Ο τουρκικός χάρτης για το Αιγαίο και οι διεκδικήσεις

Η κατάθεση του τουρκικού χάρτη στην UNESCO δεν είναι απλώς μια αντανακλαστική αντίδραση στον ελληνικό Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό. Ούτε πρόκειται για απλό τουρκικό μαξιμαλισμό προς «εσωτερική κατανάλωση». Είναι η καταγραφή των τουρκικών θέσεων όπως αυτές κλιμακώνονται συντεταγμένα. Η Αθήνα έχει συγκεκριμένες απαντήσεις. Επιλέγει, όμως, να μην τις προτάξει τώρα.

Στον απόηχο της κατάθεσης του τουρκικού χάρτη με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό στην UNESCO και παρά το γεγονός ότι η Αθήνα επιμένει ότι η κίνηση της Αγκυρας ήταν αναμενόμενη ως απάντηση στις αντίστοιχες ελληνικές ενέργειες των τελευταίων εβδομάδων, αυτά που έρχονται ξανά στην επιφάνεια είναι τα στενά όρια του εν εξελίξει ελληνοτουρκικού διαλόγου. Ενός διαλόγου, ο οποίος κατά γενική ομολογία έχει ατονήσει, ακριβώς εξαιτίας του χάσματος μεταξύ των δύο πλευρών του Αιγαίου στο νομικό-διπλωματικό ζήτημα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών.

Στην πραγματικότητα, η διεθνοποίηση του τουρκικού χάρτη δεν είναι απλώς μια αντανακλαστική αντίδραση έναντι της δημοσιοποίησης του ελληνικού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού. Ούτε πρόκειται για απλό τουρκικό μαξιμαλισμό προς «εσωτερική κατανάλωση». Πρόκειται για την πλήρη ανάπτυξη των αναθεωρητικών θέσεων της Τουρκίας στα ζητήματα των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της κυριαρχίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Διαφορετικά: Είναι ακόμα μια επίσημη καταγραφή των διαχρονικών τουρκικών θέσεων όπως αυτές κλιμακώνονται συντεταγμένα τα τελευταία 52 χρόνια. Από το 1973, όταν και εκδόθηκαν οι πρώτες άδειες ερευνών στην Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίου (ΤΡΑΟ), αρχικά στο βόρειο Αιγαίο, έως και το 2020 όταν κατατέθηκαν στον ΟΗΕ τα όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Ποιες είναι αυτές και πώς αποτυπώνονται στον χάρτη, ο οποίος αναμένεται εντός του επόμενου χρονικού διαστήματος να κατατεθεί και στον ΟΗΕ προκειμένου να αποκτήσει βαρύτερη διεθνή διάσταση;

Στο επίκεντρο της τουρκικής λογικής είναι η αποκαλούμενη και «διχοτόμηση» του Αιγαίου –αποτυπώνεται στον χάρτη με τη χαρακτηριστική κόκκινη γραμμή που ξεκινά από το Δέλτα του Έβρου και καταλήγει στο βάθος της Ανατολικής Μεσογείου– στη βάση της οποίας η μέση γραμμή για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών υπολογίζεται μεταξύ των ηπειρωτικών εδαφών των δύο χωρών. Κατά παράβαση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, η Τουρκία επιχειρεί να επιβάλει τη θέση ότι τα ελληνικά νησιά δεν έχουν κυριαρχικά δικαιώματα, δηλαδή ΑΟΖ- υφαλοκρηπίδα, παρά μόνο χωρικά ύδατα και αυτά στα 6 ναυτικά μίλια.

Στα συνοδευτικά κείμενα του τουρκικού χάρτη, η Αγκυρα κάνει ρητή αναφορά στις παράνομες συμφωνίες οριοθέτησης με την αποκαλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» το 2011 και με τη Λιβύη το 2019 –το γνωστό τουρκολιβυκό μνημόνιο– αλλά και στις συντεταγμένες των ορίων της τουρκικής υφαλοκρηπίδας που κατατέθηκαν στον ΟΗΕ τον Μάρτιο του 2020. Πρόκειται για τις κινήσεις που όρθωσαν το νεο-οθωμανικό όραμα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Στην πρώτη γραμμή της τουρκικών θέσεων και η θεωρία περί των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο, απότοκο της κρίσης των Ιμίων του 1996.

«Υπάρχουν πολλά νησιά, νησίδες και βράχοι στο Αιγαίο Πέλαγος των οποίων η κυριαρχία δεν έχει μεταβιβαστεί στην Ελλάδα με διεθνείς συμφωνίες», γράφεται στο συνοδευτικό κείμενο.

