Τραγωδία και λύτρωση

Ο Ιούλιος του 1974 αποτελεί τον ορισμό της συμπύκνωσης του χρόνου.
Οι δικές μας «10 μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο», ξεκίνησαν από το ανοϊκό πραξικόπημα της χούντας του Ιωαννίδη εναντίον του εκλεγμένου προέδρου της Κύπρου, του Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχη Μακαρίου, στις 15 Ιουλίου 1974.
Φτάσαμε στην κορύφωση του δράματος και την εθνική καταστροφή με την τουρκική εισβολή στη Μεγαλόνησο, στις 20 Ιουλίου, για να φτάσουμε στη λύτρωση, εκείνο το ατέλειωτο βράδυ της 23ης προς 24η Ιουλίου, με την κατάρρευση της χούντας στην Αθήνα.
Ο απολογισμός της μεταπολιτευτικής ή μεταδικτατορικής δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι «άλλου παπά Ευαγγέλιο» και πάντως είναι μια υπόθεση ανοιχτή στην ιστορική έρευνα.
Οι πληγές όμως στη Μεγαλόνησο παραμένουν ακόμη ανοιχτές, μαζί με τα τετελεσμένα της εισβολής και κατοχής, άνω του 30% του εδάφους της Κύπρου μας, στοιχειώνοντας τον Ελληνισμό. Όπως παρούσα παραμένει η τουρκική απειλή, γιατί περί απειλής πρόκειται, για Κύπρο, αλλά και Ελλάδα.
Λίγο ως πολύ είναι γνωστά τα όσα τραγικά συνέβησαν στη Μεγαλόνησο εκείνο το πρωινό της 20ης Ιουλίου στο «Νησί της Αφροδίτης», αλλά και τα όσα ακολούθησαν τις επόμενες μέρες. Πώς προσέλαβαν οι Ελληνες την τραγωδία. Από τα ασαφή ανακοινωθέντα της χούντας, την αγωνία ενός ενδεχόμενου ελληνοτουρκικού πολέμου, ως την έκρηξη χαράς, μετά την επίσημη ανακοίνωση, από το κρατικό ραδιόφωνο, της απόφασης της τότε χουντικής ηγεσίας να παραδώσει την εξουσία στον πολιτικό κόσμο.
Η ιστορική έρευνα βέβαια παραμένει ανοιχτή και δεν έχει πει την «τελευταία της λέξη», γι’ αυτές τις 10 μέρες που άλλαξαν τη μοίρα του Ελληνισμού. Παραμένουν πτυχές που απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση. Όπως η σημασία εκείνης της επιστολής, που στις 2 Ιουλίου 1974 απηύθυνε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος στον Φαίδωνα Γκιζίκη ως τον τυπικό εκπρόσωπο του χουντικού καθεστώτος, διορισμένο στο ρόλο του «Προέδρου της Δημοκρατίας».
Δεν ήταν μόνο το περιεχόμενο της επιστολής, που αποτελούσε ένα δριμύ κατηγορώ του ιστορικού ηγέτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, εναντίον της χούντας, για τις μεθοδεύσεις και την υπονομευτική της δράση εναντίον της κυπριακής κυβέρνησης και του εκλεγμένου ηγέτη του κράτους.
Κρίσιμη, δηλωτική της κρισιμότητας της κατάστασης, ήταν η απόφαση του Κύπριου ηγέτη να δώσει στη δημοσιότητα την επιστολή. Δεν ήταν τυχαίο που ο Καραμανλής, με την εμπειρία και πολιτική του οξύνοια, αντιλήφθηκε πόσο σοβαρά, για την ακρίβεια οριακά, ήταν τα πράγματα και, όπως αποκαλύπτει στο αυτοβιογραφικό του «Αρχείο» ρώτησε τον Αρχιεπίσκοπο αν… έχει διασφαλίσει τα νώτα του.
Ο Καραμανλής μάλιστα προέβη και σε δημόσιες δηλώσεις, διαισθανόμενος το τι θα επακολουθούσε.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης