Tης ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΛΙΑΚΟΥΛΗ *
Σύμφωνα με τα λεγόμενα, τα δελτία Τύπου και τα non papers της κυβέρνησης της ΝΔ, όλα τα τελευταία χρόνια, «όλα βαίνουν καλώς», σχεδόν σε όλα τα μέτωπα στην Ελλάδα, όπου δήθεν βρίσκεται σε εξέλιξη η επιστροφή στην περιλάλητη «κανονικότητα». Στο μέτωπο της οικονομίας ή της αναβάθμισής της από τους ξένους οίκους, στο μέτωπο της ανάπτυξης, της εργασίας, της στήριξης της οικογένειας και του κοινωνικού κράτους, του Κράτους Δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της αξιοκρατίας, ακόμη και στο μέτωπο της ακρίβειας η χώρα –λέγεται ότι- τα καταφέρνει σχετικά «καλά».
Βέβαια, σε σχέση με το τελευταίο, ο κ. Μητσοτάκης μόλις προχθές αναγνώρισε ότι επειδή «η Ελλάδα δεν είναι μπανανία», με κάποιες μικρές «διορθωτικές» κινήσεις σε ό,τι αφορά τον «πληθωρισμό της απληστίας των πολυεθνικών» και κυρίως τις τιμές του βρεφικού γάλατος και εδώ τα πράγματα θα εξελιχθούν καλύτερα, μετά τις νέες «πρωτοβουλίες» του. Και αυτό γιατί σκοπός του δεν είναι άλλος από μια συνολική πολιτική στήριξης της οικογένειας και ειδικά των νέων οικογενειών, αφού ο ίδιος αντιλαμβάνεται «πλήρως το μεγάλο οικονομικό βάρος που η απόκτηση ενός παιδιού συνεπάγεται για μία νέα οικογένεια»…
Διαπίστωνε, μάλιστα, «προφητικά» ο πρωθυπουργός, ακόμη από τις 4 Νοεμβρίου του 2021 (!), πως εξαιτίας των νέων «επενδύσεων» (sic) στη χώρα «η διαδικασία του brain drain έχει αντιστραφεί, αφενός καθώς πολλές επιχειρήσεις δημιουργούν ποιοτικές θέσεις εργασίας και αφετέρου διότι η σταθερά θετική πορεία της χώρας αποπνέει εμπιστοσύνη στους ξενιτεμένους και τους δίνει επιπλέον κίνητρο να επιστρέψουν στην πατρίδα τους» (!).
Και όμως, παρά τα όσα αυτοαναφορικά συνομολογεί ο κ. Μητσοτάκης με τους υπουργούς του, κανένα στοιχείο δεν δείχνει πως μια τέτοια αναστροφή του κλίματος συμβαίνει πράγματι. Αντιθέτως, όλα δείχνουν πως εκτός από τις περίπου εξακόσιες χιλιάδες πτυχιούχους που εγκατέλειψαν τη χώρα από την έναρξη της κρίσης το 2010 μέχρι το 2021 (Eurostat), πλέον την Ελλάδα εγκαταλείπει και κρίσιμος αριθμός εργατικών χεριών –αλβανικής καταγωγής κυρίως- που αναζήτησαν αλλού καλύτερες κρατικές δομές, καλύτερες συνθήκες εργασίας και μεγαλύτερο εισόδημα.
Με λίγα λόγια, εκτός από το brain drain πτυχιούχων, τη σταθερή μείωση των γεννήσεων σε σχέση με τους θανάτους, πλέον τη χώρα κατατρέχει και η γενικότερη διαφυγή ανθρώπινου κεφαλαίου, ακόμη και σε τομείς όπως η αγροτική παραγωγή, η βιοτεχνία ή η οικοδομή που εδώ και χρόνια είχαν πάψει να απασχολούν μεγάλο αριθμό νέων Ελλήνων και Ελληνίδων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για κρίσιμα πόστα της εγχώριας οικονομίας.
Αλλά και όσες φορές ρωτήθηκαν, σε σχετικές έρευνες, οι πτυχιούχοι που στράφηκαν στη διέξοδο του εξωτερικού, «γιατί φεύγουν», οι απαντήσεις σχεδόν μονότονα επαναλάμβαναν τα ίδια. Έκαναν δηλαδή λόγο για καλύτερες συνθήκες εργασίας, για μεγαλύτερους μισθούς, για περισσότερη αξιοκρατία, για νοσοκομεία που διαθέτουν γιατρούς, για μέσα μαζικής μεταφοράς τα οποία λειτουργούν με ακρίβεια, για καλύτερη επιδοματική πολιτική ανά τέκνο κάθε νέας οικογένειας, αλλά και για κανόνες που παραμένουν σχετικά σταθεροί, σε αντίθεση με τη χώρα μας όπου η φορολογία π.χ. αλλάζει κάθε «τρεις και λίγο», όπως συνέβη πρόσφατα με την συλλήβδην φορολογική στοχοποίηση όλων ανεξαιρέτως των ελευθέρων επαγγελματιών, πολλών από αυτούς νέων επιστημόνων.
Σε κάθε περίπτωση, τόσο οι νέοι Έλληνες πτυχιούχοι, όσο και οι καθ’ ημάς μετανάστες των προηγούμενων δεκαετιών έφυγαν και εξακολουθούν να φεύγουν στο εξωτερικό, γιατί το παραγωγικό μοντέλο είναι παρωχημένο και εξακολουθεί να μην αναβαθμίζεται παρά τα κυβερνητικά «ευχολόγια», γιατί οι επαγγελματικές προοπτικές για τους πολλούς στην Ελλάδα αφορούν χαμηλά μισθολόγια, χωρίς προοπτικές σημαντικής ανέλιξης και μάλιστα με πολύ άγχος, είτε αυτές είναι στον δημόσιο τομέα, είτε στον ιδιωτικό.
Και αν ο κ. Μητσοτάκης και οι συν αυτώ δεν πιστεύουν την αντιπολίτευση ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς «ρόδινα» στην Ελλάδα, ούτε γι’ αυτούς που έφυγαν, ούτε γι’ αυτούς που έμειναν, ας πιστέψουν τους τεχνοκράτες των τραπεζών (Eurobank), οι οποίοι σε σχετική έρευνα διαπίστωναν, πως παρότι «από το 2021 και μετά η οικονομία ανέκαμψε απότομα από την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία, η καθαρή μεταναστευτική ροή παρέμεινε αρνητική (εκροή), αποτέλεσμα που φανερώνει ότι εξακολουθούν να υφίστανται δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας που εμποδίζουν την αντιστροφή του φαινομένου». Και όπως θα φαντάζεται κανείς, ο πιο ουσιαστικός δείκτης μιας πραγματικά ακμάζουσας οικονομίας δεν είναι άλλος από την αντιστροφή του “brain drain” σε “brain gain”. Κάτι που προφανώς δεν λύνουν μόνο οι ξένες «επενδύσεις», κυρίως, σε ακίνητα της πρωτεύουσας ή την εξαγορά «κόκκινων» δανείων από ξένα funds, πόσο μάλλον η… μελλοντική μείωση της τιμή του βρεφικού γάλατος.
* Γραμματέας της Κ.Ο. του
ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής,
Βουλευτής Λάρισας,
Ποινικολόγος