Του ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΑΝΑ
Η υπόθεση της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα, στο φυσικό τους χώρο, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση.
Δεν είναι «Άρλεκιν» για να ξεχνιέται κανείς, σύμφωνα με την παλιά, γνωστή διαφήμιση. Ούτε προσφέρεται για μικροκομματικά παίγνια, προεκλογικής μάλιστα κοπής, σαν αυτά που είδαμε σε παλιότερα χρόνια.
Ειδικά από τη δεκαετία του ‘80, όταν η αξέχαστη Μελίνα Μερκούρη, ως υπουργός Πολιτισμού στην «κυβέρνηση της Αλλαγής», την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, διεθνοποίησε το ζήτημα, χάρη και στην προσωπική της ακτινοβολία, καθιερώνοντάς το ως έναν εθνικό στόχο, που ένωνε και ενώνει πολιτικές δυνάμεις και πολίτες, η προσέγγισή του από τις κυβερνήσεις, απαιτεί την ανάλογη σοβαρότητα και ενωτική διάθεση.
Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο και δεν επιτρέπονται κινήσεις, που να υπαγορεύονται από οποιουδήποτε είδους μικροκομματικό υπολογισμό, αλλά ούτε και η καλλιέργεια υψηλών προσδοκιών, αν δεν προκύπτουν αυτές από πραγματικά δεδομένα και ρεαλιστικές προσδοκίες.
Πόσω μάλλον όταν απέναντί μας δεν έχουμε μόνο το Βρετανικό Μουσείο, αλλά την ίδια τη βρετανική αυτοκρατορία, που εξακολουθεί να συμπεριφέρεται με τη λογική και οίηση μιας πάλαι ποτέ αποικιακής δύναμης, ακόμη και σήμερα, που η κατάστασή της θυμίζει «μεγάλο ασθενή».
Γι’ αυτό και όταν, με την ολοκλήρωση του Μουσείου της Ακρόπολης (άλλο ένα όραμα της Μελίνας) το 2009, η ελληνική πλευρά πρόβαλε ως ένα πρόσθετο επιχείρημα, την ύπαρξη του κατάλληλου χώρου, με τις υψηλές προδιαγραφές που απαιτεί η φιλοξενία τέτοιας ποιότητας εκθεμάτων, η στάση του Λονδίνου δεν άλλαξε.
Παρέμεινε προσκολλημένη στον νόμο του 1963, που απαγορεύει την έξοδο των γλυπτών, από τα όρια του Βρετανικού Μουσείου.
Η ισχύς αυτής της διαχρονικής, πάγιας θέσης, της Μεγάλης Βρετανίας, αποδεικνύεται και από τη μεταστροφή όσων συμμερίζονταν την ελληνική θέση, σε προγενέστερη φάση της ζωής τους, όταν εγκαταστάθηκαν στη θέση του πρωθυπουργού.
Αναφερόμαστε βεβαίως στην περίπτωση του Μπόρις Τζόνσον, που από «συνοδοιπόρος» της Μελίνας, στα φοιτητικά χρόνια, μετατράπηκε σε άκαμπτο αρνητή, όταν εγκαταστάθηκε στη Ντάουνιγκ Στρητ 10.
Γι’ αυτό και θα ήταν φρόνιμο, να είμαστε εξαιρετικά επιφυλακτικοί σε σχέση με τον αρχηγό του Εργατικού Κόμματος, Κιρ Στάρμερ. Δεν αμφισβητούμε την ειλικρίνειά τους, αλλά αμφιβάλλουμε αν από τη θέση του, πιθανού, αυριανού πρωθυπουργού, θα μπορέσει να μεταβάλει την πάγια θέση των αγγλικών κυβερνήσεων.
Δεν πρέπει επίσης να αποκρύπτεται ότι στην ουσία έχουμε παραιτηθεί -κι αυτό δεν αφορά μόνο στη σημερινή κυβέρνηση- από τον στόχο της ανάκτησης της κυριότητας, επί των γλυπτών, διαπραγματευόμενοι τον δανεισμό τους, σε μακρόχρονη βάση.
Το επιχείρημα ότι δε μας πειράζει το νομικό καθεστώς, αν πετύχουμε ένα μακροχρόνιο δανεισμό, που να εκτείνεται σε πολλές δεκαετίες, που θα μας επιτρέπει να χαιρόμαστε τα γλυπτά, στον φυσικό τους χώρο, εκτός από κυνικό, παρακάμπτει ότι έτσι ακυρώνουμε μόνοι το επιχείρημα, περί κλοπής.
Ακόμη κι έτσι όμως, φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει η πάγια θέση του Λονδίνου, καθώς ακόμη και η παραχώρηση με δανεισμό, θα συνιστούσε ένα πλήγμα στο γόητρο της χώρας και το κύρος του Βρετανικού Μουσείου, δημιουργώντας προηγούμενο και για άλλα εκθέματα, με αντίστοιχα ασαφές νομικό καθεστώς.