, θα πρέπει να συνοδεύσει την επιλογή του από ένα πολιτικό και θεσµικό σκεπτικό, που θα µπορεί να υιοθετηθεί από τους πολίτες, τουλάχιστον αυτούς που ενδιαφέρουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, δηλαδή τους µετριοπαθείς Κεντρώους. Σε διαφορετική περίπτωση είναι προφανές ότι η φθορά του κυβερνώντος κόµµατος από τη διαδικασία εκλογής Προέδρου, θα είναι  σηµαντική…

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή