Γεώργιος Παπανδρέου: Πλήρωσε την αυταπάτη

Πλήρωσε την αυταπάτη

Ο Γεώργιος Παπανδρέου αποδέχθηκε την «εύνοια» του βασιλιά Παύλου, με τη δυνατότητα που του δόθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση, ενώ δεν είχε απόλυτη πλειοψηφία, τον Νοέμβριο του 1963, γιατί είχε την αυταπάτη, πως ο Ανώτατος Αρχοντας θα συμπεριφερόταν, μετά από όσα είχαν προηγηθεί, σαν πραγματικός «ρυθμιστής του πολιτεύματος» και όχι σαν υπερκυβερνήτης της χώρας.

Την ίδια αυταπάτη διατήρησε ο ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης και πρωθυπουργός της χώρας, μετά και τη θριαμβευτική νίκη της 16ης Φεβρουαρίου 1964, με το εμφαντικό 53% και την ανάρρηση στο θρόνο του νεαρού Κωνσταντίνου. Ο ίδιος δήλωνε ενθουσιασμένος από τα πρώτα δείγματα της συνεργασίας του με το νεαρό βασιλιά. Γι’ αυτό και, όπως ομολόγησε αργότερα, παρά την κοινοβουλευτική παντοδυναμία και πολιτική του ισχύ, προέβη σε «συγκαταβατικάς υποχωρήσεις», χάριν της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος.

Μάταιος κόπος. Θα το διαπίστωνε με τον πιο επώδυνο τρόπο ο ίδιος, όπως και ο ελληνικός λαός, στις 15 Ιουλίου 1965, με το βασιλικό πραξικόπημα, προάγγελο της βίαιης κατάλυσης της δημοκρατίας, κάτι λιγότερο από δυο χρόνια μετά, με το οποίο ο λαοπρόβλητος πρωθυπουργός υποχρεωνόταν σε παραίτηση και εγκαθίσταντο κυβερνήσεις ανδρεικέλων του Παλατιού, αλλά και τμημάτων της ολιγαρχίας, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας και την έκπτωση του, κατά Κωνσταντίνο Καραμανλή, «καρκινώματος» της δυναστείας, η μεταδικτατορική πολιτική τάξη, που στις κορυφές της τουλάχιστον, αποτελούσε συνέχεια της προδικτατορικής, έχοντας πια διδαχθεί, με τον πιο επώδυνο τρόπο, από τα παθήματα, θέλησε, ακόμη και υπό το πολίτευμα της Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, με αιρετό πρόσωπο στην κορυφή του, να «κλείσει κάθε παράθυρο», σε ενδεχόμενη αυθαιρεσία.

Με ομοφωνία όλων των πολιτικών δυνάμεων, που εκπροσωπούνταν στην πρώτη μεταδικτατορική Βουλή, οι σχετικές διατάξεις, των άρθρων 37 και 38 του Συντάγματος, διαμορφώθηκαν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, που απέρρεαν απ’ αυτές, ως προς τη διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης, να μην αφήνουν περιθώρια αμφισημίας ή «διασταλτικής» ερμηνείας.

Ο αιρετός Ανώτατος Αρχοντας, ήταν υποχρεωμένος να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, στον επικεφαλής του κόμματος που πλειοψήφησε ή, διαζευκτικά, σε εκείνον που θα υποδείκνυε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του συγκεκριμένου κόμματος.

Με την αναθεώρηση δε της περιόδου 1985-‘86 (την πρώτη για το μεταδικτατορικό Σύνταγμα), εξαλείφθηκαν και τα όποια υπολείμματα «μοναρχικής» αντίληψης, κυρίως στην περίπτωση που δεν προέκυπτε αυτοδύναμη πλειοψηφία και εφαρμοζόταν η διαδικασία των διερευνητικών εντολών.

Τα περιθώρια «διακριτικής» ευχέρειας του Προέδρου της Δημοκρατίας, που άφηνε η αρχική μορφή του Συντάγματος, του 1975, με αποκορύφωμα το διορισμό υπηρεσιακού πρωθυπουργού, κατά την απόλυτη κρίση του, εξαλείφθηκαν.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή