Tης ΜΑΡΙΑΣ ΑΠΑΤΖΙΔΗ για την Κυριακάτικη Kontranews
Η κυβέρνηση ψηφίζει νομοσχέδιο που υποτίθεται ότι θέλει να φέρει μία μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην δημόσια διοίκηση. Στην ουσία, όμως, θα φέρει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην κομματοκρατική κατάληψή της, καθώς και στην άλωσή της από ιδιωτικά συμφέροντα. Ο εσωτερικός έλεγχος δεν θα αποσκοπεί σε μία πραγματική αξιοκρατική αξιολόγηση, αλλά στο πόσο θα υπακούν οι υπάλληλοι στην κομματική γραμμή και στο πόσο θα πειθαρχούν στις επιταγές των νεοφιλελεύθερων μέτρων. Και η απόδειξη για αυτό είναι ότι απουσιάζει απολύτως οποιαδήποτε διάταξη για αξιολόγηση προϊσταμένων.
Οι προϊστάμενοι, που έχουν κομβική θέση στο δημόσιο, θα ορίζονται με ανάθεση και όχι με αξιοκρατική κρίση. Θα διαιωνίζεται έτσι η σημαντικότερη και μεγαλύτερη παθογένεια του δημοσίου, δηλαδή το κομματικό κράτος και μάλιστα σε μία εκδοχή του εξαιρετικά συγκεντρωτική και πυραμιδωτή. Και επιπλέον γύρω από αυτούς τους προϊσταμένους θα υπάρχει και ένας εσμός από μάνατζερς, επίσης με κομματικό πρόσημο, οι οποίοι θα προσθέτουν μία αγοραία λογική. Oι λεγόμενοι «σύμβουλοι ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού» είναι αντλημένοι από τις συνήθειες του κόσμου των επιχειρήσεων.
Μεταφερόμενες στο δημόσιο, οι πρακτικές αυτές θα επιτείνουν τον αυταρχισμό των προϊσταμένων και τις αδιάφανες συναλλαγές. Το δυστοπικό αποτέλεσμα είναι ότι
θα έχουμε ταυτόχρονα και ένα πελατειακό κράτος της δεξιάς, αλλά και μια υποβάθμιση του κράτους σε όφελος των ιδιωτικών συμφερόντων. Και βεβαίως ένα δημόσιο εχθρικό προς τα εργασιακά δικαιώματα και το περιβάλλον.
Τα κριτήρια που εισάγονται στην αξιολόγηση είναι έννοιες εξαιρετικά ευρείες, όπως λόγου χάρη η προσαρμοστικότητα. Εννοείται μάλλον η προσαρμοστικότητα στις υπαγορεύσεις των ιδιωτικών συμφερόντων. Ακούμε επίσης για «προσανατολισμό στο αποτέλεσμα», το οποίο υπό τις συνθήκες της παρούσας διακυβέρνησης θα σημαίνει επίσης αποτελεσματικότητα στην άλωση του δημοσίου από τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Γιατί τι σημαίνει εντέλει «αποτελεσματικότητα»; Πώς ορίζεται; Την στοχοθεσία θα την ορίζει ο Υπουργός, οπότε θα έχουμε ένα εξαιρετικά συγκεντρωτικό σύστημα. Όμως με το να είναι αόριστα τα κριτήρια, το σύστημα είναι διαβλητό. Χρειαζόμαστε περισσότερο συγκεκριμένα κριτήρια με σαφείς οριοθετήσεις στα καθήκοντα και τις εξειδικεύσεις των υπαλλήλων.
Η αξιολόγηση που θεσπίζεται είναι κάθετη μόνο από τα πάνω προς τα κάτω. Από τον προϊστάμενο προς τους υπάλληλους. Απουσιάζει οποιαδήποτε έννοια κοινωνικής αξιολόγησης από όλη την ομάδα των εργαζομένων. Απουσιάζει οποιαδήποτε αξιολόγηση από τα κάτω προς τα πάνω. Το ερώτημα παραμένει: Ποιος θα αξιολογήσει τους αξιολογητές; Oι σημερινοί προϊστάμενοι έχουν ανέλθει σε αυτήν την θέση χωρίς να έχουν αξιολογηθεί. Στη μεγάλη πλειονότητά τους έχουν οριστεί με ανάθεση από υπουργούς. Πώς θα αξιολογούν αυτοί τους άλλους; Ο τρόπος που στήνεται η αξιολόγηση δεν έχει ασφαλιστικές δικλείδες για περιπτώσεις διαφθοράς, νεποτισμού, ρουσφετολογίας κ.ο.κ. Θα έπρεπε μάλιστα να υπάρχουν επαρκέστερες προβλέψεις και για την ανωνυμία της αξιολόγησης, ώστε να αποφεύγονται εκδικητικές τάσεις. Από την άλλη, η χορήγηση κινήτρων θα αποτελέσει έναν τρόπο να εμπεδώνονται πελατειακές σχέσεις, που θα μας γυρίσουν πίσω στην χειρότερη κομματοκρατία της Δεξιάς, καθώς οι δημόσιοι υπάλληλοι θα κρίνονται μόνο για τις κομματικές τους «δεξιότητες». Όπως σε όλα τα νομοσχέδια της Νέας Δημοκρατίας το ένα στοιχείο είναι ο κομματοκρατικός συγκεντρωτισμός. Και το άλλο είναι η δημιουργία υπαλλήλων πολλών κατηγοριών. Αυτό προκαλεί μία κατάφωρη μισθολογική ανισότητα σε συνθήκες έντονου πληθωρισμού, που κατασπαράζει τα εισοδήματα.
Όλη η μέριμνα της κυβέρνησης είναι να διαφυλάξει προνόμια συγκεκριμένων καστών υπαλλήλων, ενώ για τη μεγάλη πλειονότητα των υπαλλήλων επιφυλάσσει μισθούς εντελώς απαξιωμένους από τον πληθωρισμό. Με την κατάργηση του ενιαίου μισθολογίου δημιουργείται μεγάλη ανισότητα και εργαζόμενοι πολλών κατηγοριών. Συμπερασματικά, το γεγονός ότι θα υπάρχουν αξιολογήσεις με αόριστα κριτήρια σημαίνει ότι οι υπάλληλοι θα είναι έρμαια των προϊσταμένων τους και εξαρτώμενοι από κομματικά κριτήρια, ενώ τα πολυδιαφημισμένα μπόνους στην ουσία θα αποτελούν επιβραβεύσεις για όσους θα είναι πιο αποφασισμένοι να προωθήσουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Κατά τα άλλα θα συνεχίζεται η υποστελέχωση, η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με εμβαλωματικές λύσεις, όπως με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
* Βουλεύτρια Α’ Ανατολικής Αττικής με το ΜέΡΑ25