Μπορεί κάποιοι, για τους δικούς τους συγκυριακούς λόγους, να επιχειρούν να ξαναγράψουν την Ιστορία, όμως τα γεγονότα, όπως έχει πει κάποιος, είναι πεισματάρικα.
Είναι άλλο βέβαια ο ιστορικός αναθεωρητισμός, που εξυπηρετεί κατά κανόνα ανομολόγητους σκοπούς, εντελώς δε διαφορετικό η ιστορική έρευνα. Η οποία θα συνεχίζεται, όσο υπάρχουν φιλίστορες. Εν προκειμένω, μιλώντας για τη μεταπολίτευση, δηλαδή το οριακό εκείνο σημείο, όπου συμπυκνώθηκε ο χρόνος, ανάμεσα στο μεσημέρι της 23ης Ιουλίου και τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974, θα είχε ενδιαφέρον να διερευνήσουμε ή και να ερμηνεύσουμε τα πώς και τα γιατί, μέσα από τα πρόσωπα, που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο ή με έναν οποιοδήποτε τρόπο συμμετείχαν στη διαμόρφωση της μεταχουντικής μας δημοκρατίας, αυτής που η συλλογική μνήμη προσέλαβε ως μεταπολίτευση.
Ας ξεκινήσουμε από την περίφημη σύσκεψη, που προκάλεσε το τμήμα εκείνο της τελευταίας χουντικής ηγεσίας, που διαφοροποιήθηκε την τελευταία στιγμή από τον Ιωαννίδη και αναζήτησε «σανίδα σωτηρίας», μετά την εθνική καταστροφή στην Κύπρο, στην κίνηση της διαδικασίας μεταβίβασης της εξουσίας στον παλαιό, λοιδορούμενο μέχρι τότε, πολιτικό κόσμο.
Ο εκ των πραγμάτων συμβιβαστικός χαρακτήρας αυτής της διαδικασίας μεταβίβασης, ίσως και να επέβαλε, τουλάχιστον στις πρώιμες ιστορικές (αλλά και δημοσιογραφικές) καταγραφές, μια άμβλυνση των γωνιών, ενίοτε και μια εξιδανίκευση, ως προς τα εν λόγω πρόσωπα.
Ομως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι επρόκειτο για πρόσωπα που υπηρέτησαν πιστά το δικτατορικό καθεστώς και μόνο όταν είδαν μπροστά τους τον γκρεμό, ή και κάτι χειρότερο για τους ίδιους, αποφάσισαν την παράδοση της εξουσίας, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενοι.
Αν ξεκινήσουμε από τον τότε «Πρόεδρο της Δημοκρατίας» Φαίδωνα Γκιζίκη, έχουμε έναν άνθρωπο που εξέφραζε την πιο σκληρή εκδοχή της χούντας, εξ ου και η συμπαράταξή του με τον Ιωαννίδη και η καθοριστική συμβολή του, στην επιτυχία του πραξικοπήματος του τελευταίου, στις 25 Νοεμβρίου 1973. Προηγουμένως είχε δείξει το σκληρό και άτεγκτο πρόσωπό του, ως Στρατιωτικός Διοικητής Αθηνών, όπου μεταξύ άλλων είχε εποπτεύσει και στη δίκη, στο Εκτακτο Στρατοδικείο, του Αλέκου Παναγούλη και των συναγωνιστών του.
Ανάλογα μπορεί να περιγράψει κανείς και τον τότε Α/ΓΕΕΘΑ, στρατηγό Γρηγόριο Μπονάνο. Αλλωστε, όπως έχει πλήρως βεβαιωθεί, ήταν μυημένος και είχε συμπράξει στο εγκληματικό πραξικόπημα κατά του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.
Λιγότερες «αμαρτίες» βάραιναν τους αρχηγούς των τριών όπλων (Γαλατσάνος ΓΕΣ, Αραπάκης ΓΕΝ, Παπανικολάου ΓΕΑ) που συνέπραξαν σε αυτή τη «μίνι συνωμοσία» κατά του Ιωαννίδη.
Όμως δε θα τους απονείμουμε και αντιχουντικά εύσημα, ενώ βαρύνονται και με τη διάλυση του Στρατεύματος.