Συμβούλιο της Δημοκρατίας

Παρά τη διαρκή άρνηση του πρωθυπουργού σε αιτήματα των αρχηγών
της αντιπολίτευσης για σύγκλιση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών,
φτάνοντας μάλιστα σε σημείο θεσμικής απρέπειας έναντι της Προέδρου
της Δημοκρατίας, όπως σε άλλες στήλες έχει αναλυθεί, η συζήτηση
επανέρχεται κατά καιρούς.

Κάτι που δείχνει ότι, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για άτυπο θεσμό,
στην πράξη και κατ’ εθιμική παράδοση, έχει καθιερωθεί ως μία
σταθερή και αναγκαία συνθήκη της πολιτειακής μας λειτουργίας.

Η ιστορική καταγωγή του θεσμού πάντως είναι μάλλον κακόφημη.
Προδικτατορικά, στα γκρίζα χρόνια της μετεμφυλιακής-μεταπολεμικής
Ελλάδας, το αντίστοιχο όργανο, θεσμοθετημένο στο Σύνταγμα του
1952, ως μία από τις αδιαμφισβήτητες προνομίες του κληρονομικού
Ανώτατου Αρχοντα, με την ονομασία «Συμβούλιο του Στέμματος», είχε
περιπέσει σε αχρησία.

Ανασύρθηκε από τη «ναφθαλίνη» μία μόνο φορά, τον Σεπτέμβριο του
1965, στον απόηχο του βασιλικού πραξικοπήματος και των όσων
ακολούθησαν.

Εκεί αποκαλύφθηκε η βαθιά μοναρχική και αντιλαϊκή του φύση, ως εκ
της συγκροτήσεώς του. Τούτο δε καθώς στη σύνθεσή του
συμπεριλάμβανε, σε ίση μοίρα, τον πρωθυπουργό και τους
κοινοβουλευτικούς αρχηγούς, μαζί με όλους τους εν ζωή
ευρισκόμενους πρώην πρωθυπουργούς.

Η ταραγμένη δε ιστορία αυτού του τόπου είχε παραγάγει αρκετούς
πρώην, που είχαν κατά καιρούς αναλάβει το πρωθυπουργικό αξίωμα,
κάτω από έκτακτες συνθήκες, χωρίς κατ’ ανάγκη να υπάρχει και η λαϊκή
νομιμοποίηση.

Στην προκείμενη περίπτωση είχαμε μία ακόμη ιδιοτυπία. Σε εκείνο το
Συμβούλιο συμμετείχε, πέραν των άλλων, ως εν ενεργεία
πρωθυπουργός, της κυβέρνησης των αποστατών, ο Στέφανος
Στεφανόπουλος, που είχε καταφέρει μεν, με τις γνωστές μεθόδους, να
αποσπάσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, αλλά δεν διέθετε λαϊκή
νομιμοποίηση.

Συμμετείχαν δε επιπλέον, ως πρώην πρωθυπουργοί, οι Ηλίας
Τσιριμώκος και Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, που είχαν αναλάβει
επικεφαλής στις πρώτες κυβερνήσεις των αποστατών, χωρίς όμως καν
να λάβουν ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.

Σε αυτούς να προσθέσει ο αναγνώστης περιπτώσεις πρώην
πρωθυπουργών, των οποίων η θητεία αναγόταν στη μακρινή δεκαετία
του ‘20.

Απέναντι σ’ αυτούς, τους «τιτουλάριους» πρώην πρωθυπουργούς, οι
Γεώργιος Παπανδρέου, Παναγιώτης Κανελλόπουλος και Ιωάννης
Πασαλίδης, που εκπροσωπούσαν τα τρία πιο ισχυρά κόμματα της
Βουλής (Ενωση Κέντρου, ΕΡΕ, ΕΔΑ) αποτελούσαν «οικτρή» μειοψηφία.
Ακόμη και με την προσθήκη του Σπύρου Μαρκεζίνη, επικεφαλής του
«λιλιπούτειου», εν τη Βουλή, «Κόμματος των Προοδευτικών».

Εμφανής σκοπός του βασιλιά Κωνσταντίνου, υπαίτιου της
πρωτοφανούς πολιτειακής κρίσης και μοναρχικής αυθαιρεσίας, ήταν να
νομιμοποιήσει το πραξικόπημά του, την επί της ουσίας ανατροπή του
λαοπρόβλητου πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, εμφανίζοντας
τον τελευταίο απομονωμένο, στο Συμβούλιο του Στέμματος.

Σε πλήρη βέβαια αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο λαό.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή