Το τοπίο έχει αρχίσει να ξεκαθαρίζει ως προς τη διαδοχή του Αλέξη Τσίπρα, με το χρονοδιάγραμμα και τους υποψηφίους να έχουν γίνει γνωστά, μετά τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, το προηγούμενο Σαββατοκύριακο.
Στον πρώτο γύρο, θα ξεχωρίσει, εκτός απροόπτου, το δίδυμο που θα αναμετρηθεί για την ηγεσία. Σε όλες άλλωστε τις εσωκομματικές αναμετρήσεις, υπήρχαν τα ισχυρά «δίδυμα» που από νωρίς είχαν ξεχωρίσει και μεταξύ των οποίων θα διεξαγόταν η «μέχρι τελικής πτώσεως μάχη» για την ηγεσία.
Από κει και μετά βέβαια, εφόσον μιλάμε για κόμματα εξουσίας, αποτελεί «στοίχημα» για το νέο ηγέτη, κατ’ αρχήν το πώς θα επουλώσει τις όποιες πληγές άνοιξε η «αδελφοκτόνος» σύγκρουση εντός του κόμματος και στη συνέχεια, αν θα διατηρήσει το κόμμα σε τροχιά εξουσίας και θα το επαναφέρει στη διακυβέρνηση της χώρας.
Συνήθως βέβαια, αυτή η ανάγκη, αλλαγής ηγεσίας προκύπτει μετά από ήττα, όπως καλή ώρα. Αποτελεί κατά κάποιο τρόπο εθιμικό κανόνα, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε όλες τις δυτικού τύπου κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, η ήττα να δρομολογεί διαδικασίες αρχηγού, συνήθως με πρωτοβουλία του ίδιου του αρχηγού του κόμματος, που με αυτό τον τρόπο αναλαμβάνει έμπρακτα την ευθύνη για το αρνητικό αποτέλεσμα. Ο Αλέξης Τσίπρας αποτελεί την τελευταία, αλλά όχι την έσχατη περίπτωση.
Ο κανόνας βέβαια έχει πάντα και τις εξαιρέσεις του. Αυτό συνέβη στους δύο πόλους του παλιού, ισχυρού δικομματισμού, τη ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ. Και τα δύο αυτά κόμματα κλήθηκαν να περάσουν αυτή τη δοκιμασία, μετά την αποχώρηση των ιδρυτών τους και ενώ βρίσκονταν στην εξουσία.
Το «χορό» άνοιξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, την άνοιξη του 1980, όταν έφτασε η στιγμή να κάνει πράξη τον εξ αρχής στόχο του, να μεταπηδήσει δηλαδή στην Προεδρία της Δημοκρατία.
Με δεδομένο ότι η πρόθεση αυτή, του «αρχιτέκτονα» της μετάβασης από τη χούντα στη δημοκρατία, είχε διαφανεί από νωρίς, οι πρωτοκλασάτοι της ΝΔ, που προέρχονταν και αυτοί από την προδικτατορική ΕΡΕ, ήταν προετοιμασμένοι για τη συγκεκριμένη στιγμή.
Μετά δε την αιφνίδια ασθένεια του Παναγή Παπαληγούρα, του πληρέστερου και πιο προικισμένου από την ηγετική ελίτ της συντηρητικής παράταξης, που τον υποχρέωσε να αποσυρθεί από την πολιτική, δύο ήταν τα στελέχη που ξεχώρισαν, που κατείχαν και τα κορυφαία υπουργεία, στην τελευταία κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο Γεώργιος Ράλλης, τότε υπουργός Εξωτερικών και ο Ευάγγελος Αβέρωφ, υπουργός Εθνικής Άμυνας, από τις 24 Ιουλίου 1974.
Γνωρίζουμε ότι ο πρώτος αναδείχθηκε νικητής, με οριακή διαφορά, από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, που αποτελούσε τότε το εκλεκτορικό σώμα.