Η ελληνική διπλωματία, ως οφείλει, έχει συγκεκριμένες απαντήσεις έναντι των τουρκικών αιτιάσεων. Επιλέγει, όμως, να μην τις προτάξει στη συγκεκριμένη συγκυρία, κρίνοντας προφανώς ότι εν μέσω της νέας, σχεδόν ανεξέλεγκτης πολεμικής σύρραξης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, η οποία βρίσκεται στο όριο να λάβει ευρύτερες διαστάσεις με την εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών, μια τέτοια επιλογή μόνο ζημιογόνος θα αποδεικνυόταν.

Είναι έκδηλο ότι στην Αθήνα εκτιμούν πως δεν συντρέχει ο παραμικρός λόγος επιστροφής στην εποχή των εντάσεων και αυτό παρά το γεγονός ότι ο χάρτης της Άγκυρας επαναφέρει στο προσκήνιο με τον πλέον ηχηρό τρόπο τον τουρκικό επεκτατισμό. Άλλωστε, η διεθνής συγκυρία μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ήταν η κυριότερη, ίσως, αιτία που οδήγησε στη λογική της ελληνοτουρκικής σύγκλισης.

Παρότι από αρκετούς παρουσιάστηκε ως ευκαιρία επίλυσης της μόνης διαφοράς που αναγνωρίζει η Αθήνα, η πραγματικότητα είναι ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων ετών, με το ΝΑΤΟ να πρέπει να εμφανιστεί συνεκτικότερο από ποτέ, ουδείς θα ενδιαφερόταν να ασχοληθεί με επιμέρους διμερείς αντιπαραθέσεις. Αυτό ήταν και το σκεπτικό στο οποίο βασίστηκε η Διακήρυξη των Αθηνών, η οποία υπογράφθηκε στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2023 και έκτοτε έχει γίνει αντικείμενο σφοδρής κριτικής στο εσωτερικό, κυρίως περί της αναφοράς περί αποφυγής «μονομερών ενεργειών».

«Η Ελλάδα βρίσκεται αυτή τη στιγμή, καλώς ή κακώς σε μια εξαιρετικά επικίνδυνη γεωγραφία», συνηθίζει να λέει ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γεραπετρίτης, αντανακλώντας και τις θέσεις του Μεγάρου Μαξίμου. Προσθέτει, δε, ότι η κυβέρνηση δεν έχει παραχωρήσει το παραμικρό όσον αφορά τα κυριαρχικά δικαιώματά της- αντιθέτως μάλιστα προχωρά βήμα- βήμα σε κινήσεις που θωρακίζουν τη χώρα, όπως η κατάθεση του δικού της Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, των θαλάσσιων πάρκων και η αδειοδότηση στις αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες για έρευνες στα νότια της Κρήτης.

Τα πράγματα, όμως, είναι διαφορετικά επί του πεδίου, καθώς κατά γενική ομολογία η παρέμβαση της Τουρκίας στα ανοικτά της Κάσου έχει οδηγήσει στην αναστολή των ερευνών για την ηλεκτρική διασύνδεση της Ελλάδας με την Κύπρο. Αλλωστε, η διεθνής συγκυρία έχει αναφερθεί πολλάκις από την πλευρά της κυβέρνησης ως παράμετρος για τη συνέχιση του έργου. Το συγκεκριμένο ζήτημα βρίσκεται ακόμα στην αιχμή του αντιπολιτευτικού λόγου, εκτός αλλά και εντός της Νέας Δημοκρατίας, με το Υπουργείο Εξωτερικών και κατ’ επέκταση το Μέγαρο Μαξίμου να καλούνται να απαντήσουν αν για χάρη της νηνεμίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο απεμπολούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Διαφορετικά: ποιες ορίζονται ως «μονομερείς ενέργειες» και είναι πράγματι η πολεμική συγκυρία ο λόγος της ακινησίας;

Το τελευταίο ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο έχει νόημα να συνεχιστεί ο ελληνοτουρκικός διάλογος. Διπλωματικές πηγές με άριστη γνώση της προσέγγισης των εξελίξεων από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών θεωρούν την εκτιμούν ότι η διαδικασία θα συνεχιστεί κανονικά σε όλες τις πτυχές της. Πάντως, όσο καλές και αν είναι οι προθέσεις των εκατέρωθεν ηγεσιών ή όσο και αν η διεθνής συγκυρία προστάζει καταλλαγή στις επιμέρους περιφερειακές αντιπαραθέσεις, η αλήθεια είναι αν η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει την αναθεωρητική ατζέντα της, έστω μερικώς, τότε απτή πρόοδος δεν πρόκειται να υπάρξει και επιφανειακός στόχος θα παραμένει η διατήρηση των «ήρεμων νερών». Με λίγα λόγια, η γεφύρωση του χάσματος στο Αιγαίο δεν εξαρτάται από τις εξελίξεις στην Ουκρανία ή τη Μέση Ανατολή.

Πηγή: Protagon.gr

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή