Κι όμως αυτή η «παρθενική» ενεργοποίηση του συγκεκριμένου
οργάνου, του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, την περίοδο 1991-92,
παρήγαγε πολιτικές εξελίξεις, αλλά και δεσμευτικές, εθνικού
χαρακτήρα, αποφάσεις.
Υπενθυμίζουμε ότι η ενεργοποίηση αυτού του άτυπου θεσμού έγινε με
αφορμή την «έκρηξη» του λεγόμενου Σκοπιανού, σχετικά με το
πρόσφυμα «Μακεδονία», στην ονομασία του γειτονικού κράτους.
Το θέμα προκάλεσε όπως είναι γνωστό διάσταση μεταξύ του τότε
πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του υπουργού
Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά.
Η διάσταση αυτή εκδηλώθηκε κατά την κρίσιμη σύσκεψη των πολιτικών
αρχηγών, υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή,
στις 13 Απριλίου 1992, με τρόπο που προκάλεσε την οργισμένη
αντίδραση του τελευταίου, όταν ο νεαρός υπουργός Εξωτερικών
προσπάθησε να υπαγορεύσει στην πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της
χώρας, την πολιτική που έπρεπε να ακολουθήσει η χώρα, στο μείζον
αυτό, όπως είχε εξελιχθεί, εθνικό θέμα.
Οργισμένος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του ζήτησε επιτακτικά να
αποχωρήσει από την αίθουσα. Στο τέλος της σύσκεψης ο
πρωθυπουργός ενημέρωσε τους πολιτικούς αρχηγούς και τον Πρόεδρο
της Δημοκρατίας για την απόφασή του, να αποπέμψει τον υπουργό του.
Όπως και έγινε, με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να κρατάει σε πρώτη
φάση ο ίδιος και το υπουργείο Εξωτερικών, ενώ αργότερα
τοποθετήθηκε σ’ αυτό το σημαντικό πόστο ο βουλευτής Κοζάνης
Μιχάλης Παπακωνσταντίνου.
Η σύσκεψη πάντως δεν εξελίχθηκε καλά για τον Κωνσταντίνο
Μητσοτάκη. Με την πίεση των υπόλοιπων πολιτικών αρχηγών,
πρωτίστως του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και τη διακριτική στήριξη
του Προέδρου της Δημοκρατίας, το τελικό ανακοινωθέν αντικατόπτριζε
τις θέσεις της αντιπολίτευσης, κατά βάση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και
όχι του πρωθυπουργού, που επιθυμούσε διακαώς μια συμβιβαστική
λύση, υποβαθμίζοντας το θέμα του ονόματος.
Υποχρεώθηκε όμως, κάτω από την πίεση των υπόλοιπων πολιτικών
αρχηγών, να υιοθετήσει την άκαμπτη θέση, που απέκλειε κάθε λύση,
για το όνομα του γειτονικού κράτους, που θα περιείχε τον όρο
«Μακεδονία» ή παράγωγά του.
Η θέση αυτή δέσμευσε τις πολιτικές δυνάμεις μέχρι το 2008, όταν ο
τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, με τη σύμφωνη γνώμη και
των υπόλοιπων δυνάμεων, κυρίως δε του τότε αρχηγού της
αξιωματικής αντιπολίτευσης Γιώργου Παπανδρέου, έκανε τον ελιγμό
που απέληξε στη ματαίωση εισόδου της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ.
Για να φτάσουμε στο 2017 και τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Μετά μακρά περίοδο αδράνειας, ο άτυπος αυτός θεσμός
ενεργοποιήθηκε την άνοιξη του 2004, με Πρόεδρο Δημοκρατίας τον
Κωστή Στεφανόπουλο και πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή (μόλις
είχε αναλάβει) για τη συζήτηση της ελληνικής στάσης, στο
δημοψήφισμα για το περίφημο «σχέδιο Ανάν».
Η σύσκεψη δεν κατέληξε σε δεσμευτικές αποφάσεις.