Η τουριστική σεζόν έφτασε, οι εργαζόμενοι ωστόσο που θα σηκώσουν το βάρος της εξυπηρέτησης των εκατομμυρίων τουριστών που θα επισκεφθούν τη χώρα μας είναι δυσεύρετοι…
Στη Βόρεια Ελλάδα, βάσει εκτιμήσεων της αγοράς, εκτιμάται πως οι κενές θέσεις εργασίας σε τουρισμό, εστίαση, πρωτογενή τομέα ξεπερνούν τις 15.000 ενώ πανελλαδικά αγγίζουν τις 150.000.
Το φαινόμενο (που έχει τις ρίζες του στην πανδημία) της έλλειψης προσωπικού, που δεν είναι μόνο ελληνικό, σίγουρα δεν μπορεί να αποδοθεί σε μία μόνο αιτία και προφανώς δεν αποφάσισαν ξαφνικά οι εργαζόμενοι να κάτσουν στο σπίτι… τεμπελιάζοντας.
Οι κενές θέσεις εργασίας στην τουριστική βιομηχανία προσεγγίζουν για την ώρα, το νούμερο μπορεί να αλλάξει όσο προχωρά η σεζόν, τις 2.000-2. 500 (κατά κύριο λόγο σε Χαλκιδική, Πιερία και λιγότερο στη Θεσσαλονίκη), στα ίδια επίπεδα με πέρσι.
Πανελλαδικά, στον τουρισμό αναζητούνται στην πρεμιέρα της σεζόν πάνω από 80.000 εργαζόμενοι σε ένα έργο-σίκουελ του 2024 και μάλιστα σε έναν κλάδο-διαφήμιση για τη χώρα μας που καλύπτεται και από Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΣΣΕ). Η σύμβαση εργασίας ξενοδοχοϋπαλλήλων που αφορά 10.550 περίπου επιχειρήσεις και σχεδόν 150.000 εργαζομένους, προβλέπει αύξηση αναδρομικά από 01/01/2025 5% και από 01/01/2026 3%.
Ο βασικός μισθός διαμορφώνεται στα 1.000 ευρώ, για την πρώτη από τις τέσσερις κατηγορίες ξενοδοχοϋπαλλήλων από φέτος και ακόμα υψηλότερα, για την πρώτη αλλά και τη δεύτερη κατηγορία από τις αρχές του 2026, με αποτέλεσμα ο κατώτατος μισθός στον ξενοδοχειακό κλάδο να είναι κατ’ ελάχιστον 14,5% αυξημένος σε σχέση με τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό.
Τα πρώτα αρνητικά δείγματα έφτασαν τον Ιανουάριο, την περίοδο που πρέπει να αναγγελθούν οι αιτήσεις επαναπρόσληψης των εποχικών εργαζομένων που δούλεψαν την περσινή σεζόν. Με βάση τα στοιχεία από τα τοπικά σωματεία εργαζομένων, οι αιτήσεις ήταν μειωμένες κατά 10%, ιδίως σε μεγάλους τουριστικούς προορισμούς όπως η Ρόδος, η Κέρκυρα η Κρήτη και η Χαλκιδική.
Με βάση τα στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, οι κενές θέσεις εργασίας στα ελληνικά ξενοδοχεία ανήλθαν το 2024 σε περίπου 54.000.
«Σε κίνδυνο το τουριστικό προϊόν»
«Έχει μειωθεί το ενδιαφέρον για εργασία σε τουρισμό, εστίαση, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο το τουριστικό προϊόν που μας έχει κάνει γνωστούς παγκοσμίως. Μέχρι στιγμής είμαστε στα περσινά επίπεδα σε κενές θέσεις εργασίας (80.000) με αυξητικές τάσεις, τέλη Ιουνίου θα έχουμε ξεκάθαρη εικόνα.
Οι λόγοι που αποχωρούν οι εργαζόμενοι είναι συγκεκριμένοι. Τα 2 χρόνια της πανδημίας πολλοί εργαζόμενοι δεν άντεξαν να ζουν με 534 ευρώ (μετά την αναστολή σύμβασης) και έφυγαν σε άλλους κλάδους της οικονομίας, μετά την πανδημία η εργοδοτική παραβατικότητα (καταστρατήγηση συμβάσεων, ωραρίων) οργίασε ξεπερνώντας και τα επίπεδα της εποχής των μνημονίων ωθώντας χιλιάδες συναδέλφους να πάνε σε άλλες χώρες ανταγωνιστικές προς την Ελλάδα.
Ακόμα η μικρή χρονική διάρκεια του εποχικού ταμείου ανεργίας (3 μήνες) είναι σοβαρό αντικίνητρο, δεν μπορούν να επιβιώσουν έτσι οι εργαζόμενοι οπότε επιλέγουν να αποχωρήσουν από τον κλάδο», επισημαίνει στη «ΜτΚ» ο Γιώργος Χότζογλου, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού (ΠΟΕΕΤ).
Η ψηφιακή κάρτα και τα «μαύρα»
«Η ψηφιακή κάρτα εργασίας βοηθά στο να αποτυπωθούν οι πραγματικοί χρόνοι εργασίας του προσωπικού όταν γίνεται σωστά η χρήση της και δεν παρεμβαίνουν σε αυτήν οι εργοδότες, η ψηφιακή κάρτα εργασίας είναι ένα προσωπικό δεδομένο, πρέπει να το προστατεύουν οι εργαζόμενοι», υποστηρίζει ξεκαθαρίζοντας πως «όσα ακούγονται κυρίως από εργοδότες πως μερίδα εργαζομένων προτιμά να δουλεύει χωρίς να δηλώνεται («μαύρα») είναι μύθος».
Οι αιτίες που «εξαφανίζουν» εργαζόμενους
Επίπονες συνθήκες εργασίας, καταστρατήγηση συμβάσεων από εργοδότες, εξοντωτικά ωράρια χωρίς οι αμοιβές να ανταποκρίνονται στην ένταση της εργασίας, η μικρή διάρκεια του επιδόματος ανεργίας για τους εποχικούς εργαζόμενους, η φυγή αλλοδαπών εργαζομένων προς άλλες χώρες, η αλλαγή επαγγελματικού προσανατολισμού μετά την πανδημία όπως και η άσκηση λανθασμένης (μη στοχευμένης) επιδοματικής πολιτικής που σε κάποιες περιπτώσεις απωθεί μία μερίδα νέων να αναζητήσει εργασία, ελλιπής σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, αναντιστοιχία δεξιοτήτων εργαζομένων και προσόντων που ζητούν που ζητούν οι εργοδότες, σκιαγραφούν τη μεγάλη εικόνα που εξηγεί, σε έναν βαθμό, την δυσκολία των επιχειρήσεων να βρουν προσωπικό.
Πάντως δεν πρέπει να παραβλέπεται και το γεγονός της προσφοράς χαμηλών μισθών από μερίδα επιχειρήσεων (και ας ισχυρίζονται το αντίθετο), γεγονός που δεδομένης της επίμονης ακρίβειας και του αυξημένου, σε όλα τα επίπεδα (κυρίως στη στέγη), κόστους ζωής αποτρέπει τους νέους από το να εργαστούν σε ένα «δύσκολο» περιβάλλον.
Επιπλέον, η εντατικοποίηση της εργασίας, καθώς λιγότερα άτομα καλούνται να βγάλουν δουλειά που παλαιότερα μοιράζονταν περισσότεροι λόγω των κενών θέσεων εργασίας, λειτουργεί ανασταλτικά.
«Σε όλους τους κλάδους έχουμε κενές θέσεις, καλύτερα προετοιμασμένες οι επιχειρήσεις»
«Δεν υπάρχει κάποια επίσημη έρευνα για να μιλήσουμε με συγκεκριμένα νούμερα, από εκεί και πέρα σίγουρα υπάρχουν πολλές κενές θέσεις σε τουρισμό, εστίαση, πρωτογενή τομέα, μεταποίηση και σε ειδικευμένο και σε ανειδίκευτο προσωπικό. Όσο περνά ο καιρός οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται καλύτερα στο νέο περιβάλλον, γνωρίζουν ποιες είναι οι συνθήκες οπότε προετοιμάζονται κατάλληλα», αναφέρει ο πρόεδρος του επιμελητηρίου Χαλκιδικής, Γιάννης Κουφίδης.
«Δεν έρχονται πλέον να δουλέψουν στον τουρισμό οι Έλληνες, οι λύσεις έρχονται από το εξωτερικό»
«Δεν έρχονται πλέον να δουλέψουν οι Έλληνες στον τουρισμό ή και να έρθουν θα φύγουν γρήγορα επειδή κάποιος άλλος έδωσε καλύτερο μισθό, η εποχικότητα της εργασίας στα ξενοδοχεία είναι ο βασικότερος ανασταλτικός παράγοντας, οι περισσότεροι ψάχνουν κάτι μόνιμο. Αν και διασφαλίζονται καλοί μισθοί, καταλύματα και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, δεν έρχονται. Οι κενές θέσεις εργασίας σε ξενοδοχεία στη Χαλκιδική αγγίζουν τις 2.000-2.500, όσες περίπου και πέρσι, κυρίως αφορούν το service», σημειώνει ο πρόεδρος της ένωσης ξενοδόχων Χαλκιδικής, Γρηγόρης Τάσιος.
«Οι λύσεις στο πρόβλημα θα έρθουν από το εξωτερικό και τις μετακλήσεις εργαζομένων αλλά και εκεί, ενώ έχουν γίνει βήματα, υπάρχει γραφειοκρατία. Πολλές φορές εργατικό δυναμικό που έρχεται από δομές μεταναστών για εργασία σε ένα ξενοδοχείο μπορεί να μην βρει διαθέσιμη θέση όταν επιστρέψει στη δομή αφού τελειώσει η εργασία. Αυτό είναι ένα σοβαρό αντικίνητρο, άλλες φορές λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών έρχονται εργαζόμενοι αφού τελειώσει η σεζόν. Ακόμα το ότι η βίζα όσων έρχονται διαρκεί 6 μήνες δεν βοηθάει. Οι εργαζόμενοι από το εξωτερικό (κυρίως από Ινδία, Αίγυπτο, Βιετνάμ) αμείβονται όπως και οι Έλληνες», επισημαίνει.
Οι μετακλήσεις… της γραφειοκρατίας
Tην ίδια στιγμή, οι μετακλήσεις που για τον επιχειρηματικό κόσμο αποτελούν σανίδα σωτηρίας για να βγει η σεζόν, είτε στον τουρισμό, είτε στα χωράφια πάνε με… τον αραμπά.
Αν και έχει αυξηθεί ο αριθμός των εργαζομένων από τρίτες χώρες που θεωρητικά παίρνει το πράσινο φως για μετάκληση, πολλές φορές αυτοί είτε «παγιδεύονται» στο λαβύρινθο των διαδικασιών και της χαρτούρας (δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που εμφανίζονται οι μετακλητοί αφού έχει… τελειώσει η σεζόν), είτε έρχονται και λόγω των δυσμενών συνθηκών εργασίας που αντιμετωπίζουν αποχωρούν από τη χώρα μας.
Ακόμα και το μικρό ποσοστό αλλοδαπών που κατορθώνει να πάρει βίζα εργασίας, καθυστερεί λόγω της αθάνατης ελληνικής γραφειοκρατίας (εξάγεται… και στις πρεσβείες μας) έως και 6 μήνες να φτάσει και να αρχίσει να εργάζεται στη χώρα μας.
Επί της ουσίας, οι μετακλήσεις εργαζομένων από τρίτες χώρες (Ινδία, Μπαγκλαντές, Νεπάλ, Αίγυπτος, Φιλιππίνες, Βιετνάμ) που για το 2025 αγγίζουν τις 89.290 προκειμένου να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας στον πρωτογενή τομέα, τις κατασκευές, τον τουρισμό και άλλες ειδικότητες εξαρτημένης ή εποχιακής απασχόλησης, είναι σταγόνα σε έναν χαώδη ωκεανό.
Από τις 89.290 θέσεις, οι 41.670 αφορούν εξαρτημένη εργασία, οι 45.670 εποχιακή ενώ άλλα 2.000 άτομα θα μετακληθούν για να αναλάβουν θέσεις υψηλής εξειδίκευσης.
Στον πρωτογενή τομέα έχουν εγκριθεί θέσεις 16.000 θέσεις ανειδίκευτων εργατών γεωργίας, κτηνοτροφίας, δασοκομίας και αλιείας (εργάτες γης, φυτωρίων/θερμοκηπίων, κτηνοτροφίας, χοιροτροφείων, πτηνοτροφείων, μελισσοκόμοι, εκτροφείς γουνοφόρων ζώων, δασεργάτες, υλοτόμοι, εργάτες αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, εργάτες ιχθυοπαραγωγής κ.λπ.)
Στον τουρισμό και άλλες εποχιακές εργασίες εγκρίθηκαν 36.000 θέσεις στον πρωτογενή τομέα και πάνω από 3.000 στην παροχή υπηρεσιών εστίασης σε ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα (μάγειρες, σερβιτόροι, μπάρμεν, ρεσεψιονίστ, ανιματέρ) και λοιπό προσωπικό τουριστικών επιχειρήσεων.
Τα 5 σημεία «κλειδιά»
01
«Στερεύουν» και φέτος οι δεξαμενές από όπου μπορούν να αντλήσουν εργαζόμενους τουρισμός και πρωτογενής τομέας με τις κενές θέσεις εργασίας πανελλαδικά να αγγίζουν τις 80.000, στην πρεμιέρα της σεζόν.
02
Στη Βόρεια Ελλάδα οι επιχειρήσεις του τουριστικού, επισιτιστικού κλάδου και του αγροτικού τομέα «κυνηγούν» 15.000 εργαζόμενους.
03
Ο πρωτογενής τομέας σε Πέλλα, Ημαθία κατά βάση βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση με τα φρούτα να κινδυνεύουν να μείνουν και φέτος στα… δέντρα.
04
Ένα εκρηκτικό κοκτέιλ παραγόντων (από την εποχικότητα του επαγγέλματος μέχρι την καταστρατήγηση ωραρίων και την ένταση της εργασίας) που ξεκίνησε… να ταρακουνά τον τουριστικό κλάδο μετά την πανδημία, «στερεί» από τη βαριά βιομηχανία της χώρας ανθρώπινο δυναμικό.
05
Οι μετακλήσεις εργαζομένων από τρίτες χώρες σκοντάφτουν σε ανυπέρβλητα γραφειοκρατικά εμπόδια, την ώρα που η αγορά χρειάζεται νέο αίμα… χθες.
Λείπουν πάνω από 12.000 εργάτες γης στη Βόρεια Ελλάδα
Εκρηκτικές διαστάσεις και στη Βόρεια Ελλάδα λαμβάνει η γάγγραινα των ελλείψεων εργαζομένων στα χωράφια, τομέα με τις καλλιέργειες να μένουν σε πολλές περιπτώσεις στα δέντρα ελλείψει εργατών να τις μαζέψουν.
Από Ημαθία, Πέλλα, Χαλκιδική, Πιερία που συγκεντρώνουν μεγάλο μέρος καλλιεργειών σε ροδάκινα, βερίκοκα, δαμάσκηνα, νεκταρίνια, κεράσια, σταφύλια, ελιές λείπουν πέριξ των 12.000 εργατικών χεριών, στριμώχνοντας για τα καλά τον πρωτογενή τομέα.
Η μείωση των εργατικών χεριών μοιραία οδηγεί στην αύξηση του κόστους των προϊόντων που διατίθενται τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό. Σε ορισμένες καλλιέργειες η εργασία συνεισφέρει το 45% του κόστους παραγωγής, το οποίο έχει έτσι κι αλλιώς αυξηθεί από την ενέργεια, τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα.
Η μειωμένη παραγωγή, ελέω και κλιματικής αλλαγής σε χωράφια, θερμοκήπια και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις οδηγεί σε αύξηση των τιμών με τους αγρότες να εκπέμπουν συνεχή σήματα κινδύνου. Καθώς η ακρίβεια θεριεύει, η εγχώρια παραγωγή κηπευτικών, φρούτων, ελαιολάδου και γάλακτος τίθεται εν αμφιβόλω, αφού από τα χωράφια, τα θερμοκήπια και τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις λείπουν περίπου 60.000 εργάτες πανελλαδικά.
Οι αγρότες εκπέμπουν SOS υποστηρίζοντας ότι η έλλειψη εργατικού δυναμικού αποτελεί το Νο 1 πρόβλημα που έχουν αυτή τη στιγμή, ενώ τονίζουν ότι η εγκατάλειψη της καλλιέργειας συνεπάγεται μειωμένη παραγωγή και κατ’ επέκταση αύξηση των τιμών, η οποία εντέλει μετακυλίεται στον καταναλωτή.
«Η ευθύνη των καθυστερήσεων στις μετακλήσεις ανήκει στο ΥΠΕΞ»
«Oι μετακλήσεις από τρίτες χώρες για τις ανάγκες του αγροτικού τομέα κινούνται με απαράδεκτα χαμηλό ρυθμό, με ταχύτητες χελώνας και δεν καλύπτουν σε καμία περίπτωση τα κενά που υπάρχουν, η κύρια ευθύνη για αυτή την κατάσταση ανήκει στο υπουργείο Εξωτερικών με τις γραφειοκρατικές διαδικασίες να καθυστερούν τις μετακλήσεις», σημειώνει ο αντιπρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ) και Πρόεδρος της Κοινοπραξίας Συνεταιρισμών Ομάδων Παραγωγών Ημαθίας, Χρήστος Γιαννακάκης.
«Με βάση παλαιότερες έρευνες, η Πέλλα έχει κοντά στις 9.000 κενές θέσεις, η Ημαθία 3.500 και οι γειτονικοί νομοί πολύ λιγότερες κενές θέσεις. Πανελλαδικά οι ανάγκες του πρωτογενούς τομέα για εργατικά χέρια πλησιάζουν τις 60.000, για την φετινή σεζόν δεν προλαβαίνουμε να γίνει κάτι καλύτερο εκτός αν αλλάξει το νομικό σύστημα ελέγχου των μετακλήσεων», τονίζει.
*Δημοσιεύθηκε στη «ΜτΚ» στις 04.05.2025
ΠΗΓΗ:emakedonia.gr